Ο πρόεδρος Πούτιν αποκάλυψε τα σχέδιά του για την Ουκρανία με το διάγγελμά του της 21ης Φεβρουαρίου, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην κατ’ αυτόν ιστορική αδικία που προκάλεσε η ΕΣΣΔ σε βάρος της Ρωσίας. Υποστήριξε τη θεωρία ότι η Ουκρανία είναι δημιούργημα του σοβιετικού οικοδομήματος, αποκαλώντας το ναζιστικό. Θεώρησε ότι τα σύνορα που χαράχθηκαν τότε ήταν σε βάρος της ιστορίας των κυρίαρχων ρωσικών πληθυσμών, δηλώνοντας την πρόθεσή του να τους υπερασπιστεί.

Η στρατηγική του Πούτιν ήταν σχεδιασμένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρειά της. Δεν προχώρησε εξαρχής σε ένοπλη επίθεση, διότι θα κατέληγε σε ένα καθεστώς κατοχής που δεν εξυπηρετούσε τον στόχο του, να αποσπάσει με κάποιο πρόσχημα τις περιοχές Ντόνετσκ και Λουχάνσκ από την κυρίαρχη εξουσία της Ουκρανίας.

Ο Πούτιν επέλεξε να προηγηθούν οι αποσχίσεις του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, τις οποίες ανήγγειλε με την αναγνώριση της ανεξαρτησίας τους ως λαϊκές δημοκρατίες, χωρίς να έχει προηγηθεί μονομερής ανακήρυξη από τους αντίστοιχους πληθυσμούς, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις αυτές. Μόνον όμως ως θεραπεία απέναντι σε μια στυγερή μεταχείριση σε βάρος Ρώσων θα μπορούσε να έχει δικαιολογηθεί μια απόσχιση. Η δικαιολόγηση προϋποθέτει εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες που θα έπρεπε να είχαν προκαλέσει οι ουκρανικές αρχές με συστηματική βία και διωγμούς, καθώς και στρατηγική εξόντωσης του ρωσικού πληθυσμού στα συγκεκριμένα εδάφη, που δεν θα άφηναν άλλα περιθώρια αντίδρασης.

Ο πρόεδρος Πούτιν όχι μόνο δεν έπεισε για τα περί της στυγερής βίας, αλλά, αντίθετα, πλειοδότησε σε προπαγάνδα με αβάσιμες αιτιάσεις περί γενοκτονίας ή εθνοκάθαρσης. Η απόσχιση προφανώς σχεδιάστηκε λεπτομερώς ακόμη και από άποψη ενδεχόμενων κυρώσεων, εκτιμώντας ότι θα επισύρουν χαμηλό κόστος δεδομένης και της προετοιμασίας. Προφανώς ήταν η προσδοκία των τετελεσμένων που επέβαλε την απόσχιση να προηγηθεί. Η απόσχιση, εφόσον δεν ανατραπεί και επικρατήσει – άλλωστε η Ρωσία στηρίζει -, δεν μπορεί να ακυρωθεί, με δεδομένο ότι το μόνο όργανο που μπορεί να την ακυρώσει είναι το Συμβούλιο Ασφαλείας/ΗΕ, στο οποίο η Ρωσία διαθέτει δικαίωμα αρνησικυρίας (veto block). Ως εκ τούτου η πραγματικότητα κράτους είναι για τη Ρωσία εξασφαλισμένη, αδιαφορώντας για την παραβίαση νομιμότητας.

Μετά την απόσχιση της Κριμαίας το 2014, με τη συμφωνία του Μινσκ η Ουκρανία δεσμεύθηκε να παραχωρήσει στις περιοχές Ντονέτσκ και Λουχάνσκ αυτονομία, την οποία δεν αφομοίωσε ούτε τήρησε. Οι ουκρανικές αρχές συχνά συγκρούονταν με τους ρώσους αυτονομιστές, δημιουργώντας σκηνικό πολέμου. Δεν καταγράφηκε όμως συστηματικός διωγμός, ούτε μαζικές επιθέσεις εναντίον της υπόστασής τους. Το γεγονός της μη τήρησης αυτονομίας, εάν δεν συνοδεύεται από συστηματική και βάναυση μεταχείριση, δεν συνιστά αυτόματα λόγο αποχώρησης, εφόσον υπάρχουν και δεν έχουν εξαντληθεί περιθώρια διαβούλευσης.

Ο πρόεδρος Πούτιν στο διάγγελμά διαφώνησε ανοιχτά με τις σοβιετικές ηγεσίες για τα σύνορα που χάραξαν με λογική ευνοιοκρατίας. Ανέδειξε τις παράπλευρες επιπτώσεις σε βάρος των Ρώσων, όταν μετά από τη διάλυση της πρώην ΕΣΣΔ το 1991 και την ανάδειξη νέων κρατών χωρίς αλλαγή συνόρων βρέθηκαν «στα λάθος γειτονικά κράτη» της πατρίδας Ρωσίας.

Η Ρωσία προβαίνει σε βίαιη αλλαγή συνόρων. Ας σημειωθεί ότι τα σύνορα του 1991 πρέπει να διατηρούνται αμετάβλητα ως διεθνή, σύμφωνα με τη νομική αρχή της uti possidetis. Αυτός ήταν ο κανόνας στο επιτυχημένο εγχείρημα της αποαποικιοποίησης ως αρχιτεκτονικής των νέων κρατών που θα αναδύονταν και εφεξής. Ο ίδιος κανόνας επικράτησε και στη διάλυση και ανάδειξη νέων κρατών στις πρώην ΕΣΣΔ και Γιουγκοσλαβία. Τα εσωτερικά σύνορά τους διατηρήθηκαν και μεταβλήθηκαν σε διεθνή, σε εφαρμογή των αρχών της αυτοδιάθεσης και του απαραβιάστου των συνόρων.

Εχοντας διά αυτού του τρόπου κατοχυρώσει παρανόμως την απόσχιση, το επόμενο βήμα έγινε την 24η Φεβρουαρίου. Με βάση συμφωνία με τις αποσχισθείσες οντότητες, η Ρωσία ανέλαβε να τις συνδράμει αμυντικά, με το πρόσχημα ότι κινείται στο πλαίσιο του άρθρου 51 του Χάρτη. Εισέβαλε για λογαριασμό τους με στόχο την εκκαθάριση των περιοχών τους από τις ουκρανικές δυνάμεις. Εξαπέλυσε επίθεση κατά στρατιωτικών στόχων στα βόρεια με σκοπό προφανώς να εξουδετερώσει τυχόν ορμητήρια επιθέσεων, ζητώντας να καταθέσουν οι ουκρανικές δυνάμεις τα όπλα.

Οσον αφορά το ζήτημα της νόμιμης άμυνας, δεν διαπιστώθηκε ένοπλη επίθεση ώστε να δικαιολογείται η ρωσική αμυντική συνδρομή. Στόχος ήταν να εξασφαλιστεί η επικράτηση των νέων επιχώριων αρχών, μακριά από απειλές. Απώτερος στόχος της συνολικής παράνομης επίθεσης ίσως είναι η επιβολή ανά την επικράτεια καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησης με ισχύ έναντι πάντων και επιπλέον να κρατηθεί το ΝΑΤΟ μακριά. Ισως να μην αποκλείεται και η αλλαγή διακυβέρνησης ώστε να ενταχθεί η Ουκρανία στη ρωσική σφαίρα επιρροής, όπως η Λευκορωσία.

Εκμεταλλευόμενη σκοπίμως την ιδιότητα του μονίμου μέλους του ΣΑ/ΗΕ και την εξουσία της αρνησικυρίας, η Ρωσία προωθεί την απόσχιση για ίδιο όφελος, περιφρονώντας προηγούμενα ψηφίσματα που η ίδια είχε υιοθετήσει, τα οποία δεν τη δικαιολογούσαν (την απόσχιση) ως επανορθωτική (remedial). Αυτή η αναθεωρητική στάση της Ρωσίας προκαλεί το θεμέλιο της διεθνούς σταθερότητας που ευαγγελίζεται το ΣΑ/ΗΕ.

Η απάντηση σε ερώτημα εάν η απόσχιση έχει κάποια επίδραση ακόμη και εάν η Ρωσία αλλάξει στάση στο Κυπριακό, είναι αρνητική. Η ανακήρυξη «ΤΔΒΚ» έχει ακυρωθεί ως ανυπόστατη με τα ψηφίσματα 541/1983 και 550/1984 του ΣΑ/ΗΕ, επειδή είναι προϊόν παραβίασης της απαγόρευσης χρήσης βίας (εισβολή), όπως έχει διαπιστώσει και το Διεθνές Δικαστήριο.

Ο κ. Πέτρος Λιάκουρας είναι καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές», Πανεπιστήμιο Πειραιώς.