«Η Τουρκία και Αρμενία τα έχουν βρει εδώ και έναν μήνα. Αυτό θα αρχίσει να αποτυπώνεται σταδιακά, όπως είθισται στη διπλωματία» δήλωσε πρόσφατα στο «Βήμα» ανώτερος έλληνας αξιωματούχος. Η επανέναρξη των πτήσεων τσάρτερ μεταξύ Κωνσταντινούπολης – Γερεβάν αλλά και η προγενέστερη άρση του αρμενικού εμπάργκο σε τουρκικά προϊόντα ενδεχομένως να αποτελούν τα πρώτα δείγματα ομαλοποίησης μεταξύ δύο κρατών με μείζονες διαφορές και βεβαρημένη ιστορία.

Παρότι η διαδικασία εκκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο, δεν είναι καινούργια. Κατά το παρελθόν, οι δύο χώρες επιχείρησαν παλαιότερα – ανεπιτυχώς – να γεφυρώσουν το χάσμα που τις χωρίζει. Οι συμφωνίες που υπογράφτηκαν το 2009 στη Ζυρίχη προέβλεπαν έναρξη διπλωματικών σχέσεων, ανάπτυξη της διμερούς συνεργασίας κ.ά., αλλά δεν εφαρμόστηκαν με αρμενική υπαιτιότητα. Η μεταβολή όμως των δεδομένων στον χάρτη του Νότιου Καυκάσου, μετά και την επικράτηση του Αζερμπαϊτζάν – με ισχυρή τουρκική και ισραηλινή συνδρομή – εναντίον της Αρμενίας στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ το 2020, συνθέτει ένα νέο περιφερειακό σκηνικό. Σε αυτό εντάσσονται τόσο η τουρκοαρμενική προσέγγιση όσο και η ταυτόχρονη προσπάθεια εξομάλυνσης (με γαλλική πρωτοβουλία) μεταξύ Μπακού και Γερεβάν. Ο πιο ισχυρός παίκτης του Καυκάσου, η Μόσχα, εγκρίνει το νέο διαμορφούμενο πλέγμα σχέσεων και συνεργασιών. «Η Αρμενία είναι σύμμαχός μας. Βεβαίως θα βοηθήσουμε στην εξομάλυνση με την Τουρκία, όσο είναι εφικτό» τόνιζαν στο «Βήμα» ρωσικές διπλωματικές πηγές.

«Σήμα», αρχή και προϋποθέσεις

Το σήμα της επαναπροσέγγισης δόθηκε το περασμένο θέρος από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. «Με το τέλος της κατοχής του Ναγκόρνο-Καραμπάχ άνοιξε ένα νέο παράθυρο ευκαιρίας στην περιοχή μας για διαρκή ειρήνη και θα κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο εάν το σκεφτεί η Αρμενία» δήλωσε ο τούρκος πρόεδρος. Δύο ημέρες αργότερα, ο αρμένιος πρωθυπουργός Νικόλ Πασινιάν ανέφερε ότι λαμβάνει «θετικά μηνύματα» από την Τουρκία και πως θα «απαντούσε ανάλογα». Παρά την ήττα στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, ο Πασινιάν κέρδισε τις εκλογές (Ιούνιος 2021) και ως εκ τούτου διέθετε την εσωτερική νομιμοποίηση για να προχωρήσει σε μια μεγάλη τομή.

Οι Σερντάρ Κιλίτς και Ρούμπεν Ρουμπινιάν, οι αντιπρόσωποι που ορίστηκαν από Τουρκία και Αρμενία αντίστοιχα ως επικεφαλής των συνομιλιών, συναντήθηκαν στις 14 Ιανουαρίου στη Μόσχα. Μετά τη συνάντησή τους, τα δύο υπουργεία Εξωτερικών με κοινή δήλωση χαιρέτισαν τις συνομιλίες, υπογραμμίζοντας ότι οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν «χωρίς προϋποθέσεις». Η νέα συνάντηση ορίστηκε για τις 24 Φεβρουαρίου στη Βιέννη, ενώ θεωρείται σχεδόν δεδομένη η συμμετοχή του αρμένιου υπουργού Εξωτερικών Αραράτ Μιζρογιάν – αν όχι και του ίδιου του Πασινιάν – στο προσεχές Διπλωματικό Φόρουμ της Αττάλειας.

 

Το ιστορικό των συνομιλιών

Τι σημαίνει «διαπραγματεύσεις χωρίς προϋποθέσεις»; «Η πολιτική «χωρίς προϋποθέσεις» ξεχωρίζει ως σπάνιο παράδειγμα συνέπειας στην αρμενική εξωτερική πολιτική ως συνέχεια της πολιτικής της προηγούμενης κυβέρνησης» εξηγεί στο «Βήμα» ο Ρίτσαρντ Γκιραγκοσιάν. Σύμφωνα με τον διευθυντή του Περιφερειακού Κέντρου Μελετών (RSC), αρμενικής δεξαμενής σκέψης, τόσο η προηγούμενη όσο και η νυν κυβέρνηση στο Γερεβάν έχουν ως προτεραιότητα την ομαλοποίηση των σχέσεων με την Αγκυρα, αφήνοντας το ζήτημα της γενοκτονίας για τη διαδικασία της συμφιλίωσης. Εξάλλου, η ομαλοποίηση αφορά κράτη και η συμφιλίωση έθνη.

Σύμφωνα με όσα έγραψε σε πρόσφατη ανάλυσή του για τις τουρκοαρμενικές σχέσεις ο Τερ Ματεσοβιάν, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Αρμενίας, η Τουρκία είναι αυτή που έθετε συνεχώς προϋποθέσεις, πιέζοντας μεταξύ άλλων το Γερεβάν να σταματήσει την παγκόσμια εκστρατεία αναγνώρισης της γενοκτονίας, να αποκηρύξει οποιεσδήποτε αξιώσεις για αποζημιώσεις γης και ιδιοκτησίας, να αναγνωρίσει την εδαφική ακεραιότητα του Αζερμπαϊτζάν (κλείνοντας έτσι το ζήτημα του Καραμπάχ), να αναγνωρίσει εκ νέου τα υπάρχοντα σύνορα με την Τουρκία κ.ά.

Χρονισμός και συγκυρίες

Στο ερώτημα γιατί εκκίνησε τώρα η διαδικασία ομαλοποίησης, ο Γκιραγκοσιάν σημειώνει ότι αυτό πηγάζει «από μια ευρύτερη μεταπολεμική προσπάθεια για την αποκατάσταση του περιφερειακού εμπορίου και των μεταφορών στην περιοχή του Νότιου Καυκάσου». «Η Αρμενία», λέει, «πρέπει να ξεφύγει από την απομόνωση και τα κλειστά σύνορα (σ.σ. με Τουρκία και Αζερμπαϊτζάν) προκειμένου να προσαρμοστεί καλύτερα στη νέα μεταπολεμική πραγματικότητα».

Για την Αγκυρα, δε, η ομαλοποίηση προσφέρει «σημαντικά διπλωματικά μερίσματα σε σχέση με τη Δύση, ειδικά μετά τις πιέσεις που είχε από ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ». Είναι ενδεικτικό ότι στην προ ημερών επικοινωνία των υπουργών Εξωτερικών ΗΠΑ – Τουρκίας Αντονι Μπλίνκεν και Μεβλούτ Τσαβούσογλου αντιστοίχως έγινε ειδική μνεία στην επιχειρούμενη τουρκοαρμενική ομαλοποίηση, την οποία η Ουάσιγκτον τόνισε ότι στηρίζει. Ο Γκιραγκοσιάν εκτιμά ότι το άνοιγμα των κλειστών συνόρων «θα αποτελούσε μια νέα στρατηγική ευκαιρία και για την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας στις φτωχές ανατολικές περιοχές της Τουρκίας».

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΉ «ΑΝΑΣΑ»

Για την Αρμενία, μια πολύ φτωχή χώρα με τεράστια οικονομικά προβλήματα, μεγάλη εκροή ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό, σοβαρό πρόβλημα υποδομών κ.ά., η ομαλοποίηση με την Τουρκία θα πρόσφερε μετρήσιμα αποτελέσματα στο οικονομικό πεδίο. Οπως εξηγούσαν έμπειροι παρατηρητές, η χώρα λειτουργεί με δύο «πνεύμονες»: τη Ρωσία και την αρμενική διασπορά. Ο δεύτερος είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα αποδεχθεί μια ομαλοποίηση την οποία θα θεωρήσει «εθνική υποχώρηση».

Η επιρροή της Αγκυρας και η αντίδραση της Αθήνας

Η ελληνική διπλωματία παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στον Καύκασο. Αν και η πιθανή ομαλοποίηση των τουρκοαρμενικών σχέσεων δεν ανησυχεί την Αθήνα, στις 11 Φεβρουαρίου ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον αρμένιο ομόλογό του. Εμπειροι διπλωμάτες σημείωναν ότι όταν επέλθει πλήρης ομαλοποίηση, «η Αρμενία θα περάσει στην τουρκική οικονομική σφαίρα επιρροής». Αυτό με τη σειρά του αναμένεται να επηρεάσει τη στάση της Αθήνας. Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια του πρόσφατου πολέμου στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, ο κ. Δένδιας επισκέφθηκε την Αρμενία εκφράζοντας την ελληνική υποστήριξη σε μια κρίσιμη στιγμή για την καυκάσια χώρα.
Γενικότερα, οι αρμένιοι αξιωματούχοι συνηθίζουν να εκφράζονται με υπέροχα λόγια για την Ελλάδα και το επίπεδο των διμερών σχέσεων. Αυτό, πάντως, δεν πιστοποιείται απαραιτήτως και στο πεδίο της πρακτικής πολιτικής. Σε ό,τι αφορά την Τουρκία, εκτός από τις «αδελφικές» της σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν, διατηρεί πολύ ισχυρά ερείσματα στη Γεωργία. Πιθανή διεύρυνση του ρόλου και του λόγου της στον Καύκασο ενδέχεται να προσθέσει μια νέα εστία αντιπαράθεσης με τη Μόσχα, αν και οι δύο χώρες μοιάζουν να γνωρίζουν τα μυστικά του να τα βρίσκουν όταν χρειάζεται.