Πώς παρατηρείς και αφουγκράζεσαι το περιβάλλον μέσα από τις αισθήσεις σου; Ποιες εικόνες ενεργοποιεί στη φαντασία και πώς αυτές γίνονται κίνηση; Πόσο συνειδητή είναι αυτή αυτή η ανταπόκριση; Η γνωστή χορογράφος Ιρις Καραγιάν διερευνά τα άνωθεν και καθοδηγεί τρεις χορεύτριες, τις Ιωάννα Παρασκευοπούλου, Χριστίνα Καραγιάννηκαι Σωτηρία Κουτσοπέτρου να ακολουθήσουν αυτή τη διαδικασία και να αφεθούν σε μια συνθήκη συνεχούς ροής. Το αποτέλεσμα παρουσιάζεται στην παράσταση «Make any soundMake any sound moveMake any sound move us» στο Θέατρο Θησείον στου Ψυρρή από τις 24 έως τις 27 Φεβρουαρίου. 

Πηγή έμπνευσης για την Καραγιάν είναι η προσέγγιση και οι πρακτικές της αμερικανίδας συνθέτριας και ακορντεονίστριας Pauline Oliveros (1932-2016) η οποία υπήρξε μια καθοριστική μορφή στην εξέλιξη της μεταπολεμικής πειραματικής, ηλεκτρονικής  και μινιμαλιστικής μουσικής. Η Καραγιάν εστιάζει συγκεκριμένα στην πρακτική της «βαθιάς ακρόασης» (deep listening)  της Οliveros και τη συλλογή «SonicMeditations»(1971) –εκκεντρικές ασκήσεις ήχου που εκείνη αποκαλούσε «συνταγές» για να ακούει κανείς προσεκτικά τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος- που θέτουν στο επίκεντρο την ηχητική αντίληψη, την ευαισθησία και την οξυμένη προσοχή μέσω της ενδυνάμωσης της ακρόασης. 

 

Τι είναι αυτό που σας προκαλεί το ενδιαφέρον στη δουλειά και την προσέγγιση της Pauline Oliveros; «Εξερευνώντας το έργο της, ήρθα σε επαφή με την προσέγγισή της και ανακάλυψα τη πρακτική του ‘deep listening’, της βαθιάς ακρόασης. Μια πρακτική για το πως μπορεί κανείς να ακούσει βαθύτερα, πως μπορεί δηλαδή να διευρύνει την προσοχή και την αντιληπτικότητα σε όλο το εύρος των ήχων και της ακρόασης. Είναι ένας τρόπος να συνδεθεί με το ηχητικό περιβάλλον, με ό,τι υπάρχει και το συνιστά. Αυτή η προσέγγιση με ενδιαφέρει πολύ γιατί καταρχήν στρέφει την προσοχή στον τρόπο και στη λειτουργία της ίδιας της ακρόασης και ακολούθως στο ακουστικό παράγωγο και στους ήχους. Την κατανοώ επίσης, ως μια συνθήκη και αρχή με την οποία μπορώ να συνδεθώ με το σώμα, τους ήχους – εξωτερικούς, εσωτερικούς, φυσικούς και τεχνητούς – με το ακουστικό περιβάλλον ως ένα ανοιχτό, ευρύ και μεταβαλλόμενο πεδίο, με τρόπο βαθύ και αληθινό. Μέσω της διαδικασίας που ακολουθήσαμε με τις χορεύτριες, προσπάθησα να εφαρμόσουμε την πρακτική του ‘deep listening’ στον τρόπο που ακούμε και αισθανόμαστε το σώμα, στους τρόπους με τους οποίους φανταζόμαστε την κίνηση και τις κινητικές εικόνες, στους τρόπους με τους οποίους κινούμαστε και παρατηρούμε αυτό που υπάρχει και που προκύπτει. Πως επίσης, επιτρέπουμε σε κάθε κίνηση να είναι ισότιμη, να συμβαίνει στο σώμα και στα σώματα, στο χώρο και τον χρόνο και πέρα από αυτά». 

Πότε πρωτοήρθατε σε επαφή με το έργο της Oliveros«Γνώριζα το έργο της και με ενδιαφέρει η παρουσία της στο χώρο της τέχνης και της πειραματικής μουσικής γενικότερα, η επιρροή των πρακτικών της σε μουσικούς, αυτοσχεδιαστές και καλλιτέχνες από διάφορα πεδία. Ήρθα σε επαφή με το ‘Τuning meditation’ (1971) (σ.σ ένα ‘τραγούδι’ που προκύπτει από έναν κατευθυνόμενο από οδηγίες ηχητικό αυτοσχεδιασμό) και από εκεί και πέρα άρχισα να ανακαλύπτω περισσότερο το έργο της παρακολουθώντας βίντεο με συνεντεύξεις και ομιλίες της, τα workshops που πραγματοποιούσε, την σωματική προετοιμασία και την σημασία που έδινε σε σωματικές πρακτικές όπως σε ασκήσεις chi gong (σ.σ αρχαία κινεζική πρακτική που περιλαμβάνει διαλογισμό, έλεγχο αναπνοής και κινητικές ασκήσεις). Σταδιακά, ανακάλυψα, μεταξύ άλλων, και τα ‘Sonic mediations’ με τα οποία δουλέψαμε εκτενώς».

Πώς συνδέεται αυτή η δουλειά με την πρακτική της Oliveros;«Με ενδιαφέρει να κάνω έργα που μου επιτρέπουν να αφήνομαι και να αισθάνομαι. Θέλω να προκύπτει μια σωματικότητα ελεύθερη, ζωντανή και παρούσα, να μπορώ να ‘δω’ τον ερμηνευτή και την ερμηνεύτρια. Με απασχολεί το σώμα και τι μπορεί να κάνει. Πως κινείται, πως συνδέεται με τις αισθήσεις του και το περιβάλλον, με τις μνήμες και την φαντασία του. Συνήθως οι παραστάσεις μου δημιουργούνται με λίγα υλικά ή φέρνουν μαζί ετερόκλητα στοιχεία. Αυτή η δουλειά συνδέεται άμεσα με την πρακτική της Oliveros, τον τρόπο που την μελετήσαμε και την επεξεργαστήκαμε μαζί με τις χορεύτριες, με την συλλογή ‘Sonic mediations’, όχι μόνο ως αφετηρία για την έρευνά μας αλλά επιπλέον επειδή στην πορεία η δουλειά αυτή μας οδήγησε στο να επικεντρωθούμε στην ίδια την φύση της πρακτικής και στους εν δυνάμει τρόπους με τους οποίους εξελίσσεται σε βάθος χρόνου. Μας ενδιαφέρει πως μπορούμε να αιωρηθούμε ανάμεσα στο εκούσιο και το ακούσιο, το συνειδητό και το ασυνείδητο, όπως ακριβώς προτείνει η Pauline Oliveros με την πρακτική και τα κείμενά της».  Αισθάνεστε ότι έχετε δημιουργήσει ένα λεξιλόγιο που σας χαρακτηρίζει; «Πιστεύω πως η δουλειά μου έχει κάποια χαρακτηριστικά που διακρίνονται στις παραστάσεις μου. Τα έργα ακολουθούν κάποιους άξονες και παραμέτρους που προκύπτουν από την χορογραφική μου πρακτική και την διάθεσή μου να θέσω κάποια ερωτήματα – αρχικά στον εαυτό μου και μέσα από την διαδικασία κατασκευής των έργων να προσπαθήσω να τα απαντήσω ή να τα μοιραστώ με το κοινό ως ερωτήματα. Υπάρχουν ποιοτικά χαρακτηριστικά που αφορούν στο σώμα και στον τρόπο που δουλεύω την κίνηση με τους χορευτές, χορογραφικές πρακτικές που εφαρμόζω και δοκιμάζω και που στο σύνολό τους αφήνουν μια αίσθηση στον θεατή που θα παρακολουθήσει μια παράστασή μου».      Πιστεύετε ότι ο χορός πρέπει να εκφράζει κάτι περισσότερο από την ανάγκη για κίνηση και σωματική έκφραση, πέρα από διερεύνηση της ίδιας του της υπόστασης; «Πιστεύω ότι ο χορός δεν πρέπει να κάνει κάτι… Ο χορός συμβαίνει με διάφορους και διαφορετικούς τρόπους, αλλάζει και μεταμορφώνεται η μορφή και η υπόστασή του ανάλογα με τους καλλιτέχνες, τις πρακτικές, τις εποχές και τις ανάγκες».

  • «Make any soundMake any sound moveMake any sound move us», στο Θησείον, Ενα Θέατρο για τις Τέχνες, Τουρναβίτου 7, Ψυρρή, 24,25,26,27 Φεβρουαρίου (διάρκεια 45’)