Σύνθετες εξισώσεις, με οικονομικές, πολιτικές και εκλογικές παραμέτρους προσπαθούν να λύσουν στο Μέγαρο Μαξίμου, σε μία περίοδο κατά την οποία η λήξη της πανδημίας συνοδεύεται από μία απότομη αναστροφή των διαθέσεων των αγορών και τα σαφή μηνύματα για το τέλος του φθηνού δανεισμού.

Η δύσκολη ισορροπία την οποία καλείται να διαφυλάξει η κυβέρνηση υπό τις παρούσες συνθήκες διαμορφώνεται, αφενός, από την επίπτωση των έντονων, επίμονων και κατά τα φαινόμενα μακροχρόνιων πληθωριστικών πιέσεων και, αφετέρου, από τις διαφαινόμενες αυξήσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ και την άνοδο του κόστους δανεισμού. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, οι αποδόσεις του δεκαετούς ομολόγου έχουν ήδη τριπλασιαστεί σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο και στα μέσα της εβδομάδας βρέθηκαν στα επίπεδα του 2,5%.

Λεφτά… δεν υπάρχουν πλέον

Η συνθήκη αυτή προκαλεί έντονο προβληματισμό στο επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δεδομένων όμως των προειδοποιητικών μηνυμάτων από το εξωτερικό και παρά τις θετικές προβλέψεις για την ανάπτυξη της οικονομίας (4,9% για το 2022, 3,5% για το 2023), η μείζων προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι η εξεύρεση ενός μείγματος πολιτικών και άλλων παρεμβάσεων, με στόχο την αντιστάθμιση των κοινωνικών πιέσεων για συνεχή εισοδηματική στήριξη. Ταυτόχρονα, η αντιπολίτευση ήδη σπεύδει να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία, υπερθεματίζοντας στην ανάγκη των οικονομικών ενισχύσεων.

«Δεν θα τινάξουμε την «μπάνκα» στον αέρα» διαμηνύουν συνεργάτες του Πρωθυπουργού και υπογραμμίζουν ότι δεν πρόκειται η κυβέρνηση να διακινδυνεύσει σε καμία περίπτωση έναν νέο δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Διαβεβαιώνουν ότι στο εξής στήριξη θα παρέχεται μόνο όπου υπάρχουν πραγματικές ανάγκες και επιμένουν ότι «δεν θα υποκύψουμε σε καμία λογική παροχών και δεν θα υπονομευτεί η δημοσιονομική τύχη της χώρας», προσθέτοντας χαρακτηριστικά: «Τα 43 δισ. της πανδημίας τελείωσαν, δεν υπάρχουν άλλα».

Δημοσιονομική πειθαρχία

Διαισθανόμενη την πολλαπλή πίεση, η κυβέρνηση αποδύθηκε τις προηγούμενες ημέρες σε μία ενορχηστρωμένη εκστρατεία, ώστε να αποσαφηνίσει τις διαθέσεις της στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός σε δημόσια συζήτησή του με τον πρόεδρο του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Κωσταντίνο Μαραγκό περιέγραψε την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας με ορίζοντα το 2023 ως «εθνικό στόχο» και υπογράμμισε μεταξύ άλλων: «Για να μπορέσουμε να το πετύχουμε αυτό όμως χρειάζεται μια ξεκάθαρη προσήλωση στους δημοσιονομικούς στόχους τους οποίους έχουμε θέσει για το 2022 και στη συνέχεια για το 2023: Το πρωτογενές έλλειμμα της τάξης περίπου του 1,5% για το 2022 και πρωτογενές πλεόνασμα για το 2023. Και δεν έχω καμία απολύτως αμφιβολία ότι οι στόχοι αυτοί θα επιτευχθούν και ενδεχομένως και να υπερκαλυφθούν». Προσέθεσε ότι «πρέπει να έχουμε μία αίσθηση ότι η δημοσιονομική σταθερότητα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να τεθεί υπό αμφισβήτηση και η ελληνική κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι τις όποιες πρόσθετες κινήσεις έχει κάνει για ανακούφιση κοινωνικών ομάδων που χρειάζονται στήριξη, τις έχει κάνει χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα», ενώ επισήμανε: «Η προσήλωση στους δημοσιονομικούς στόχους και η ξεκάθαρη ορατότητα την οποία προσφέρουμε προς τους επενδυτές για το πώς θα φτάσουν στην επενδυτική βαθμίδα με κάνουν να είμαι αισιόδοξος και να μην προβληματίζομαι ιδιαίτερα για τις όποιες ημερήσιες αυξομειώσεις στο δεκαετές ομόλογο».

Το μήνυμα στους Καραμανλικούς

Η διαμόρφωση αυτού του περιβάλλοντος συνέπεσε με τη δημοσιοποίηση του διαλόγου μεταξύ των Πέτρου Δούκα και Σπήλιου Λιβανού, για τις «βαλίτσες με τα τριχίλιαρα» έπειτα από τις πυρκαγιές της Ηλείας, το καλοκαίρι του 2007 και λίγο πριν από τις εκλογές του Οκτωβρίου εκείνης της χρονιάς.

Το περιστατικό επανέφερε στην επικαιρότητα τις πρακτικές του παρελθόντος και τις «αμαρτίες» της κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή, οι οποίες οδήγησαν λίγα χρόνια αργότερα στη χρεοκοπία και τη μνημονιακή περιπέτεια. Υπό αυτό το πρίσμα, η ακαριαία αντίδραση του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν επιβεβλημένη επιλογή. Η αποπομπή του πρώην υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και η διαγραφή του πρώην υφυπουργού Οικονομικών της επίμαχης περιόδου θεωρήθηκαν και ως ένα σήμα του Πρωθυπουργού για τη διάθεσή του να αποδοκιμάσει τις πρακτικές της εποχής εκείνης, να πάρει αποστάσεις από αυτές και, δευτερευόντως, να στείλει ένα μήνυμα προς εσωκομματικές ομάδες, οι οποίες εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται υπό τη θολή πολιτική ταυτότητα των «Καραμανλικών».

Κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης από το 2023

Την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης από το 2023 για δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους προανήγγειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του το Σάββατο. Οπως είπε, οι επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος και αερίου θα συνεχιστούν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, ενώ όπως έχει ήδη αναγγείλει από τον Μάιο θα αυξηθεί ο κατώτατος μισθός.

Τα μηνύματα Σταϊκούρα και Πατέλη

Αντίστοιχες επισημάνσεις με τον Πρωθυπουργό έκανε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, λέγοντας: «Αν υπάρξει πρόσθετος χώρος αυτός θα αποδοθεί στην κοινωνία. Εχει αυξηθεί το κόστος δανεισμού από τις αγορές για όλες τις χώρες της Ευρώπης. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στη δημοσιονομική πολιτική μας».
Την ίδια στιγμή, ο οικονομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης διαβεβαίωσε σε δύο διαδοχικές συνεντεύξεις του ότι «η κυβέρνηση θα συνεχίσει με σύνεση. Εχει στηρίξει αρκετά τα εισοδήματα μέχρι στιγμής και έτσι θα πορευτούμε».

Εκλογές το 2023, αλλά…

Το μεγάλο πρόβλημα της κυβέρνησης σε αυτό το περιβάλλον είναι η πολιτική αβεβαιότητα που προξενείται από την εκλογική εκκρεμότητα και κυρίως από την περιπλοκή των σεναρίων για τις μετεκλογικές δυνατότητες σχηματισμού κυβέρνησης. Η διαρκής εκλογολογία προξενεί προβληματισμό στον κύκλο των συνεργατών του Μεγάρου Μαξίμου, οι οποίοι πάντως υποβαθμίζουν την επίπτωση της εκκρεμότητας και διαρκώς διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχουν τέτοιες σκέψεις. Παράλληλα, τις τελευταίες ημέρες διατυπώθηκε κατηγορηματικώς η διάψευση των όποιων σεναρίων αλλαγής του εκλογικού νόμου, στην κατεύθυνση της διευκόλυνσης της αυτοδυναμίας.
Επανέρχεται ωστόσο, παρά τις αντίστοιχες διαψεύσεις, η συζήτηση περί ενός ανασχηματισμού προεκλογικού χαρακτήρα, μόλις επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις για αποκλιμάκωση της πανδημίας.
Παράλληλα, σημασία έχει ο τρόπος με τον οποίο σχετικοποιείται πλέον η διάψευση της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, υπό την πίεση ενός συνδυασμού παραμέτρων, όπως η αλλαγή του διεθνούς περιβάλλοντος και η πίεση που ασκείται από την ακρίβεια. Είναι ενδεικτική η διατύπωση συνομιλητή του Κυριάκου Μητσοτάκη: «Οι κάλπες θα στηθούν στο τέλος της τετραετίας. Αυτός είναι ο σχεδιασμός, αλλά πολιτική είναι…».