Καίγονται τα βιβλία εν έτει 2021; Οπως φαίνεται, στη σύγχρονη Ελλάδα, ναι, καίγονται. Και τι κάνουμε ως κοινωνία για αυτό; Στρέφουμε απλά το βλέμμα μας προς την άλλη πλευρά, σαν να μη συνέβη τίποτα; Πώς αντιδρούμε; Πώς αλήθεια απαντάμε στη «σύλληψη» ενός αθώου γυμνασιάρχη από κάποια πρόσωπα που έχουν το θράσος να ισχυρίζονται ότι υπερασπίζονται το Σύνταγμα της χώρας;

Η απάντηση είναι, μάλλον, απογοητευτική. Δεν αντιδρούμε όσο σθεναρά θα έπρεπε. Το συζητούμε, το κατακρίνουμε, αλλά παραμένει το μείζον ερώτημα: τι πράττουμε για να μην ξανασυμβούν τέτοια φαινόμενα; Σε τι αλήθεια διαφέρουν από τις κρεμάλες που κάποτε στήνονταν στην πλατεία Συντάγματος την εποχή των Μνημονίων; Η απάντηση είναι ευθεία: δεν έχουν την παραμικρή διαφορά. Και όποιος ισχυρίζεται ότι έχουν, είτε χαρακτηρίζεται ως «ψεκασμένος» είτε είναι πολιτικός που «ψαρεύει σε θολά νερά», προβαίνει σε μία σχετικοποίηση επικίνδυνη, που φθάνει ή και ξεπερνά τα όρια του λαϊκισμού.

Η απώλεια σχεδόν 20.000 συμπατριωτών μας, τόσων ψυχών που η πανδημία πήρε μαζί της, δεν μας έχει κάνει να βάλουμε μυαλό. Δεν σημαίνει φυσικά ότι τούτο είναι μονάχα ελληνικό φαινόμενο. Αλλά είναι σαφές ότι η ελληνική κοινωνία, όσο και αν ορισμένοι επιμένουν περί του αντιθέτου, δεν έχει ωριμάσει. Η καχυποψία, η θρησκοληψία, ο εθνικισμός, μία (έμφυτη;) τάση αμφισβήτησης της επιστήμης ή και των Αρχών διαμορφώνουν ένα μείγμα ανησυχητικό, οπισθοδρομικό για να είμαστε πιο ακριβείς.

Πώς είναι δυνατόν να μην καταλαβαίνουν ορισμένοι ότι το στοίχημα δεν είναι άλλο από το να σώσουμε όσους μπορούμε περισσότερους; Δυστυχώς η απάντηση θα έπρεπε να είναι δεδομένη, αλλά δεν είναι. Η επιστημονική άποψη ότι τα εμβόλια βοηθούν στην καλύτερη αντιμετώπιση της πανδημίας είναι καθολική και κάποιοι επιμένουν να αυτοχαρακτηρίζονται «Θεματοφύλακες του Συντάγματος» για να μας… προστατεύσουν.

Η απάντηση σε αυτούς τους πραγματικούς «δολοφόνους της λογικής» πρέπει να έλθει όχι μόνο από τους απλούς πολίτες, αλλά επίσης από την κυβέρνηση και τα υπόλοιπα κόμματα. Οι «ιδεολόγοι» της άρνησης και του αντιεμβολιασμού, αλλά και όλοι όσοι κινούνται στην ευρύτερη σφαίρα του ανορθολογισμού, πρέπει να ηττηθούν στη ρίζα τους. Και για να συμβεί αυτό θα απαιτηθεί ειλικρίνεια.

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Η πανδημία θα μείνει για καιρό μαζί μας – ας μη βαυκαλιζόμαστε ότι το 2022 θα είναι «περίπατος στο δάσος». Αυτή είναι η πρώτη αλήθεια και πρέπει να αρχίσουμε να την παραδεχόμαστε. Η δεύτερη είναι ότι θέλουμε ισχυρό ΕΣΥ, το οποίο θα παράσχει κίνητρα στο προσωπικό που το υπηρετεί αλλά και σε εκείνο που έχει ανάγκη να προσλάβει. Δεν μπορούμε να μείνουμε στα ημίμετρα. Η τρίτη αλήθεια είναι η κομβικότερη: η πανδημία δεν αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης, κοινωνικής ή πολιτικής. Οφείλει να είναι σημείο σύγκλισης των υπεύθυνων πολιτικών δυνάμεων. Αν αυτό δεν συμβεί, ας μην αναζητούν αργότερα κάποιοι τους λόγους που το «αβγό του φιδιού» επωάστηκε ξανά.