Η επέλαση της Ομικρον δεν έχει αφήσει πλέον καμία αμφιβολία. Οι ζωές μας έχουν οριστικά αλλάξει στην «εποχή της COVID-19». Οι Αγγλοσάξονες χρησιμοποιούν έναν σύντομο όρο που συμπυκνώνει τη μεταβολή η οποία έχει συντελεστεί: «new normal», η νέα κανονικότητα. Αυτό ζούμε στις κοινωνίες μας, μια νέα κανονικότητα. Και αυτή η κανονικότητα έχει όνομα ξεκάθαρο: αβεβαιότητα.

Η αβεβαιότητα ανατρέπει τα πάντα. Κατ’ αρχάς, δεν μας αφήνει να κάνουμε σχέδια. Ποιος μπορεί, π.χ., εύκολα να προγραμματίσει να ταξιδέψει στο εξωτερικό χωρίς να ανησυχεί ή και να φοβάται ότι, ακόμη και αν είναι πολύ προσεκτικός, δεν θα κολλήσει τον ιό και θα τον μεταφέρει στο οικογενειακό ή φιλικό του περιβάλλον; Ο δε πανικός αμέσως διαχέεται με ταχύτητα όταν τα κρούσματα αυξάνονται. Οι θάνατοι πλησιάζουν καθημερινά την εκατόμβη, αλλά δεν προκαλούν μόνο φόβο. Φέρνουν μαζί τους και μια αίσθηση σχετικότητας, ίσως και απάθειας θα μπορούσε κανείς να πει. Χάνουμε καθημερινά περίπου 100 συμπατριώτες μας και μας φαίνεται ως κάτι φυσιολογικό, κάτι αναπόφευκτο.

Επιπλέον, το άγχος αυξάνεται. Η πλειοψηφία κάνει το εμβόλιο, αλλά πλέον όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν ότι η τρίτη δόση δεν θα είναι η τελευταία αναμνηστική δόση. Την ίδια στιγμή, το εργασιακό μας περιβάλλον έχει υποστεί ριζική ανατροπή. Μεγάλα μέσα ενημέρωσης παρουσιάζουν εκτενείς έρευνες επί του θέματος αυτού. Η τηλεργασία υπήρξε για πολλούς από εμάς μια ανάσα για ένα διάστημα, αλλά όλο και περισσότεροι έχουν αρχίσει πια και κουράζονται, «καρφωμένοι» σε μια οθόνη ή αδυνατώντας να διαχωρίσουν τον επαγγελματικό από τον προσωπικό χρόνο. Εχουμε όλοι, άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο, απομονωθεί από φίλους και συναδέλφους. Οσο κι αν θεωρούμε ότι το Zoom μας καλύπτει, δεν μπορεί να συγκριθεί με την αλληλεπίδραση με τους ανθρώπους του περιβάλλοντός μας. Η ανεμελιά μοιάζει πια στοιχείο του παρελθόντος. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που οι περισσότεροι αρνούνται να παραδεχθούν ακόμη και στους εαυτούς τους: ένα συναίσθημα κατάθλιψης, την οποία ο καθένας βιώνει διαφορετικά.

Την ίδια στιγμή, οι κυβερνήσεις βρίσκονται κι αυτές ενώπιον αδιεξόδων. Πόσες εκκλήσεις υπέρ του εμβολιασμού να κάνει ένας πρωθυπουργός; Πόσοι περιορισμοί μπορούν να επιβληθούν; Πόσο εύκολο είναι να αποφασιστεί ένα νέο lockdown; Πόσα επιδόματα και βοήθεια μπορούν να παρασχεθούν σε επιχειρήσεις και ιδιώτες πριν το «φάντασμα του πληθωρισμού» επιστρέψει, όπως αργά πλην σταθερά συμβαίνει; Και πώς πρέπει να αντιμετωπιστούν οι αγύρτες των fake news, της ακροδεξιάς συνωμοσιολογίας, οι συμπεριφορές τύπου Κουρουμπλή;

Οσο και αν θέλουμε να ξεχάσουμε και να νομίζουμε ότι όλα θα γίνουν εύκολα όπως πριν, τίποτα δεν είναι πια το ίδιο. Η καθημερινότητά μας δεν είναι πλέον γραμμική, έχει πάρει τη μορφή ενός φαύλου κύκλου. Κυριαρχεί μια αίσθηση ατελείωτου που μας πνίγει, καθώς χανόμαστε σε στατιστικά, απόψεις και γνώμες πολιτικών και επιστημόνων (με ορισμένους εξ αυτών να έχουν γοητευθεί από τη μαγεία του τηλεοπτικού φακού σε βαθμό επικίνδυνο). Η πανδημία μοιάζει με πόρτα που έχουμε διαβεί και ουδείς γνωρίζει αν υπάρχει γυρισμός. Αυτή ίσως να είναι, πια, η μόνη βεβαιότητα.