Στη Γλασκώβη ξεκίνησε ήδη η 26η Παγκόσμια Διάσκεψη για το Κλίμα (CΟP26).

Θα τα καταφέρουμε; Θα σώσουμε τον πλανήτη;

Για τη συνάντηση δημιουργήθηκαν μεγάλες προσδοκίες. Εζησα προσωπικά τις εξελίξεις τα τελευταία επτά χρόνια, δουλεύοντας για το θέμα και έχοντας την τύχη να συνεργασθώ με μεγάλους διεθνείς οργανισμούς όπως ο ΟΗΕ, το Φόρουμ του Νταβός και η πρωτοβουλία των 14 Πρωθυπουργών για τους Ωκεανούς (Ocean Panel).

Οι ελπίδες μας δεν ήταν αβάσιμες. Υπήρχε το προηγούμενο της Παγκόσμιας Διάσκεψης του Παρισιού (CΟP25), που δέσμευσε όλες τις κυβερνήσεις στο στόχο να κρατηθεί η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από 2 βαθμούς. Ακολούθησαν μεγάλες τεχνολογικές εξελίξεις, η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε κρίσιμους τομείς, η αύξηση της παγκόσμιας ευαισθητοποίησης με κινητοποίηση πολλών νέων (η Greta Thunberg προσέφερε πολλά).

Χάρη σε όλα αυτά το ερώτημα αν υπάρχει κλιματική αλλαγή έχει γίνει σχεδόν ρητορικό. Εκατομμύρια τελευταίοι άπιστοι πείστηκαν εφέτος από τι πυρκαγιές στην Καλιφόρνια, στη Μεσόγειο, στην Ελλάδα, τις πλημμύρες στη Γερμανία, τη μετεγκατάσταση χιλιάδων οικογενειών, λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας στον Ειρηνικό. Πριν από 10 χρόνια χάρη στην επιστήμη γνωρίζαμε για την κλιματική αλλαγή. Τώρα τη ζούμε.

Ωστόσο, ο τελευταίος χρόνος εγείρει ανησυχητικά ερωτήματα για την αντίδρασή μας. Διατυπώνω μερικά:

1. Πώς τα πάμε;

Δυστυχώς καθόλου καλά. Η τελευταία έκθεση του ΟΗΕ (IPCC Report/6-2021) τα είπε όλα. Τα κρατικά σχέδια που υποβλήθηκαν μετά το Παρίσι είναι ανεπαρκή και χρειάζονται νέα πριν από τη Γλασκώβη. Ο ΟΗΕ ανακοίνωσε τον Σεπτέμβριο ότι αν συνεχίσουμε έτσι, οι προβολές οδηγούν σε αύξηση 2,7 βαθμών μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Τι σημαίνει αυτό;

Με αύξηση 2 βαθμών οι Μαλδίβες δεν θα υπάρχουν, δήλωσε ο πρόεδρός τους.

Θα προσέθετα εδώ ότι η άνοδος της στάθμης της θάλασσας θα καλύψει επίσης μεγάλο μέρος του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, όπως έδειξε αντίστοιχη προσομοίωση πριν από λίγες μέρες (Climate Central/13-10-21).

2. Γιατί αποτυγχάνουμε;

Η σύντομη απάντηση οδηγεί σε δύο σημαντικές παραμέτρους:

Η πρώτη: H κλιματική κρίση είναι παγκόσμια και απαιτεί παγκόσμια απάντηση. Ωστόσο ο πλανήτης δεν διαθέτει ισχυρό σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης, με αποτελεσματικές ικανότητες ελέγχου και εφαρμογής αποφάσεων. Το είδαμε στην πανδημία, το βλέπουμε και εδώ. Υπάρχουν επίσης και αντικειμενικές δυσκολίες: Παρά την τεχνολογική πρόοδο, δεν έχουμε ακόμη κατάλληλα εναλλακτικά επενδυτικά σχέδια, άμεσα εφαρμόσιμα για την κάλυψη βασικών ανθρώπινων αναγκών. Η ενέργεια από υδρογόνο, λόγου χάρη, είναι ακόμη πολύ ακριβή. Η αποθήκευση επιβλαβών αερίων μπορεί να γίνει στον ωκεανό. Ομως η μελέτη λύσεων για τον ωκεανό, που μας δίνει το οξυγόνο για κάθε δεύτερη ανάσα, είναι ελλιπής.

Η δεύτερη: H κλιματική κρίση απαιτεί βαθιές αλλαγές, που δεν περιορίζονται στον έλεγχο των εκπομπών αερίων, αλλά εκτείνονται στα μοντέλα ανθρώπινης συμπεριφοράς, κατανάλωσης, ζωής. Οι πολίτες οφείλουν να αλλάξουν κρίσιμες επιλογές διατροφής, μετακίνησης, αναψυχής. Δεν είναι λοιπόν εύκολο.

Επιπλέον, τον τελευταίο χρόνο ζήσαμε και ζούμε τεκτονικές αλλαγές που επηρέασαν την προσπάθεια:

– H πανδημία ώθησε πολλές κυβερνήσεις να μεταφέρουν – ανοιχτά η καλυμμένα – πόρους από την κλιματική κρίση σε άλλους τομείς, όπως οι κοινωνικές παροχές. Η Ευρωπαϊκή Ενωση(ΕΕ) μετέφερε τα πράσινα κονδύλια και τα κονδύλια της πανδημίας σε κοινό ταμείο (RFF), όπου ο ρόλος των κρατών-μελών στον σχεδιασμό και στη διαχείριση είναι μεγάλος.

– Η μετά την πανδημία οικονομική ανάκαμψη εξελίσσεται με δυσάρεστες αναταράξεις και απρόβλεπτες συνέπειες. (Eνεργειακή κρίση, πληθωρισμός, διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα.) Υπάρχουν όμως και καλά νέα: Εμφανίζονται σε πολλές χώρες οικονομικά μοντέλα δημόσιας παρέμβασης που υπερβαίνουν τη νεοφιλελεύθερη νομισματική ορθοδοξία: ΗΠΑ, Νορβηγία, Σουηδία, Ιαπωνία, Γερμανία, συναίνεση των G7 στην Κορνουάλη.

– Οι διεθνείς σχέσεις δοκιμάζονται με νέα μεγάλα πεδία έντασης: Αντιπαράθεση ΗΠΑ – Κίνας, Συμφωνία AUKUS, διασπορά πυρηνικών όπλων και αύξηση εξοπλισμών. Ετσι εντείνεται η αντιπαράθεση αναπτυγμένου-αναπτυσσόμενου κόσμου και δυσκολεύεται η συμμετοχή μεγάλων παικτών στην κλιματική μάχη. Γνωρίζουμε ήδη ότι οι ηγέτες της Κίνας και της Ρωσίας δεν θα ηγηθούν των αντιπροσωπειών τους στη Γλασκώβη και ο αυστραλός πρωθυπουργός μεταπείσθηκε μόλις την τελευταία στιγμή.

3. Τι θα κάνει η ΕΕ;

Σε παλιότερες κλιματικές διασκέψεις η ΕΕ είχε πρωταγωνιστήσει, αλλά τώρα;

Είναι γεγονός ότι παρά τις όποιες αδυναμίες, οι ευρωπαϊκές αποφάσεις για την Πράσινη Συμφωνία (Green Deal) απετέλεσαν μεγάλο βήμα και πρότυπο παγκοσμίως. Πιστεύω ότι η Κομισιόν θα προσπαθήσει να το εφαρμόσει. Είχα την τύχη να μετέχω στην επεξεργασία του σχεδίου εφαρμογής (System change Compass) και πιστεύω πως οι προσπάθειες θα είναι σοβαρές.

Οι τελευταίες ανακοινώσεις για μείωση των εκπομπών αερίων κατά 55% μέχρι το 2030 μας κάνουν περήφανους.

Αλλά, είναι επίσης γεγονός ότι η EE βρίσκεται τους τελευταίους μήνες σε εσωτερική περιδίνηση. Πολλοί κόμποι έχουν φτάσει στο χτένι: Σχέσεις με ΗΠΑ μετά τη συμφωνία AUKUS, νέα στρατηγική για το ΝΑΤΟ, ενεργειακή κρίση, μεταναστευτική έκρηξη, χώρες που δεν σέβονται το κράτος δικαίου. Θα μπορέσει τελικά να εφαρμόσει τις αποφάσεις και πώς;

Υπάρχουν πολλά καλά σενάρια τώρα που γράφω, αλλά για λόγους συντομίας εστιάζω στο χειρότερο. Η ΕΕ θα αναγκασθεί να επανεξετάσει δύο όχι καλές προοπτικές: Την καθυστέρηση στο πρόγραμμα απανθρακοποίησης (ελληνική απολιγνιτοποίηση) και το χωρίς προϋποθέσεις πρασίνισμα (green washing) της πυρηνικής ενέργειας, με τη χρηματοδότησή της από το RFF (αντικειμενικά με τη μερίδα του λέοντος).

4. Μπορούμε να ελπίζουμε;

Παρ’ όλα αυτά ναι. Και όχι μόνο επειδή έχουμε επιλέξει την αισιοδοξία ως στάση ζωής ή επειδή η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Σε πολλές προηγούμενες διασκέψεις, λύσεις της τελευταίας στιγμής υπήρξαν. Οταν η παγκόσμια ηγεσία συγκεντρώνεται γύρω από ένα τραπέζι, πέρα από τα γεωπολιτικά παιχνίδια, υπάρχει πάντα το ένστικτο της ανθρώπινης επιβίωσης. Ελπίζω ότι αυτό θα υπερβεί τις γεωστρατηγικές συγκρούσεις.

Η κυρία Μαρία Δαμανάκη είναι πρώην επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ενωσης.