Και  ασφαλώς  τίποτα  δεν πρόκειται  να αλλάξει. Οι ανθρώπινες  ζωές προστατεύθηκαν, τα καμμένα θα αναδασωθούν,  θα δοθούν αποζημιώσεις,  οι «αρμόδιοι»,  από τα κλιματιζόμενα «συντονιστικά»  τους οχήματα θα γυρίσουν στα εξ ίσου  κλιματιζόμενα γραφεία  τους,  η τηλεόραση  θα επιστρέψει -μετά λύπης της- στο βαρετό  πρόγραμμά της, ο γείτονας  θα το ξανασκεφτεί και θα πετάει εφ’ εξής  τα μπουκάλια στον ειδικό κάδο, οι θεωρίες του Μητσοτάκη  και  του Τσίπρα περί  ανάπτυξης  θα διεκδικήσουν αμφότερες  τον αλάνθαστο  χαρακτήρα  τους αφού  τίποτα  δεν μπορεί  να τις αμφισβητήσει, ούτε  η φωτιά.

Για αυτό  θα προστεθούν κι άλλες  προσομοιώσεις ευτυχίας στους «παραδείσους» των  «σόσιαλ μίντια» με την  Μενεγάκη στην Ανδρο, τους λοιμωξιολόγους  στη θέση τους στα δελτία. Ο Νικόλας  Σεβαστάκης θα γράψει κι άλλο  ένα έμβριθές άρθρο  στην «Lifo» και ο Μανώλης Αναγνωστάκης δεν θα προεξοφλεί  πια, διότι, «η μέρα που δεν θα έχουμε  τίποτα  να πούμε», ήρθε.

Και δεν μπορώ  να πω όπως  αυτός ,το ’83: «Φέτος  φοβήθηκα  ακόμα  περισσότερο».

Όχι, όχι !  Στο φινάλε, μια  γλωσσική  κατάχρηση  είναι  όλα  αυτά.