Το πιο θλιβερό στη ζωή αυτή τη στιγμή είναι ότι η επιστήμη συγκεντρώνει γνώση πολύ πιο γρήγορα από ό,τι η κοινωνία αποκτά Σοφία.

Ισαάκ Ασίμοφ

H πανδημία, όταν μας χτύπησε, ήταν εξαρχής μια πραγματικότητα. Δεν είναι δυνατόν να ανάγεις σε μυθοπλασία κάτι που βιώνεις. Η ζωή μας μετράει με το σταγονόμετρο, με δευτερόλεπτα, λεπτά, ώρες. Πού καιρός για «πλανητική σκέψη», για αναστοχασμό του μέλλοντος. Εκτός εάν είσαι το… ανάποδο του Δον Κιχώτη. Η επιστημονική φαντασία ως πραγματικότητα άρχισε να δημιουργεί σύγχυση στα όρια της φαντασίας μας. Τι είναι αυτά τα βιβλία; Ψυχαγωγική μελλοντολογία ή κάτι σοβαρότερο; Πούρα επινόηση ή προβολή στο ρεαλιστικό μας μέλλον; Οι δυστοπικές θεωρίες χρειάζονταν ανανέωση. Δεν είναι τυχαία η μεγάλη επιτυχία της σειράς «Black Mirror». Η σειρά δεν έχει στόχο μόνο τη διασκέδαση, αλλά μας δίνει μια αφορμή να αναστοχαστούμε πώς μπορεί η υπάρχουσα τεχνολογία μέσω της εξέλιξής της, στο εγγύς μέλλον, να βλάψει ή να διευκολύνει την κοινωνία μας σε κάποια χρόνια. «Τόσες επιλογές, καταλήγεις τελικά να μην ξέρεις τι θέλεις» λέει ένας χαρακτήρας στο επεισόδιο «Κρεμάστε τον  DJ».

Το μέλλον είναι εδώ, οπότε ποιο είναι το μέλλον του μέλλοντος; Πώς θα θρέφονται οι δημοφιλείς θεωρίες που απασχολούσαν εκατομμύρια άτομα στον πλανήτη, όταν ο πυρήνας τού αύριο είναι το φλέγον σήμερα; Κι όμως, ένα παγκόσμιο κύμα μελλοντολογικής σκέψης και μακροπρόθεσμων «οραμάτων» και σχεδιασμών είναι εδώ, είτε στην ποπ είτε στην πιο σοβαρή μορφή του.

Ο ποπ φουτουρισμός, όπως αναφέρει η συγγραφέας Samantha Culp στον Atlantic, είναι ένα αδιάκοπα εξελισσόμενο είδος, που επισημαίνει τις αναδυόμενες εξελίξεις και προτρέπει τους ανθρώπους να αρχίζουν να τις εφαρμόζουν στην καθημερινότητά τους. Τα βιβλία αυτά, λέει η Culp, είναι επηρεασμένα από  το έργο που αναμφισβήτητα πρωτοστάτησε σε αυτό το είδος και εξακολουθεί να ρίχνει βαριά τη σκιά του στις επόμενες απόπειρες. Το περίφημο «Future Shock» – το βιβλίο του Alvin Toffler που βοήθησε στη διάδοση του «φουτουρισμού» ως έννοιας στον πολιτισμό και τις επιχειρήσεις – αποτύπωσε στην εντέλεια το angst της εποχής. Το βιβλίο είχε την τιμητική του πρόσφατα όταν εορτάστηκαν τα πενήντα χρόνια από την έκδοσή του. Οπως έλεγε και ο Ορσον Ουέλς ως «οικοδεσπότης» στο ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε για το βιβλίο: «Το Future shock είναι μια ασθένεια που προέρχεται από την ύπαρξη τεράστιου αριθμού αλλαγών σε μικρό χρονικό διάστημα. Είναι ένα αίσθημα πως τίποτα δεν είναι μόνιμο. Η πρώιμη εμφάνιση του μέλλοντος».

Η στρατηγική για την καταπολέμηση του μελλοντικού σοκ, σύμφωνα με τον Toffler, ήταν ένα είδος απομυθοποίησής του. Κάλεσε τις κυβερνητικές επιτροπές να χρηματοδοτήσουν μελλοντικές μελέτες μεγάλης κλίμακας, ώστε οι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας να προσφέρουν πιο μεθοδικές προβλέψεις στις ιστορίες τους, και τα αμερικανικά σχολεία να διδάσκουν μαθήματα μελλοντικού προσανατολισμού (ως αντίθετο των μαθημάτων Ιστορίας). «Για να δημιουργήσουμε τέτοιες εικόνες και να μαλακώσουμε τον αντίκτυπο του μελλοντικού σοκ», έγραψε, «πρέπει να ξεκινήσουμε κάνοντας τις εικασίες για το μέλλον σεβαστές». Αυτό δεν ήταν μια νέα πρόκληση. Ακόμα και ο H. G. Wells προσπάθησε να τονίσει ότι η συστηματική προσπάθεια προβολής πιθανών μελλοντικών συμβάντων βάσει σύγχρονων δεδομένων θα μπορούσε να είναι μια επιστήμη, όχι απλή μαντεία ή εύκολη διασκέδαση. «Το μέλλον επηρεάζει το παρόν, όσο και το παρελθόν» έλεγε ο Νίτσε. Είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να αφεθεί σε μια ψυχαγωγική ευωχία.

Τα χρόνια που μας χωρίζουν από το εμβληματικό αυτό βιβλίο έχουν ακολουθήσει πολλές ανάλογες εκδόσεις. Την προηγούμενη χρονιά υπήρξε μια έκρηξη στην παραγωγή, κάτι που ίσως δεν συνάδει με την περίοδο της έντονης αβεβαιότητας όπου ζούμε. Θα μπορούσαν ωστόσο να είναι χρήσιμα για τις covid ζωές μας;

Το μέλλον είναι ένα ανοιχτό γήπεδο σκέψης, αναστοχασμού, σχεδιασμού. Οι μελλοντολόγοι φαντάζονται τι θα μπορούσε να συμβεί, λαμβάνοντας υπόψη τους φυσικά τα δεδομένα τού τώρα. Το Futuring έχει τις ρίζες του στην εποχή του Β’  Παγκοσμίου Πολέμου. Επιστήμονες, πολιτικοί και ακαδημαϊκοί άρχισαν τότε να εξετάζουν τρόπους πρόβλεψης του μέλλοντος.

Οπως αναφέρει η Samantha Culp, η ανάγκη για έναν μακροπρόθεσμο αναστοχασμό παρουσιάζεται κομβική στο σπουδαίο βιβλίο του φιλοσόφου Roman Krznaric «The Good Ancestor». Ο συγγραφέας μιλάει για ένα παράθυρο σκέψης στο μέλλον, όχι για να μας ωφελήσει άμεσα (θεματική των βιβλίων τού ποπ φουτουρισμού) αλλά προς όφελος των γενεών που έπονται. Χρησιμοποιεί τον πολύ ενδιαφέροντα όρο cathedral thinking (δυσκολομετάφραστος, ας επιχειρήσουμε κάτι σαν «καθεδρική σκέψη») για να περιγράψει επικά έργα που δεν θα ολοκληρωθούν στη διάρκεια της ζωής μας, αλλά που είναι ζωτικής σημασίας για να τα ξεκινήσουμε τώρα – παρόμοια με τα έργο γενεών που έχτισαν μεσαιωνικούς καθεδρικούς ναούς που μόνο τα εγγόνια τους θα έβλεπαν να έχουν τελειώσει.

Οσοι πραγματικά ενδιαφέρονται για δικαιοσύνη πέρα από τις γενιές, είναι εκείνοι που με τις δράσεις τους απαντούν στην ερώτηση που έθεσε ο ιολόγος Jonas Salk, που ανέπτυξε το εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας τη δεκαετία του 1950 και που έδωσε τον τίτλο στο βιβλίο του Kznaric: «Είμαστε καλοί Πρόγονοι;».

Σήμερα ζούμε το Future Shock στο πετσί μας. Η αίσθηση μονιμότητας είναι πια ένα νοσταλγικό παρελθόν. Οι άνθρωποι αλλάζουν εργασίες, σχέσεις, ακόμη και ιδέες με εκθετική ταχύτητα. Τα προβλήματα που έχουμε μπροστά μας είναι τεράστια: η πανδημία, η κλιματική αλλαγή, η διαχείριση της τεχνητής νοημοσύνης.

To 1986, ένα σχετικά άγνωστο ροκ-ποπ συγκρότημα, οι Timbuk 3, κυκλοφόρησαν ένα σινγκλ που έμελλε να γίνει μεγάλη επιτυχία (η πρώτη και η τελευταία τους). Τίτλος του «The future’s so bright, I gotta wear shades (Το μέλλον είναι τόσο λαμπερό, που πρέπει να φοράω σκούρα γυαλιά), Μιλούσε για έναν φοιτητή πυρηνικών επιστημών που περίμενε μια «δουλειά» μετά την αποφοίτηση. Η δουλειά δεν έμοιαζε τόσο ειρηνικών προθέσεων…

Εμείς πρέπει να βγάλουμε τα σκούρα γυαλιά και να δούμε με άφιλτρο βλέμμα το τι μέλλει γενέσθαι. Το cathedral thinking είναι μια πρόσκληση σε μια τόσο βιαστική και στοχοπροσηλωμένη εποχή.