Η προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της Βόρειας Μακεδονίας και των Βαλκανίων αποτελεί την «ευκολότερη και φθηνότερη επένδυση» για τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην περιοχή, δηλώνει στο «Βήμα» ο Μπουγιάρ Οσμάνι.

Στη συνέντευξη που παραχώρησε λίγο μετά την ολοκλήρωση της επίσκεψής του στην Αθήνα, όπου είχε συναντήσεις στο υψηλότερο επίπεδο, ο υπουργός Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας (προερχόμενος από την αλβανική κοινότητα της χώρας) ξεκαθαρίζει ότι μετά την επίλυση του ονοματολογικού με τη Συμφωνία των Πρεσπών, το βάρος πέφτει πλέον στη διεύρυνση και εμβάθυνση των διμερών σχέσεων. Αναφορικά δε με την εφαρμογή της Συμφωνίας, σημειώνει ότι όσα θέματα απομένουν ανοιχτά οφείλονται σε «γραφειοκρατική αργοπορία» και σε λίγους αντικειμενικούς λόγους.

Η χώρα σας συνεργάζεται πλέον με μία ελληνική κυβέρνηση η οποία, ενόσω ως κόμμα βρισκόταν στην αντιπολίτευση, ήταν εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ποιο είναι σήμερα το επίπεδο συνεργασίας και ποιες οι προτεραιότητες; Βρίσκεται στην πρώτη γραμμή η οικονομική συνεργασία και σε ποιους τομείς;

«Ξεκίνησα τη νέα χρονιά με μία επιτυχημένη επίσκεψη στην Ελληνική Δημοκρατία, η οποία αποτελεί απόδειξη των εξαιρετικών σχέσεων και της συνεργασίας μας, επειδή οι ειλικρινείς προθέσεις μας εκτείνονται πέρα από το κατώφλι των σχέσεων καλής γειτονίας και θέτουν τα θεμέλια για να οικοδομήσουμε μία βαθύτερη και μακρόχρονη φιλία μεταξύ των χωρών μας. Ως άμεσος γείτονας και μέλος της ΕΕ, πιστεύω ότι η επί τη βάσει αρχών υποστήριξη της Ελλάδας για την έναρξη των ενταξιακών μας διαπραγματεύσεων χωρίς καθυστέρηση είναι εξαιρετικά σημαντική. Πάντοτε έλεγα ότι η οικονομία και οι επιχειρήσεις πρέπει να ηγούνται των σχέσεών μας, αλλά είναι υποχρέωσή μας, μέσω της πολιτικής συνεργασίας, να δημιουργήσουμε τις συνθήκες για περαιτέρω προώθηση του εμπορίου, των τουριστικών ανταλλαγών και των επενδύσεων ως το σημαντικότερο και πιο απτό όφελος για τους πολίτες μας. Η απάντησή μου, επομένως, στην ερώτησή σας είναι ναι, η οικονομική συνεργασία, ο ενεργειακός τομέας, η διασυνδεσιμότητα βρίσκονται στην προμετωπίδα της ενισχυμένης συνεργασίας μας στη βάση του διμερούς Σχεδίου Δράσης».

Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα για την ενεργειακή συνεργασία και τη λειτουργία και κατασκευή διασυνδετηρίων αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου μεταξύ Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας; Θα έχουμε κάποια νέα επί αυτών σύντομα;

«Η Βόρεια Μακεδονία, μέσω του αγωγού αερίου με την Ελλάδα, μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση στον Διαδριατικό Αγωγό (ΤΑΡ) από το ελληνικό εθνικό δίκτυο διανομής του ΔΕΣΦΑ, το οποίο μεταφέρει αέριο από την Κασπία στην Ευρώπη. Θα αποκτήσει επίσης πρόσβαση στην παγκόσμια αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) μέσω της Αλεξανδρούπολης. Πρόκειται για ένα έργο που αναμένεται ότι πέραν της πρόσβασης στις αγορές αερίου θα τονώσει και την είσοδο εμπορικών εταιρειών φυσικού αερίου στην αγορά της Βόρειας Μακεδονίας. Αυτό, με τη σειρά του, θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό και τον καθορισμό των τιμών μέσω της ελεύθερης αγοράς, κάτι που θα διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του τομέα του φυσικού αερίου».

Θα ήθελα τη δική σας εκτίμηση για την πορεία εφαρμογής της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τι δεν έχει ακόμη κάνει η δική σας πλευρά; Εχουν π.χ. αλλάξει τα ονόματα που αφορούν την αρχαία μακεδονική κληρονομιά όπως προβλέπει η Συμφωνία; Υπάρχει κάτι που πιστεύετε ότι δεν έχει πράξει η ελληνική πλευρά;

«Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι ένα παράδειγμα και ένα μοντέλο για τον τρόπο επίλυσης ανοιχτών ζητημάτων μεταξύ δύο γειτονικών χωρών, πρωτίστως μέσα από τη δημιουργία εμπιστοσύνης και φιλίας, που στη συνέχεια μετατράπηκε σε συμμαχία και εταιρική σχέση. Αμέσως αφού η Συμφωνία τέθηκε σε ισχύ, η Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας ξεκίνησε την εφαρμογή των προβλέψεών της και θα μπορούσα να πω ότι οι περισσότερες από τις υποχρεώσεις μας έχουν εκπληρωθεί. Φυσικά, υπάρχουν παραδείγματα που ανακύπτουν από αντικειμενικούς λόγους ή από αυτό που θα αποκαλούσα γραφειοκρατική αργοπορία».

Δυστυχώς, η ΕΕ δεν άνοιξε ακόμη τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με τη Βόρεια Μακεδονία. Υπάρχει αυξανόμενη δυσπιστία έναντι της ΕΕ; Βλέπετε κινδύνους για την πολιτική σταθερότητα στη χώρα σας ή για την περιφερειακή ασφάλεια από αυτή την καθυστέρηση;

«Η προοπτική της ένταξης στην ΕΕ συνιστά κινητήριο-παράγοντα που ενώνει όλους τους κοινωνικούς δρώντες και επομένως αποτελεί καθοδηγητήρια δύναμη για την επιτυχή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που συναντάμε στον δρόμο αυτόν. Η ευρωπαϊκή ιδέα αποτελεί έμπνευση για να λύσουμε τα φλέγοντα ανοιχτά ζητήματα στην περιοχή. Η Βόρεια Μακεδονία συνιστά φωτεινό παράδειγμα. Δεν υπάρχει ισχυρή Ευρώπη χωρίς ισχυρά Βαλκάνια. Επιτυχημένα Βαλκάνια είναι τα Βαλκάνια που έχουν ενσωματωθεί στην ΕΕ.

Η σταθεροποίηση της ΕΕ μπορεί και πρέπει να γίνει μαζί με την ευρωπαϊκή σταθεροποίηση των Βαλκανίων. Πραγματικά, η διαχείριση των κινδύνων ασφαλείας κατά τη διάρκεια της πρόσφατης μεταναστευτικής κρίσης έδειξε ότι κατευθυνόμαστε ο ένας προς τον άλλον και μπορούμε να είμαστε έμπιστοι εταίροι και σύμμαχοι. Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση των Βαλκανίων αποτελεί γεωστρατηγική επένδυση για μία σταθερή, ισχυρή και ενωμένη Ευρώπη, βασισμένη σε κοινές αξίες και σταθμά. Η ολοκλήρωση της ΕΕ με χώρες της περιοχής μας είναι η “ευκολότερη και φθηνότερη” επένδυση για τη συνολική ασφάλεια και σταθερότητα της ΕΕ».

Πώς σκοπεύετε να πείσετε τη Βουλγαρία να άρει το βέτο της στη διαδικασία χορήγησης ημερομηνίας έναρξης ενταξιακών συνομιλιών; Βρίσκονται οι δύο χώρες σε κάποια διαπραγμάτευση;

«Η Βόρεια Μακεδονία είναι μία χώρα φιλίας και συνύπαρξης. Ως έκφραση της ιστορικής μνήμης, και του απαράβατου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, γνωρίζουμε και οι δύο πώς να συγχωρούμε και να απολογούμαστε εις το όνομα του μέλλοντος. Οικοδομούμε φιλίες, αυτό είναι το αυθεντικό μας χαρακτηριστικό. Δεν έχουμε όμως ποτέ απλώσει χέρι σε πράγματα που δεν είναι δικά μας. Είμαστε φωτεινό παράδειγμα σχέσεων καλής γειτονίας. Δεν έχουμε δημιουργήσει προβλήματα και δεν ήμασταν ποτέ το πρόβλημα. Κομίζουμε λύσεις. Αυτή είναι η νοοτροπία της νίκης. Οι συζητήσεις με τη Βουλγαρία είναι συνεχείς και θα εξακολουθήσουμε ώστε να βρούμε έναν τρόπο να ξεπεράσουμε αυτές τις διαφορές, αλλά οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις δεν θα έπρεπε να μεταβάλλονται σε μία διαπραγμάτευση με τη Βουλγαρία».