Η κυβέρνηση προτίθεται να καταθέσει στην Βουλή νομοσχέδιο που θα τροποποιεί το δίκαιο των προσλήψεων στο Δημόσιο.

Στα θετικά της κυβερνητικής νομοθετικής πρωτοβουλίας, όπως προκύπτουν από δηλώσεις στον Τύπο του αρμόδιου Υπουργού Εσωτερικών, είναι α) η ποσοτική επανάκαμψη του γραπτού διαγωνισμού (πανελλήνιος ετήσιος γραπτός διαγωνισμός για όλες τις μόνιμες θέσεις ΠΕ και ΤΕ), β) η επιτάχυνση της διαδικασίας των προσλήψεων μέσω ΑΣΕΠ με ηλεκτρονική υποβολή δικαιολογητικών και γενίκευση της διαλειτουργικότητας, γ) η απλούστευση και η υπαγωγή σε μια ενιαία διαδικασία υπό τον έλεγχο του ΑΣΕΠ όλων των μη μονίμων προσλήψεων στο Δημόσιο, δ) η πρόθεση για νομοθέτηση μετά από ευρύτατο διάλογο και με συναίνεση και ε) η εφαρμογή του νέου πλαισίου το 2022.

Πρώτη προτεραιότητα κατά την γνώμη μου στη νομοθετική πρωτοβουλία θα πρέπει να είναι η λιτή και ρητή ρύθμιση του ότι όλες οι προσλήψεις στο Δημόσιο θα γίνονται μέσω ΑΣΕΠ με κατάργηση όλων των εξαιρέσεων (αναλυτικά Β. Τζέμος (Επιμ.), Δίκαιο των προσλήψεων, Νόμος ΑΣΕΠ. Ερμηνεία κατ ΄άρθρο, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2020, σ. 100επ. και ιδίως σ. 119).|Προτείνεται συγκεκριμένα η εξής διατύπωση: «Όλες οι προσλήψεις στη Δημόσια Διοίκηση γίνονται υπό τον έλεγχο του ΑΣΕΠ. Όλες οι εξαιρέσεις καταργούνται.»

Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στον τρόπο εφαρμογής, στην ποιοτική επανάκαμψη του γραπτού διαγωνισμού μέσω ΑΣΕΠ. Ο γραπτός διαγωνισμός κατά το Σύνταγμα μπορεί να είναι μόνο εξετάσεις γνώσεων-δεξιοτήτων και όχι ψυχομετρικά τεστ-τεστ προσωπικότητας. Η υποτιθέμενη συγκριτική αξιολόγηση της προσωπικότητας και της ψυχολογίας με γραπτά τεστ οδηγεί κατά την γνώμη μου σε παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και είναι αντίθετη προς την συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της αξιοκρατίας.

Οι προτάσεις για βαθμολογήσιμα (και όχι απλώς ως on/off κριτήρια) τεστ προσωπικότητας-ψυχομετρικά τεστ δεν συνάδουν με τις συνταγματικές προβλέψεις, αλλά δεν συμβάλλουν και στον αυτονόητο δικαιοπολιτικό στόχο της επιλογής του καταλληλότερου υποψηφίου για την κάθε θέση.

Οι προσλήψεις στο Δημόσιο, όπου κυριαρχεί η αρχή της νομιμότητας σε εποικοδομητικό συνδυασμό με τις αρχές της αντικειμενικότητας, της αξιοκρατίας, της δημοσιότητας και της αποτελεσματικότητας, είναι αρκετά διαφορετικές από τις προσλήψεις στον ιδιωτικό τομέα.
Ο νόμος του ΑΣΕΠ (ν. 2190/1994, γνωστός και ως νόμος Πεπονή) είναι ένας επιτυχημένος νόμος και το ΑΣΕΠ ένας πολύ καταξιωμένος θεσμός. Οι αλλαγές είναι κρίσιμο να είναι βελτιωτικές εκεί που χρειάζονται διορθώσεις, σύμφωνες με τα essentialia του δημοσίου δικαίου, τις αρχές της αντικειμενικότητας και της αξιοκρατίας και την συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία του ΑΣΕΠ (αναλυτικά βλ. Β. Τζέμος, Δίκαιο των προσλήψεων, ο.π., σ. 11επ.). και όχι συρρικνωτικές του στιβαρού «αξιοκρατικού κεκτημένου του ΑΣΕΠ» της τελευταίας 25ετίας.

Είναι πιο συγκεκριμένα κομβικό να μην αλλάξουν επί τα χείρω τόσο α) χρήσιμες διαδικασίες (όπως η διαδικασία της επιλογής Ειδικών Επιστημόνων στο Δημόσιο και με συνέντευξη σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν. 2190/1994), όσο και κυρίως β) αξιοκρατικά κριτήρια επιλογής που έχουν γίνει αποδεκτά διαχρονικά από το νομοθέτη, το πολιτικό σύστημα, τα δικαστήρια, τους υποψηφίους και τον κοινό νου (όπως η προϋπηρεσία, ο βαθμός πτυχίου, ο βαθμός απολυτηρίου, το συναφές μεταπτυχιακό και διδακτορικό δίπλωμα, η γλωσσομάθεια).

Το ελληνικό δίκαιο των προσλήψεων στο Δημόσιο δεν χρειάζεται αλλαγή φιλοσοφίας αλλά επιτάχυνση, απλούστευση και προσεχτική επικαιροποίηση με έμφαση όντως στην ενίσχυση των αξιοκρατικών και διαφανών γραπτών διαγωνισμών.

Ο Δρ. Βασίλης Γ. Τζέμος, είναι Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Δημοσιολόγων (ΕΕΔ, www.dimosiodikaio.gr), Διευθυντής Επιστημονικού Περιοδικού ΔΗΜΟΣΙΟ