Πλήθος ελληνικών επιχειρήσεων, εξωστρεφών, παραγωγικών και εξαγωγικών, νεοφυών, καινοτομίας και ελληνικών πολυεθνικών, αντιμετωπίζουν ένα ισχυρό εμπόδιο στη δυνατότητα ανάπτυξής τους. Αυτές οι επιχειρήσεις, που είναι η ατμομηχανή του αναγκαίου εγχωρίου παραγωγικού μετασχηματισμού της  οικονομίας και κοινωνίας, δυσκολεύονται να προσελκύσουν, αλλά και να διακρατήσουν, έμπειρα ή νέα εξειδικευμένα στελέχη.

Με άλλα λόγια, δυσκολεύονται να διατηρήσουν και να αυξήσουν το ανθρώπινο κεφάλαιό τους, το οποίο είναι απαραίτητο για να υλοποιήσουν, και να καταστήσουν αποδοτικά, τα επενδυτικά τους σχέδια, να εισαγάγουν καινοτομίες, να βελτιώσουν τα προϊόντα τους και να δημιουργήσουν νέα, να ενισχύσουν τη θέση τους στις διεθνείς αλυσίδες παραγωγής αξίας.

Αιτία είναι η υψηλή φορολόγηση αυτής της ειδικευμένης και παραγωγικής εργασίας που λειτουργεί ως αντικίνητρο. Υψηλή φορολόγηση που προκύπτει από τον συνδυασμό έκτακτης εισφοράς, υψηλών φορολογικών συντελεστών εισοδήματος από εργασία, και από υψηλές ασφαλιστικές εισφορές.

Αν προστεθεί και η αυξανόμενη φορολογία, συν η υπαγωγή σε ασφαλιστικές εισφορές των πριμ παραγωγικότητας, επίτευξης στόχων κ.λπ., που οι επιχειρήσεις επιθυμούν να χρησιμοποιούν για την ανταμοιβή των στελεχών τους, ο μηχανισμός απώθησης τίθεται σε πλήρη λειτουργία. Η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, κατ’ αρχάς για το 2021, είναι μια πολύ θετική εξαγγελία που έρχεται να μετριάσει αυτόν τον μηχανισμό των αντικινήτρων.

Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών είναι επίσης αναγκαία για τη στήριξή της απασχόλησης, αλλά και για την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των μισθωτών.

Ομως δεν θα έχει επίδραση στην κατηγορία στελεχών και ειδικευμένης παραγωγικής εργασίας. Καθώς το μέρος του εισοδήματος που θα «απελευθερωθεί» από τη μειωμένη παρακράτηση εισφορών (από 15,32% σε 14,12%) θα υπαχθεί σε πολύ υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές.

Ας τους θυμηθούμε: 22% για ετήσιο εισόδημα μεταξύ €10.001 και €20.000, 28% για εισόδημα μεταξύ €20.001 και €30.000, 36% για εισόδημα μεταξύ €30.001 και €40.000, και 44% για εισόδημα ανώτερο των €40.001.

Η δυσκολία προσέλκυσης και διακράτησης οφείλεται στο ότι, ακόμη και μέσα στην κρίση, υπάρχουν ανταγωνιστικές εναλλακτικές. Γιατί αυτή η αγορά εργασίας είναι σχεδόν ενιαία, ανοικτή και ανταγωνιστική, τουλάχιστον στην Ευρώπη, αλλά και πέρα από αυτήν.

Κάτι ανάλογο με την αγορά των αμειβόμενων αθλητών. Για την οποία το υπουργείο Οικονομικών φρόντισε πέρυσι τον Δεκέμβριο να ορίσει το 22% ως ανώτατο φορολογικό συντελεστή για το εισόδημά τους που υπερβαίνει τις €40.000 (ν. 4646/ 2019).

Μήπως να ορίσουμε και τα στελέχη ως αθλητές της παραγωγής, της καινοτομίας και της τεχνολογίας, και να τα υπαγάγουμε σε ισότιμη φορολογική μεταχείριση;

*Ο κ. Χρήστος Ιωάννου είναι οικονομολόγος, διευθυντής Τομέα Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας, ΣΕΒ.