Τί προέχει; Το πολιτικό κόστος ή το κόστος της ανθρώπινης ζωής; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε απαντήσει μέσα του σε αυτό το ερώτημα πολύ πριν πάρει την απόφαση να κλείσει τους ναούς. Η στάση που θα τηρούσε ήταν σαφής στο διάγγελμά του και την έκαναν σαφέστερη οι στενοί συνεργάτες και οι υπουργοί που τον συναναστράφηκαν τις προηγούμενες ημέρες. Ο Πρωθυπουργός δεν ήταν διατεθειμένος να θυσιάσει ζωές που θα μπορούσαν να σωθούν για να κάνει το χατίρι της Ιεραρχίας, η οποία αντί να αναλάβει την ευθύνη των περιστάσεων μετακύλησε το βάρος στους ώμους των πιστών.

Η σχέση του καθενός με τη θρησκεία είναι βαθιά και ακλόνητη. Ομως εδώ δεν μπαίνει θέμα πίστης. Οταν υπάρχει μια ασθένεια που εξαπλώνεται αστραπιαία και διεκδικεί ανθρώπινες ζωές είναι θέλημα Θεού ποιός θα ζήσει ή ποιός θα πεθάνει; Εξαρτάται από την απόφαση, ή ακόμα χειρότερα, από την ατολμία του κλήρου; Από μια εν τέλει αρρωστημένη σχέση μερίδας ιερωμένων με το ποίμνιο τους, το οποίο αποτελείται κατά κύριο λόγο από τις πλέον ευπαθείς ομάδες;

Και αν οι ίδιοι δεν θέλουν να σωθούν πρέπει να τους επιβάλλει η Πολιτεία μια αναγκαστική σωτηρία;

Η Εκκλησία της Ελλάδος παρά τις μεμονωμένες ήττες της, όπως στο θέμα των ταυτοτήτων, ενεργεί με την απόλυτη πίστη ότι θα υπερισχύει στις συγκρούσεις της με το κράτος, ότι μπορεί να κινείται πάνω από τον νόμο. Βεβαίως, εξαρτάται από το κράτος και ποτέ δεν περιφρόνησε τον νόμο όταν χρειάστηκε να υπερασπιστεί τα δικαιώματά της.

Και όμως η Πολιτεία και η θρησκεία δεν βρίσκονται τόσο μακριά. Το Σύνταγμα της Ελλάδας ορίζει ότι ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική μέριμνα της Πολιτείας, η προστασία της υγείας αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Αξία στον άνθρωπο, και όχι στην τυπολατρία, έδωσε και ο Χριστός, όταν κήρυττε αγάπα τον πλησίον.

Στην χριστιανική θεολογία δεν μπορεί να νοηθεί αγάπη προς τον Χριστό χωρίς αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Η αγάπη αποτελεί σύνθετη φιλοσοφική έννοια και αιτιολογεί κάθε είδους υπερβάσεις και αποκλίσεις από τον τακτικό εκκλησιασμό, μπορεί ακόμα να επιβάλλει και την εξ ανάγκης σωτηρία. Το πραγματικό ερώτημα της Διαρκούς Συνόδου δεν ήταν αν θα κρατήσει ανοιχτούς τους ναούς αλλά ποια στάση υπαγορεύουν τα πιστεύω στα οποία εμφανίζεται γατζωμένη.

Ο κ. Μητσοτάκης δεν αντιστάθηκε μόνο στην ιεραρχία αλλά και σε ένα κομμάτι συντηρητικών ψηφοφόρων της ΝΔ, του κόμματος και του υπουργικού του συμβουλίου. Είναι νωπές οι τηλεοπτικές εμφανίσεις του Αδωνι Γεωργιάδη, στις οποίες κατακεραύνωνε τους ιερόσυλους με το ερώτημα «Θέλετε τα ΜΑΤ στις εκκλησίες;». Ούτε ένας δεν βρέθηκε να τον ρωτήσει αν εκείνος ήθελε να καταγράψει η Ελλάδα το ρεκόρ θανάτων της Ιταλίας, αν θα άντεχε η κυβέρνηση της οποίας είναι κορυφαίος υπουργός να υποκύψει στα καπρίτσια της Ιεραρχίας.

Ο κ. Γεωργιάδης δεν ήταν μόνος του μέσα στη ΝΔ, το κόμμα που αυτοπροβάλλεται ως στυλοβάτης της Εκκλησίας. Αλλά μήπως και ο Αριστερός, και κατά δήλωση του άθεος, Αλέξης Τσίπρας στύλωσε τα πόδια του ως Πρωθυπουργός απέναντι στις απαιτήσεις του κλήρου; Ο Πάνος Καμμένος ήταν σαθρό πρόσχημα για τις κατανυκτικές επισκέψεις στο Αγιο Όρος, στην Παναγία της Τήνου και όπου αλλού τον καλούσε το πολιτικό συμφέρον.

Από αυτή την άποψη, ο κ. Μητσοτάκης ακόμα και αν άργησε να πάρει την απόφαση για τους ναούς όπως τον ψέγει η αντιπολίτευση, πήρε στο τέλος μια απόφαση ορθολογική, πολιτικά και ηθικά ορθή. Και σίγουρα πιο χριστιανική από την μεσοβέζικη απόφαση της Διαρκούς Συνόδου, το νίπτω τας χείρας, της οποίας απέχει πολύ από το πνεύμα των ημερών.