Καθώς και ο δεύτερος μήνας του 2020 εκπνέει, ολόκληρος ο πλανήτης μοιάζει να χορεύει στον ρυθμό του νέου κορωνοϊού, του SARS-CoV-2, ο οποίος ξεκίνησε από την Κίνα και έχει ήδη φτάσει και στις πέντε ηπείρους. Από την Τετάρτη δε, και στη χώρα μας. Ποιος να φανταζόταν κάτι τέτοιο, εκεί στα τέλη του 2019; Το μόνο που οι υγειονομικές αρχές είχαν τότε σίγουρο, και είχαν μεριμνήσει δεόντως για αυτό, ήταν ο ερχομός του ιού της γρίπης στο βόρειο ημισφαίριο.

Ωστόσο, δεν εξεπλάγησαν όλοι ούτε με την εμφάνιση ενός νέου κορωνοϊού ούτε με τη μέχρι τώρα διαδρομή του, η έκταση της οποίας μετριάστηκε χάρη στις υπεράνθρωπες προσπάθειες των κινέζων γιατρών και στη λήψη άμεσων μέτρων από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Οπως έχει δείξει η εμπειρία, οι ζωονόσοι, οι μολυσματικές δηλαδή ασθένειες οι οποίες προσβάλλουν κατά κύριο λόγο τα ζώα, μεταδίδονται από καιρού εις καιρόν και στον άνθρωπο. Με άλλα λόγια, οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι είναι θέμα χρόνου μια ζωονόσος να πλήξει ανθρώπινους πληθυσμούς. Αυτό που δεν μπορούν να γνωρίζουν όμως είναι το πότε και το πού θα εμφανιστούν (αν και η στενή επαφή ανθρώπων και ζώων, που είναι προϋπόθεση για την πρώτη μόλυνση, στην ουσία περιγράφει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτό μπορεί να συμβεί), αλλά και το πόσο επικίνδυνες μπορούν αυτές να αποβούν. Γι’ αυτό κάθε φορά που έχουμε εμφάνιση μιας τέτοιας νόσου οι υγειονομικές αρχές παγκοσμίως τίθενται σε επαγρύπνηση.

Διορατική παρατήρηση

Ολα άρχισαν στις 30 Δεκεμβρίου 2019 στην πόλη Wuhan της επαρχίας Hubei στην Κίνα. Ή μάλλον, δεν ξέρουμε πότε ακριβώς άρχισαν όλα. Δεν ξέρουμε δηλαδή πότε και κάτω από ποιες συνθήκες πέρασε ο ιός στους ανθρώπους. Λίγο προτού κλείσει όμως ο περασμένος χρόνος ένας νεαρός οφθαλμίατρος, ο Li Wenliang, έστειλε ένα μήνυμα σε μια ομάδα συναδέλφων του γιατρών στο νοσοκομείο της πόλης να προσέχουν μη μολυνθούν καθώς μια σειρά από ασθενείς φαινόταν να πάσχουν από κάτι που θύμιζε έντονα το Σύνδρομο Οξείας Αναπνευστικής Ανεπάρκειας (Severe Acute Respiratory Syndrome – SARS). Λίγες εβδομάδες αργότερα ο οξυδερκής 33χρονος γιατρός έμελλε να είναι ένα από τα θύματα της νόσου της οποίας την ύπαρξη πρώτος αναγνώρισε.

Χρειάστηκαν μόνο μερικές ημέρες για να προβεί ο ΠΟΥ στην ανακοίνωση, στις 5 Ιανουαρίου, που καλούσε σε ετοιμότητα, καθώς 44 κρούσματα «αγνώστου αιτιολογίας» είχαν αναφερθεί με «συμπτώματα που παρέπεμπαν σε πνευμονία», εκ των οποίων τα 11 σε κρίσιμη κατάσταση. Τα συμπτώματα περιελάμβαναν πυρετό και δυσκολία στην αναπνοή, ενώ οι ακτινογραφίες των ασθενών φανέρωναν «κατάληψη» των πνευμόνων τους από το παθογόνο. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, οι ασθενείς νοσηλεύονταν απομονωμένοι, ενώ οι ερευνητές ξεκινούσαν έναν αγώνα δρόμου για την απομόνωση του παθογόνου μικροοργανισμού.

Παγκόσμιος συναγερμός

Το τι ακολούθησε το έχουμε περισσότερο ή λιγότερο πληροφορηθεί όλοι μας. Καθώς τα μάτια όλου του πλανήτη στρέφονταν στην Κεντρική Κίνα και στην πόλη Wuhan, δύο παράλληλοι κόσμοι άρχισαν να ξεδιπλώνονται. Από τη μια οι κινέζοι κλινικοί γιατροί έδιναν μια μάχη ενάντια σε έναν άγνωστο εχθρό (του οποίου τη συμπεριφορά προσπαθούσαν παράλληλα να μελετήσουν μέσα από τα ιστορικά των ασθενών) και από την άλλη οι κινέζοι επιστήμονες, οι οποίοι προφανώς ήταν οι πρώτοι που μπόρεσαν να πάρουν στα χέρια τους ιστολογικά δείγματα από τους πνεύμονες ασθενών, δούλευαν πυρετωδώς για να καταφέρουν να απομονώσουν και να μελετήσουν τον εν λόγω εχθρό.

Στις 20 Ιανουαρίου τα κρούσματα είχαν περάσει τα 200, ενώ άρχιζε και η γεωγραφική διασπορά τους: επτά εντοπίστηκαν εκτός της επαρχίας Hubei και ένα στη Νότια Κορέα. Οπως ήταν φυσικό, η παγκόσμια ανησυχία άρχισε να εντείνεται, πολύ περισσότερο δε καθώς πλησίαζε ο εορτασμός της κινεζικής Πρωτοχρονιάς (25 Ιανουαρίου), πράγμα που σήμαινε μαζικές μετακινήσεις εντός και εκτός της Κίνας. Προκειμένου να προληφθεί η διασπορά του ιού, οι κινεζικές αρχές έθεσαν σε καραντίνα την πόλη Wuhan, μια καραντίνα η οποία παραμένει σε ισχύ μέχρι σήμερα.

Αγνοια και ανησυχία

Η άγνοια των επιστημόνων σχετικά με τον ιό εκείνες τις ημέρες ήταν δραματική. Παρά το γεγονός ότι η μετάδοσή του από άνθρωπο σε άνθρωπο ήταν δεδομένη (είχαν εντοπιστεί κρούσματα σε οικογένειες, όπου η νόσος είχε μεταδοθεί από τον ασθενή στους συγγενείς που είχαν τη φροντίδα του), ο τρόπος μετάδοσης δεν ήταν ξεκάθαρος. Ομοίως, δεν ήταν γνωστό αν ένας φορέας μπορούσε να είναι μολυσματικός ενώ δεν εμφάνιζε ο ίδιος συμπτώματα. Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει και εκεί έγκειται και η ικανότητα του ιού να εξαπλώνεται ταχύτατα.

Μη γνωρίζοντας τα παραπάνω, οι επιστήμονες δεν μπορούσαν να υπολογίσουν πόσο επικίνδυνος ήταν ο ιός. Με άλλα λόγια, γνώριζαν τον αριθμό των ατόμων που είχαν πεθάνει, γνώριζαν τον αριθμό των ατόμων που είχαν νοσήσει βαριά, αλλά αγνοώντας τον συνολικό αριθμό των κρουσμάτων (εκείνων δηλαδή των περιπτώσεων που περνούσαν τη νόσο «στο πόδι» ή ήταν εντελώς ασυμπτωματικοί και δεν είχαν εμφανιστεί στα νοσοκομεία) δεν μπορούσαν να υπολογίσουν τη θνητότητα του ιού (η οποία είναι το κλάσμα με ονομαστή τους θανάτους και παρονομαστή το σύνολο των κρουσμάτων). Δεν ήταν ακόμη ξεκάθαρη ούτε η προέλευση του ιού (η αρχική εντύπωση πως είχε προέλθει από τα φίδια αποδείχθηκε λανθασμένη, ενώ λίγο αργότερα φάνηκε ότι οι παγκολίνοι ήταν φορείς του ιού που ξεκίνησε την πορεία του από τις νυχτερίδες).

Πρόοδος!

Η μόνη σημαντική πρόοδος που είχε γίνει ήταν η αλληλούχιση των γονιδιωμάτων 20 δειγμάτων του ιού που είχαν απομονωθεί από ασθενείς. Η αλληλούχιση (η ανάγνωση δηλαδή της πληροφορίας του γενετικού υλικού του ιού) πραγματοποιήθηκε από κινέζους και ταϊλανδούς ερευνητές και η αλληλουχία των γονιδιωμάτων ανέβηκε σε δημόσια πλατφόρμα έτσι ώστε να είναι προσβάσιμη από όλους τους ερευνητές σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο αριθμός των ερευνητικών εργασιών που αφορούσαν τον ιό άρχισε να αυξάνεται εκθετικά, ενώ η συνεργασία μεταξύ επιστημόνων και το μοίρασμα υλικών και πληροφορίας θεωρούνται υποδειγματικά.

Επί τη βάσει της γενωμικής πληροφορίας του ιού, αλλά και άλλων παρατηρήσεων όπως η μελέτη της μορφολογίας του από ερευνητές στο Χονγκ Κονγκ, ο ιός διαπιστώθηκε ότι είναι κορωνοϊός συγγενικός με τον SARS και ονομάστηκε επισήμως SARS-CoV-2 από τη Διεθνή Επιτροπή για την Ταξινόμηση των Ιών, στις 11 Φεβρουαρίου. Την ίδια ημέρα ο ΠΟΥ έδινε όνομα και στη νόσο που προκαλεί ο ιός ονομάζοντάς την COVID-19. Η ονοματοδοσία και η κατάταξη ενός ιού επιταχύνουν τις διαδικασίες για την ανεύρεση φαρμάκων ή και εμβολίων, και πράγματι μια σειρά από ουσίες δοκιμάζονται αυτή τη στιγμή.

Στενή παρακολούθηση

Εν τω μεταξύ ο αριθμός των κρουσμάτων, μέσα και έξω από την Κίνα, ανέβαινε συνεχώς. Στις 11 Φεβρουαρίου τα κρούσματα ξεπερνούσαν τις 45.000 και οι θάνατοι τους 1.000. Τρεις ημέρες αργότερα, μια αλλαγή στα διαγνωστικά κριτήρια αύξησε δραματικά τον αριθμό των κρουσμάτων στην Κίνα, αλλά οι ειδήμονες ανησυχούσαν για την εμφάνιση του πρώτου κρούσματος στην Αφρική. Χρησιμοποιώντας μαθηματικά μοντέλα για την πρόβλεψη της εξάπλωσης της επιδημίας, ερευνητές του Ινστιτούτου Παστέρ στο Παρίσι υπολόγισαν ότι υπάρχουν ορισμένες αφρικανικές χώρες (Νιγηρία, Αιθιοπία, Σουδάν, Ανγκόλα, Τανζανία, Γκάνα και Κένυα) οι οποίες, αν και δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εισαγωγής του ιού, είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες και ευαίσθητες σε αυτόν λόγω της ασταθούς πολιτικής κατάστασης και του χαμηλού βιοτικού επιπέδου.

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, σύμφωνα με τον καταμετρητή που έχουν αναρτήσει ερευνητές του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, o συνολικός αριθμός των κρουσμάτων είναι 81.191, εκ των οποίων 78.064 στην Κίνα. Ο συνολικός αριθμός των ασθενών που έχουν αναρρώσει ανέρχεται στους 30.281, ενώ ο συνολικός αριθμός των θανάτων σε 2.768. Στη γειτονική μας Ιταλία τα κρούσματα έχουν φτάσει τα 322 και οι θάνατοι τους 10. Και βεβαίως η Ελλάδα καταγράφεται πλέον στις χώρες στις οποίες εμφανίστηκαν κρούσματα.

Ψυχραιμία!

Μπορεί εμάς να μας απασχολούν τα δικά μας, αλλά οι επιστήμονες μοιάζουν περισσότερο ανήσυχοι για την περίπτωση του Ιράν, όπου μεταξύ 139 κρουσμάτων οι θάνατοι ανέρχονται ήδη στους 19. Στην πραγματικότητα αυτό που θα ήθελαν να γνωρίζουν οι υγειονομικές αρχές είναι αν η επιδημία έχει περάσει στο σημείο κορύφωσής της και αν εμφανίζει σημάδια κάμψης. Το αισιόδοξο σενάριο που προκύπτει από τα μαθηματικά μοντέλα λέει ότι, στην Κίνα τουλάχιστον, πιθανότατα να έχει αρχίσει η κάμψη. Ισως γι’ αυτό, παρά τις δικές μας ανησυχίες, ο ΠΟΥ θεωρεί πως τα υπάρχοντα δεδομένα δεν συνηγορούν υπέρ του να θεωρηθεί ότι βιώνουμε μια πανδημία. Προς το παρόν.

Ο,τι και αν επακολουθήσει πάντως, γεγονός παραμένει πως ποτέ στο παρελθόν οι επιστήμονες δεν είχαν στα χέρια τους τα εργαλεία που διαθέτουμε σήμερα για να αντιμετωπίσουμε έναν λοιμογόνο οργανισμό. Ενα πλήθος φαρμάκων δοκιμάζεται ήδη και είναι θέμα χρόνου να βρεθούν θεραπείες. Εν αναμονή των θεραπειών όμως, η λήψη μέτρων για την πρόληψη της εξάπλωσης του ιού, σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο, παραμένει η σοφότερη επιλογή. Ας ακολουθήσουμε λοιπόν ευλαβικά τις οδηγίες των ειδημόνων (αναλυτικά στις επόμενες σελίδες), διατηρώντας πάντα την ψυχραιμία μας.

INFO

  • Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Κινεζικού Κέντρου για την Ελεγχο και την Πρόληψη Nοσημάτων, το 81% των κρουσμάτων εμφάνισε ήπια νόσο, το 14% σοβαρή, ενώ το 5% βρέθηκε σε κρίσιμη κατάσταση.
    Η ηλικιακή κατανομή των κρουσμάτων μέχρι τις 11 Φεβρουαρίου είχε ως εξής:
    Μέχρι 10 ετών: 1%
    10-19 ετών: 1%
    20-29 ετών: 8%
    30-79 ετών: 87%
    Ανω των 80 ετών: 3%
    Η συνολική θνητότητα υπολογίζεται στο 2,3% και επιμερίζεται ηλικιακά ως εξής:
    14,8% σε ασθενείς άνω των 80 ετών
    8% σε ασθενείς 70-79 ετών
    49% αφορούσε ασθενείς σε κρίσιμη κατάσταση (η πλειονότητα των οποίων εμφάνιζε συννοσηρότητες)

  • Η επιδημία COVID-19 παρουσιάζει ομοιότητες αλλά και διαφορές τόσο με το σύνδρομο SARS (2002-2003) όσο και με το MERS (2019-σήμερα). Τα συμπτώματα και των τριών νόσων περιλαμβάνουν πυρετό, βήχα και συχνά προσβολή του κατώτερου αναπνευστικού, ενώ καθίστανται επικίνδυνα στις μεγαλύτερες ηλικίες και σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν υποκείμενα νοσήματα, όπως καρδιαγγειακά, διαβήτης, καρκίνος.
    Ο ΠΟΥ ανακήρυξε λήξασα την επιδημία SARS στις 5 Ιουλίου 2003. Με 8.096 κρούσματα και 774 θανάτους σε 29 χώρες, η θνητότητά της υπολογίστηκε στο 9,6%. Η επιδημία MERS δεν έχει ακόμη ελεγχθεί: με 2.494 πιστοποιημένα περιστατικά και 858 θανάτους σε 27 χώρες, η θνητότητα της αγγίζει το 34,4%.
    Παρά το γεγονός ότι η COVID-19 εμφανίζει πολύ μικρότερη θνητότητα σε σχέση με τις SARS και MERS (υπολογίζεται στο 2,3%), έχει κοστίσει τη ζωή σε περισσότερους από 2.700 ασθενείς εξαιτίας του μεγάλου αριθμού κρουσμάτων. Με άλλα λόγια, η μεταδοτικότητα της COVID-19 είναι σαφώς μεγαλύτερη των προηγουμένων δύο ζωονόσων που οφείλονταν σε κορωνοϊούς. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ο υπολογισμός της θνητότητας για την COVID-19 μεταβάλλεται συνεχώς και διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Είναι χαρακτηριστικό ότι εντός της επαρχίας Hubei η θνητότητα υπολογίζεται στο 2,9% ενώ εκτός αυτής στο 0,4%.

Γιατί οι νυχτερίδες;

Μπορεί οι νυχτερίδες να είναι θηλαστικά (και μάλιστα τα μόνα ιπτάμενα θηλαστικά), αλλά γενετικά δεν είναι κοντινοί εξελικτικοί συγγενείς μας. Και όμως, όπως πολύ καλά γνωρίζουν  οι επιστήμονες, οι νυχτερίδες φιλοξενούν μια πληθώρα ιών οι οποίοι δυνητικά μπορούν να αποβούν ιδιαίτερα μολυσματικοί όταν προσβάλλουν τον άνθρωπο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν: ο ιός Εμπολα (ο οποίος πέρασε από τις νυχτερίδες στους γορίλες και στους χιμπατζήδες και από εκεί στους ανθρώπους), ο ιός Marburg (ο οποίος χρησιμοποίησε πιθήκους ως ενδιάμεσο ξενιστή στη διαδρομή του από τις νυχτερίδες στον άνθρωπο), οι ιοί Nipah και Hendra (με ενδιάμεσους ξενιστές χοίρους και άλογα αντιστοίχως) και φυσικά οι προηγούμενοι δύο κορωνοϊοί που προκάλεσαν επιδημίες στην πρώτη εικοσαετία του 21ου αιώνα, ο SARS και ο MERS. Ο SARS από τις νυχτερίδες πέρασε στους ανθρώπους το 2003 μέσω της ασιατικής μοσχογαλής, ενώ ο MERS, το 2009, χρησιμοποίησε ως ενδιάμεσο ξενιστή του καμήλες.

Πού οφείλεται λοιπόν η ιδιαίτερη δυναμική των προερχόμενων από τις νυχτερίδες ιών, η οποία είναι τέτοια ώστε να τους επιτρέπει να παραμένουν μολυσματικοί ακόμα και όταν έχουν περάσει από έναν ενδιάμεσο ξενιστή προτού φτάσουν σε εμάς; «Στο γεγονός ότι έχουν προηγουμένως περάσει τη βάσανο της φυσικής επιλογής στην οποία τούς υποβάλλει το ανοσοποιητικό σύστημα των νυχτερίδων» λένε αμερικανοί ερευνητές του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας οι οποίοι προσφάτως δημοσίευσαν σχετική μελέτη στην επιθεώρηση eLife.

Χαρακτηριστικό εύρημα της μελέτης αυτής είναι η μεγάλη ταχύτητα αντίδρασης του ανοσοποιητικού συστήματος των νυχτερίδων, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός απροσπέλαστου φράγματος για τους ιούς. Καθώς οι ιοί δεν μπορούν να πολλαπλασιαστούν παρά μόνο αφού εισέλθουν στο εσωτερικό των κυττάρων του ξενιστή τους (όπου σαν να ήταν αεροπειρατές καταλαμβάνουν στρατηγικά κυτταρικά συστήματα και τα καθοδηγούν στη σύνθεση των δικών τους πρωτεϊνών και του δικού τους γενετικού υλικού), ο μόνος τρόπος που έχουν οι ιοί που προσβάλλουν νυχτερίδες να επιβιώσουν είναι να ξεπεράσουν σε ταχύτητα το ισχυρό αυτό ανοσοποιητικό σύστημα. Με άλλα λόγια, κάθε ιός που φιλοξενείται από τις νυχτερίδες είναι ιός που μπορεί να πολλαπλασιάζεται πολύ γρήγορα, ιδιότητα την οποία οι ιοί φαίνεται να διατηρούν στο ακέραιο ακόμα και όταν αλλάζουν ξενιστή.

Αν στα παραπάνω προστεθεί και το δεύτερο εξίσου σημαντικό εύρημα των αμερικανών επιστημόνων, σύμφωνα με το οποίο οι νυχτερίδες ενεργοποιούν έναν ισχυρότατο αντιφλεγμονώδη μηχανισμό εναντίον των ιών χωρίς οι ίδιες να κινδυνεύουν από αυτόν (όπως γίνεται στην περίπτωση των ανθρώπων, όπου η υπερενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος οδηγεί σε εμφάνιση αυτοάνοσων νοσημάτων, ενώ σε οξείες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε πολυοργανική ανεπάρκεια και θάνατο), γίνεται εύκολα κατανοητό ότι όποιος ιός έχει «εκπαιδευθεί» να επιβιώνει στο ανοσοποιητικό σύστημα των νυχτερίδων είναι άριστα εξοπλισμένος για μετάδοση σε άλλα θηλαστικά με λιγότερο ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα, του ανθρώπου συμπεριλαμβανομένου.