Τα μωρά τα οποία μεγαλώνουν σε δίγλωσσο περιβάλλον έχουν την ικανότητα να εναλλάσσουν με μεγαλύτερη ταχύτητα το κέντρο της προσοχής τους σε σύγκριση με αυτά που μεγαλώνουν σε περιβάλλον όπου ομιλείται κατά κύριο λόγο μία γλώσσα. Αυτό κατέδειξε έρευνα επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο Άνγκλια Ράσκιν στην Αγγλία, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Royal Society Open Science».

Παρακολουθώντας το βλέμμα

Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν για την έρευνά τους μία τεχνική η οποία καταγράφει υπολογιστικά την πορεία του βλέμματος των συμμετεχόντων. Με την τεχνολογία αυτή παρακολούθησαν το βλέμμα 102 παιδιών ηλικίας μεταξύ εφτά και εννέα μηνών καθώς αυτά κοιτούσαν δύο διαφορετικές φωτογραφίες. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα παιδιά τα οποία μεγαλώνουν σε περιβάλλον όπου ομιλούνται δύο γλώσσες, άλλαζαν συχνά το κέντρο της προσοχής τους από τη μία φωτογραφία στην άλλη, σε αντίθεση με τα παιδιά τα οποία μεγαλώνουν σε περιβάλλον όπου ομιλείται μία γλώσσα, τα οποία αφιέρωναν περισσότερο χρόνο στη παρατήρηση μίας φωτογραφίας πριν μεταπηδήσουν στην άλλη. Επιπλέον, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι όταν μία νέα φωτογραφία έμπαινε στο κάδρο παρατήρησης  τα παιδιά τα οποία προέρχονται από δίγλωσσο περιβάλλον επικέντρωναν κατά 33% πιο γρήγορα την προσοχή τους στην καινούρια φωτογραφία.

Πιο απαιτητική η προσαρμογή

Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, τα αποτελέσματα αυτά καταδεικνύουν ότι τα μωρά τα οποία μεγαλώνουν σε περιβάλλον όπου ομιλούνται δύο γλώσσες εξερευνούν με γρηγορότερο ρυθμό στοιχεία του περιβάλλοντός τους. «Το δίγλωσσο περιβάλλον αποδεικνύεται σε πολλές περιπτώσεις πιο σύνθετο σε σχέση με αυτό όπου ομιλείται μία γλώσσα. Ως εκ τούτου, η μάθηση σε τέτοιου είδους περιβάλλον γίνεται πιο απαιτητική» σημείωσε σε σχετικές της δηλώσεις η λέκτορας Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Άνγκλια Ράσκιν Ντιν Σούζαν, συμπληρώνοντας ότι «τα αποτελέσματα της έρευνας υποδεικνύουν ότι τα παιδιά τα οποία μεγαλώνουν σε αυτό το σύνθετο δίγλωσσο περιβάλλον προσπαθούν να προσαρμοστούν αφομοιώνοντας συνεχώς καινούριες πληροφορίες». Η συμπεριφορά αυτή βοηθάει τα παιδιά, παραδείγματος χάριν, να στρέφουν άμεσα την προσοχή τους από ένα παιχνίδι στο στόμα ενός ενήλικα ώστε να συνδυάσουν έναν άγνωστο ήχο τον οποίο ακούν με την κίνηση των χειλιών.

Οι ερευνητές προσπαθούν τώρα να κατανοήσουν εάν η ικανότητα γρήγορης εναλλαγής του κέντρου της προσοχής την οποία έχουν τα εν λόγω παιδιά αντανακλάται σε πτυχές συμπεριφοράς της ενήλικης ζωής τους.