Στις 28  Οκτωβρίου  γιορτάσαμε,  όπως  κάθε χρόνο,  την επέτειο του ιστορικού  ΟΧΙ, με το οποίο   το 1940 ο   πρωθυπουργός  της χώρας  απέρριψε   την  απαίτηση του Μουσολίνι,  που του μετέφερε  χαράματα  στο σπίτι του  ο  Ιταλός πρέσβης  , να  μεταβληθεί η Ελλάδα σε  προτεκτοράτο  της  Ιταλίας .Τότε  ο Μεταξάς  ρώτησε τον Ιταλό: «Δηλαδή, έχουμε  πόλεμο; » Κι  αυτός  απάντησε καταφατικά.  Αυτή η στιχομυθία   πέρασε  στην ιστορία  ως «ΟΧΙ».

Η επίσκεψη του πρέσβη  στην οικία του  Έλληνα  πρωθυπουργού, ουδόλως  αιφνιδίασε  ή τρόμαξε τον Μεταξά,  γιατί  ο πόλεμος  στην  Ευρώπη βρισκόταν  ήδη σε  πλήρη έξαρση   και  διήνυε τον 14ο  μήνα. Η Ελλάδα  περίμενε  μιαν επίθεση εναντίον της  και γι’ αυτό είχε  προετοιμασθεί κατάλληλα. Μάλιστα  είχε  κατασκευάσει   και τα ισχυρά  οχυρά  «Μεταξά»  στα  σύνορα  Σερβίας και Βουλγαρίας,  όπου  τον Απρίλη του 1941 ο  στρατός μας πολέμησε σκληρά  τους εισβολείς  Γερμανούς.

Έτσι,  η μικρή Ελλάδα  κατόρθωσε στα βουνά της Ηπείρου, όχι μόνο να  σταματήσει, αλλά  και να  κατατροπώσει   την  κραταιά  Ιταλία.  Γεγονός, που κατενθουσίασε  τους δυτικούς λαούς, γιατί  ήταν  η πρώτη  ήττα των δυνάμεων του Άξονα. Τότε ο  Τσώρτσιλ  είπε το περίφημο : «Μέχρι τώρα  λέγαμε  πως  οι  Έλληνες πολεμούν  ως  ήρωες. Του λοιπού θα  λέμε  πως οι ήρωες  πολεμούν σαν Έλληνες».

Η ιστορία  της χώρας  μας είναι γεμάτη με τέτοιους   θριάμβους, αλλά   και ήττες.  Το  λυπηρό όμως της υπόθεσης  είναι  ότι οι άνθρωποι  μετά  τόσους και τόσους πολέμους, ιδιαίτερα  τον Β΄  Παγκόσμιο   Πόλεμο,  κατά τον οποίο  οι νεκροί έφτασαν τα 60 εκατομμύρια,  δεν έβαλαν μυαλό  και ακόμη αλληλοσκοτώνονται. Μάλιστα  η  Σοβιετική  Ένωση  κατασκεύασε το 1962  τη  «Βόμβα  του Τσάρου», η  οποία έχει 15  φορές περισσότερη δύναμη από όλα τα πυρομαχικά,  που  έπεσαν στον  Β΄ Παγκ/ Πόλεμο  και    μόνο  μια τέτοια  βόμβα  μπορεί να καταστρέψει  όλο  τον κόσμο. Το αστείο δε είναι   ότι  αυτή τη στιγμή η  Ελλάδα  με τον έναν ή  άλλο τρόπο ετοιμάζεται   πάλι να πολεμήσει, τους  άσπονδους γείτονές μας,  που καθημερινά μας  απειλούν  και ακονίζουν  τα μαχαίρια τους.

Οι  παρελάσεις  των εθνικών εορτών

 

Στις  εθνικές   εορτές  της 28ης  Οκτωβρίου  και τις 25ης  Μαρτίου οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας  παρελαύνουν  τη μια φορά στη Θεσσαλονίκη  και την άλλη  στην Αθήνα.

Το νόημα των στρατιωτικών παρελάσεων  είναι  ότι θέλουμε  να δείξουμε  στους  υποτιθέμενους  και πραγματικούς μας εχθρούς, πόσο δυνατοί και εξοπλισμένοι  είμαστε .

Βέβαια  στα ολοκληρωτικά καθεστώτα οι παρελάσεις  είχαν  και  το νόημα  του εντυπωσιασμού   και εκφοβισμού του εγχώριου λαού.

Παράλληλα  όμως  με τη στρατιωτική παρέλαση , είθισται  να παρελαύνουν κι οι μαθητές των δημοτικών σχολείων και της Μέσης Εκπαίδευσης. Αυτή η συνήθεια  ξεκίνησε  ήδη από τον 19ο αιώνα, όταν η Ελλάδα  ήταν μόνο  2,5  εκατομμύρια    άνθρωποι και απειλείτο  από μύριους δυο εχθρούς. Έτσι στα  σχολεία  γυμναστές  αρχικά  ήταν λοχίες,  που προετοίμαζαν  τα παιδιά για το στρατό. Ως  εκ τούτου σκοπός  της παρέλασης  ήταν  να προετοιμαστούν  οι  επερχόμενοι νέοι   για την  υπεράσπιση της πατρίδας  και  οι εχθροί μας να δουν ότι είμαστε  ένα ακμαίο  και σφριγηλό  έθνος. Τα χρόνια βέβαια  πέρασαν  και άλλαξαν οι συνθήκες του πολέμου, αλλά η μαθητική  παρέλαση  παρέμεινε λίγο  πολύ στο  πνεύμα  της παλαιάς εποχής.

Οι  αντιλήψεις  των νέων

 

Κάποτε  ο εθνικισμός των  ανθρώπων ήταν πολύ ισχυρός  κι ο κάθε  ξένος  θεωρείτο,  ως εχθρός . Στο δεύτερο ήμισυ  του 20ου αιώνα  τα πράγματα με τα τεχνολογικά μέσα  και τον τουρισμό  άλλαξαν. Πάμε σε άλλες χώρες, βλέπουμε άλλους  ανθρώπους  που δεν  διαφέρουν από εμάς  και έρχονται στη χώρα  μας τόσοι και τόσοι τουρίστες  που είναι  όλοι  καλοδεχούμενοι. Προσωπικά έζησα το εξής περιστατικό : το 1962 βρισκόμουν ως φοιτητής στο Αμβούργο της Γερμανίας  κι  έμενα  στο σπίτι μιας ηλικιωμένης  κυρίας,  που είχε χάσει τον άντρα της στον πόλεμο. Μετά από λίγο καιρό μου λέει : «Κύριε  Θόδωρε,  δεν ήξερα  ότι οι Έλληνες  είναι σαν κι εμάς».

Κατά  συνέπεια  ο  εθνικισμός – σωβινισμός   ξεπεράστηκε,  γιατί  οι  άνθρωποι  ήρθαν κοντά  και διαπίστωσαν  πως  όλοι μας, έχουμε τις  ίδιες  έγνοιες  και  τις ίδιες  ανάγκες.

Ως  εκ τούτου σήμερα  τα παιδιά μας ,  οι νέοι μας  δεν είναι όπως ήμασταν κάποτε  εμείς. Μάλλον έχουν πάει εντελώς  στην άλλη μεριά  και αδιαφορούν  για  την Ελλάδα. Σήμερα  έχουν άλλα  ιδανικά. Ενδιαφέρονται κύρια για την καλοπέραση  και τη διασκέδαση,  παρά για τα προβλήματα  της κοινωνίας  μας.

Βέβαια, γι’  αυτήν την κατάσταση φταίμε εμείς,  οι μεγαλύτεροι, καθόσον βασική αρχή της Παιδαγωγικής   είναι  ότι  η παλιά γενιά οφείλει να εισάγει τη  νέα στην κοινωνία  σωστά, δηλαδή  με ικανότητες,  αρχές  και κανόνες.  Εδώ  διαπιστώνει κανείς ότι εμείς  οι ηλικιωμένοι   δεν τα πάμε   ιδιαίτερα  καλά.  Σε ερώτηση νέων ποιος  είπε το ΟΧΙ,  πολλοί  λένε  «ο  Κολοκοτρώνης».

Επίσης  στα  σημερινά   προβλήματα  του ελληνικού λαού, ο  οποίος   έχει φορτωθεί  το κολοσσιαίο χρέος,  που θα το κουβαλούν  όχι μόνο τα εγγόνια μας, αλλά  και τα δισέγγονά μας, οι νέοι μας, αν και  πήραν  δικαίωμα ψήφου στα 17 τους χρόνια,  δεν έχουν ιδέα περί τίνος πρόκειται.

Επειδή  τελευταία, στην Ευρώπη τουλάχιστον ο εθνικισμός  έχει μια  έξαρση,  και το οικονομικό χρέος μας  δεν μικραίνει, αλλά μάλλον μεγαλώνει, έχω  να κάνω δυο   προτάσεις :

  • Οι  μαθητές του Λυκείου, που κάνουν τις πενθήμερες εκδρομές, μια ή δυο απ’ αυτές  να αφιερωθούν για  επίσκεψη στους τόπους, που  έγραψαν τις ηρωικές σελίδες οι πρόγονοί τους. Δηλαδή, μια φορά  στην Πελοπόννησο  και μια φορά στην Ήπειρο και Μακεδονία. Ταυτόχρονα οι δάσκαλοί τους  θα τους εξηγούν τα δραματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα   και το πώς πολέμησαν οι παππούδες τους,  για να είναι σήμερα αυτοί ελεύθεροι.
  • Οι μαθητές του Λυκείου,  καθώς  κι οι φοιτητές  της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οφείλουν   μια φορά  το μήνα,  ένα Σάββατο,  μέχρι το μεσημέρι, να  προσφέρουν εθελοντική δουλειά  στο δημόσιο. Στην  τραγική  οικονομική κατάσταση που είναι η Ελλάδα, οφείλουμε  να προσφέρουμε όλοι  μας.