Ο πολιτισμός ενός λαού κρίνεται από την διαχείριση που γίνεται στην Υγεία και την Παιδεία, τους δυο πυλώνες της ανάπτυξης. Διαμαρτυρόμαστε όταν διαπιστώνουμε ότι οι προσπάθειες βελτίωσης δεν είναι στοχευμένες και δεν ολοκληρώνονται, ότι οι επόμενοι καταργούν ό τι καλό έχουν κάνει οι προηγούμενοι. Παρομοιάζω κάθε εγχείρημα που έχει ως προμετωπίδα το «εμείς θα τα κάνουμε καλύτερα» με το λίθο του Σισύφου ή με τους πίθους χωρίς πάτο των Δαναΐδων.
Ωστόσο «οὐδείς προφήτης ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ». Μεμψιμοιρούμε για τα μεμονωμένα περιστατικά αλλά αδυνατούμε να δούμε και να αποτιμήσουμε συνολικά μια κατάσταση. Προφανώς μεμψιμοιρούμε επειδή ασκούμε το εθνικό άθλημα της γκρίνιας ως πολύ κοντινό, πολύ βολικό και προπάντων με το αζημίωτο. Τα Δημόσιο δεν είναι Ιδιωτικό και δεν κινδυνεύουμε με απόλυση!
Αλλά κάθε σύστημα δεν είναι μόνο αριθμοί και σχέδια επί χάρτου. Υπάρχουν και οι άνθρωποι που του δίνουν νόημα και αξία. Αυτοί το κρατάνε όρθιο σε πείσμα της οικονομικής κρίσης. Βέβαια τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα πριν από την κρίση αλλά τώρα έχουμε ένα άλλοθι για την κάθε κακοδαιμονία μας!
Όταν βρίσκεται κάποιος στον Ευαγγελισμό, σε ημέρα εφημερίας, έχει την αίσθηση ότι διεξάγεται «πόλεμος», όπως, εύστοχα, την έχει αποκαλέσει γιατρός!
Από την εμπειρία μου στην Ε’ Παθολογική, υπάρχουν θάλαμοι τρίκλινοι αλλά και θάλαμοι εξάκλινοι. Τα περιστατικά και οι ηλικίες είναι ανακατεμένα χωρίς διάκριση και, σαν να μην φθάνει αυτό, προστίθενται και δυο-τρία φορεία σε κάθε θάλαμο. Μόλις βρεθεί κρεβάτι έρχεται άλλο φορείο και έτσι δεν αδειάζουν ποτέ με αποτέλεσμα να γίνονται οκτάκλινοι και εννιάκλινοι. Συνοδοί, αποκλειστικές και επισκέπτες, διαφημιστές αποκλειστικών νοσηλευτριών, ορθοπεδικών υλικών, ασθενοφόρων, κουρείς και μικροπωλητές μπαινοβγαίνουν συνέχεια, κουραστικά, χωρίς διάκριση και χωρίς έλεγχο. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές μπαινοβγαίνουν για την κάθε περίπτωση ξεχωριστά με αποτέλεσμα, τα πρωϊνά, οι συνοδοί να είναι μονίμως στο διάδρομο…
Ωστόσο μέσα σε αυτόν τον πανικό, το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Υπάρχει μια διαρκής ροή ενημέρωσης από τους προηγούμενους στους επόμενους –χωρίς να χρειαστεί η παρεμβολή του συνοδού για να υπενθυμίσει ή να ρωτήσει- υπάρχει ευμενής και φιλική διάθεση προς τον ασθενή και τους οικείους του, υπάρχει προθυμία περαιτέρω διευκρινίσεων. Το προσωπικό σέβεται τον ασθενή και τους οικείους του και αυτό αποτελεί μια αιτία και αφορμή ώστε και αυτοί να σεβαστούν το προσωπικό.
Η αποστροφή στους ασθενείς γίνεται στον πληθυντικό και σε μια μόνο περίπτωση άκουσα, με ύφος, είναι αλήθεια –αλλά προφανώς το δικαιολογούσε η κυριακάτικη εργασία- το βαριεστημένο «Μην ανησυχείς, καλή μου! »
Κάθε επάγγελμα έχει τις απαιτήσεις του. Αλλά επαγγέλματα που καταπραΰνουν τον ανθρώπινο πόνο είναι λειτουργήματα. Και τα λειτουργήματα προϋποθέτουν αυταπάρνηση. Δύσκολο να το ομολογούμε σε μια εποχή κατ’ εξοχήν υλιστική και χρησιμοθηρική. Ο ασθενής, ιδιαίτερα όταν είναι μεγάλης ηλικίας, «αποτίθεται» –με ανακούφιση, από τους οικείους του, στα επείγοντα- και μετά ξεχνιέται!. Και μένει στους γιατρούς και τους νοσηλευτές να διαχειριστούν αυτό το κομμάτι… Και το κάνουν με πολλή ενσυναίσθηση.
Θέλω λοιπόν να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό της Ε’ Παθολογικής Κλινικής του Ευαγγελισμού, στον εποπτεύοντα γιατρό κ. Δημήτρη Μίντζια και στους ειδικευόμενους γιατρούς κ. Παναγιώτη Ευαγγελινέλη και Ηλία Πρεμέτη για τον εξαιρετικό τρόπο με τον οποίο νοσήλευσαν τον γιο μου Τρύφωνα, με φροντίδα, σεβασμό και διακριτικότητα, λόγω και του νεαρού της ηλικίας του.
Θέλω επίσης να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στον κ. Αδαμόπουλο, προϊστάμενο στο Γραφείο Κίνησης επειδή έτεινε «εὐήκοον οὖς» σε κάποιο δίκαιο αίτημά μου, δεν με απέπεμψε ούτε βρήκα, ποτέ, κλειστή την πόρτα του γραφείου του.
Θέλω επίσης να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό της Μ.Ε.Θ. του Κωνσταντοπούλειου Νοσοκομείου «Ἁγία Ὀλγα» για την επιστημοσύνη τους σχετικά με τη νοσηλεία του Τρύφωνα αλλά και την καθημερινή διεξοδική ενημέρωση που μας παρείχαν, αδιακρίτως και ακούραστα.
Έχουμε καλά δημόσια νοσοκομεία. Καλό είναι να μην πέφτει όλος ο φόρτος σε ένα ή σε λίγα μόνο νοσοκομεία στην Αθήνα και σε μια – δυο μεγάλες πόλεις γιατί, στα πλαίσια του ανθρωπίνως δυνατού, μπορεί να γίνουν λάθη μοιραία για τη ζωή του ασθενούς που θα οφείλονται στην κόπωση και την ανάγκη να εξυπηρετηθούν όσο γίνεται πιο πολλά περιστατικά στον ελάχιστο χρόνο! Τόσο περιθώριο αφήνει η «άνωθεν διαχείριση» στα εφημερεύοντα νοσοκομεία και στα επείγοντα περιστατικά! Καμιά φορά ο συνοδός του ασθενούς για να διευκολύνει την κατάσταση κάνει κάποια βοηθητική δουλειά, εν αγνοία των συνεπειών που μπορεί αυτή να έχει, με κίνδυνο να αποβεί ολέθρια, παρά την καλή του προαίρεση…
Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να αναπτυχθούν, να εξοπλιστούν και να διαφημιστούν τα περιφερειακά νοσοκομεία που υπολειτουργούν και να ασκηθεί μια πολιτική κατεύθυνσης των πολιτών και αλλού. Αλλά πώς να εξοπλιστούν τα περιφερειακά νοσοκομεία, όταν η λογική του «όλα τζάμπα» διακατέχει το σύνολο των πολιτευομένων και των ψηφοφόρων τους;
Το σύστημα χρειάζεται τροφοδότηση. Η οικονομική συμμετοχή των πολιτών που «απαιτούν» – χωρίς να υπολογίζουν και τις δικές τους ευθύνες- τις υπηρεσίες των νοσοκομείων είναι επιβεβλημένη και αν οι πολιτικοί νομίζουν ότι το σύστημα θα στηριχτεί χωρίς να αιμοδοτείται είναι γελασμένοι… Το σύστημα θα καταρρεύσει, αν δεν έχει ακόμα καταρρεύσει, και μάλιστα για όλους εμάς που το αιμοδοτούσαμε όλα αυτά τα χρόνια. Στην λαϊκιστική πρόθεση να έχουν πρόσβαση στα νοσοκομεία δυόμισι εκατομμύρια πολίτες -Ἐλληνες, Αλβανοί και συγγενείς από την Αλβανία, αλλοδαποί, πρόσφυγες, μετανάστες και Ρομά – στο τέλος, δεν θα έχει κανείς πρόσβαση σε αυτά… . Χρηματοδοτούμε ανελλιπώς ένα σύστημα που δεν είναι ανταποδοτικό επειδή από την πίσω πόρτα εισβάλλουν όλοι εκείνοι που, συνειδητά, δεν έχουν συμβάλει στη διατήρησή του.
Αλλά «ἀνάγκᾳ και θεοί πείθονται», έλεγε ο Ευριπίδης…Μελλοντικά θα αναγκαστούμε να βάλουμε βαθιά το χέρι στην τσέπη και αυτό έχει ήδη αρχίσει…
Για όσους απολαύουν δωρεάν παροχής ιατροφαρμακευτικής και νοσηλευτικής φροντίδας αυτό πρέπει να γίνεται με κριτήρια και να υποχρεούται ο φορολογούμενος να καταβάλλει την δαπάνη αν δεν είναι ασφαλισμένος και έχει την οικονομική δυνατότητα. Άλλωστε οι χρεώσεις στα δημόσια νοσοκομεία είναι πολύ χαμηλές!
Συμπέρασμα : Δεν είναι μόνο το κεντρικό σημείο στο οποίο βρίσκεται ο Ευαγγελισμός που κάνει τους πολίτες να το προτιμούν. Είναι όλη η περιρρέουσα ατμόσφαιρα που το κάνει πιο φιλικό.
Υ.Γ. Την επιστολή έγραψα για να εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες -τις δικές μου και του συζύγου μου- για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός -Ε’Παθολογική- και στη Μ.Ε.Θ του Αγία Όλγα τον γιο μας Τρύφωνα.
Χαρίκλεια Μυττά-Κακαϊδή