Ηπρώτη γενικευμένη διαπίστωση σοβαρών δεξαμενών σκέψης παγκοσμίως είναι ότι και την οικονομική κρίση της δεκαετίας του ’70 και την πολύ χειρότερη και βαθύτερη σημερινή κρίση πλήρωσαν οι δυνάμεις της εργασίας. Οχι μόνο με την πτώση των μισθών, των ημερομισθίων, αλλά και με τη ραγδαία κατάργηση του εργασιακού πολιτισμού αιώνων. Και όταν λέμε δυνάμεις της εργασίας, συμπεριλαμβάνουμε και τους εν δυνάμει εργαζομένους, τους ανέργους.
Οι άνθρωποι που έχασαν τη δουλειά τους στα χρόνια της κρίσης ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο και οι προοπτικές να ενταχθούν σύντομα στην αγορά εργασίας περιορίζονται διαρκώς, καθώς η χώρα μας μπαίνει όλο και βαθύτερα στην ύφεση. Εν μέσω της πολιτικής αβεβαιότητας και της ανασφάλειας, οι επενδυτές έχουν διαγράψει τουλάχιστον σε αυτή τη φάση την Ελλάδα και τοποθετούν σε άλλες χώρες τα κεφάλαιά τους.
Οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη διαρκώς περιορίζονται προς τα κάτω και οι προβλέψεις για την οικονομία είναι δυσοίωνες. Ετσι όμως το όνειρο για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας εκμηδενίζεται. Οι σπουδαγμένοι νέοι μας –και όχι μόνον αυτοί –προτιμούν να φύγουν από τη χώρα, αφού δεν πρόκειται στο ορατό μέλλον να βρουν θέση εργασίας αντάξια ή παραπλήσια των σπουδών τους. Αν δε ληφθεί υπόψη ότι για τις μικρές χώρες το ανθρώπινο, τεχνικό κ.ά. προσωπικό είναι κυρίαρχος μοχλός ανάπτυξης, τότε συμπεραίνουμε ότι με αυτή τη φυγή η χώρα στερείται του κυριότερου αναπτυξιακού της πόρου.
Αλλά από αυτή τη φυγή προκύπτει και ένα άμεσο και ολέθριο οικονομικό αποτέλεσμα που έχει ταυτόχρονα και μεσοπρόθεσμες διαστάσεις: από τη μία οι νέοι με τα υψηλά προσόντα που φεύγουν «μεταφέρουν» ταυτοχρόνως και τις δημόσιες και ιδιωτικές δαπάνες σπουδών του κράτους και των οικογενειών τους, που για κάθε εγκέφαλο, με τους μετριότερους υπολογισμούς, ανέρχονται στις 100 – 150 χιλιάδες ευρώ. Από την άλλη, στελεχώνουν με τα προσόντα τους ξένες ανταγωνιστικές οικονομίες στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα υποβαθμίζοντας περαιτέρω την παραγωγικότητα της εργασίας στη χώρα τους αφήνοντάς τη στην ανειδίκευτη συχώριων και μεταναστών εργαζομένων, μειωμένων έναντι αυτών, προσόντων.
Αν δεν ξεκινήσει άμεσα σοβαρή προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας με κίνητρα για επενδύσεις σε σταθερό φορολογικό πλαίσιο, ποτέ δεν θα υπάρξουν βάσιμες ελπίδες για επιστροφή στην ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας ώστε οι νέοι μας να έχουν προοπτική στη χώρα τους.
Η κυρία Γεωργία Μπόκα είναι εργασιακή σύμβουλος, τομέας εργασίας της ΝΔ.