Βερολίνο

Ήταν προσκλητήριο ιδιαίτερου τύπου. Έστω και για μια στιγμή, όσο κράτησε η εκφώνηση των ονομάτων τους, ήταν όλες και όλοι τους εκεί, τα 290 άτομα από την Ελλάδα, κυρίως γυναίκες, που κρατούνταν από το 1941 έως το 1945 φυλακισμένοι στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ράβενσμπρουκ.

Οι 50 περίπου Έλληνες, που συμμετείχαν την Κυριακή στην τελετή για την 71η επέτειο της απελευθέρωσης του στρατοπέδου από τον σοβιετικό Κόκκινο Στρατό (17 Απριλίου 1945) επιβεβαίωναν την αόρατη παρουσία των κρατουμένων απαντώντας, αντ΄ αυτών, στην εκφώνηση κάθε ονόματος, απαντώντας με μια φωνή «παρούσα» ή «παρόν».

Έτσι ανταποκρίθηκαν στην έκκληση της Μπέτυ Βακαλοπούλου, μιας από τις λίγες κρατούμενες που ζούνε ακόμα, να κρατήσουν ανεξάλειπτη τη μνήμη τους. «Αδέλφια μας, δεν σας ξεχνάμε!» ήταν και το βασικό μήνυμα μιας αναμνηστικής πλάκας, που τοποθετήθηκε στην εξωτερική πλευρά του τείχους του στρατοπέδου δίπλα σε παρόμοιες πλάκες άλλων χωρών.

Τα αποκαλυπτήρια της από τον αναπληρωτή υπουργό εξωτερικών Νίκο Ξυδάκη δεν είχε τίποτα το «μελό». Οι παρευρισκόμενοι τραγούδησαν δυο τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη και του Ιάκωβου Καμπανέλλη από τον κύκλο Μάουτχάουζεν, καθώς και το «Ξεκινά μια ψαροπούλα» – το αγαπημένο τραγούδι των γυναικών κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού τους. Από ψεύτικη επίδειξη και πάθος, ούτε ίχνος.

Το πάθος, αντίθετα, δεν έλειψε από τον λόγο που έβγαλε ο κ.Ξυδάκης στην κεντρική τελετή, που προηγήθηκε των αποκαλυπτηρίων. Αυτός άρχισε με «την παρακαταθήκη που άφησε ο Αρχαίος Ελληνικός Πολιτισμός στην Ιστορία, (που) είναι συνυφασμένη με την έννοια του Ανθρώπου», και η οποία δεν αποκλείει, αλλά τον συμπεριλαμβάνει τον ξένο, και αποκορυφώθηκε στη διαπίστωση, ότι η δικαίωση των τότε θυμάτων μπορεί να είναι σήμερα «μόνο αποτέλεσμα μιας πολιτικής στάσης προσώπων, κυβερνήσεων και θεσμών που στο επίκεντρό της έχει τον Άνθρωπο και όχι το κέρδος».

Για το γεγονός ότι η κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει ο ίδιος κάνει σήμερα το ακριβώς αντίθετο, κατασκευάζει δηλαδή τόπους κράτησης των προσφύγων στα ελληνικά νησιά στην Τουρκία, τους οποίους «επαναπροωθεί» κατόπιν στην Τουρκία, ούτε κουβέντα.

Δυο άλλα στοιχεία έκαναν αίσθηση στις χθεσινές εκδηλώσεις του Ράβενσμπρουκ: Πρώτον, η εθνικιστική επίδειξη της πολωνικής αντιπροσωπείας, που ανταποκρινόταν στην πολιτική της νέας αυταρχικής κυβέρνησης στη Βαρσοβία. Παράδειγμα, η παρουσία παραστρατιωτικών μονάδων που εκπαιδεύονται μεταξύ άλλων σε ένα γυμνάσιο πολωνών «εμιγκρέδων» στο Βερολίνο, ανώτατων εκπροσώπων της πολωνικής εκκλησίας, καθώς και δεκάδων καλογριών, που ανέμιζαν πολωνικές σημαίες.

«Πέρσι ήταν πολύ χειρότερα» έλεγε εκπρόσωπος της διεύθυνσης του στρατοπέδου. «Οι παραστρατιωτικές μονάδες είχαν κατεβάσει ολόκληρη ορχήστρα με τύμπανα, που έκαναν ανάστατο τον χώρο». Φέτος, ύστερα από διαμαρτυρίες της διεύθυνσης, περιορίστηκαν σε ένα τυμπανιστή, που ήταν αρκετός όμως για να χαλάσει την ατμόσφαιρα κατάνυξης που επικρατούσε στις άλλες αντιπροσωπείες.

Το δεύτερο στοιχείο ήταν η έντονη παρουσία φεμινιστικών οργανώσεων, οι οποίες έχουν επιλέξει το Ράβενσμπρουκ ως το σύμβολο της καταπίεσης των γυναικών – των λεσβίων, αλλά των πολιτικών κρατουμένων. Το φαινόμενο είναι σχετικά νέο, δεδομένου ότι μέχρι πριν 10-15 χρόνια η ιστορία των στρατοπέδων συγκέντρωσης ήταν μια αντρική ιστορία. Το Ράβενσμπρουκ, που ήταν σε πρώτη

γραμμή στρατόπεδο συγκέντρωσης για γυναίκες, προσφέρεται όσο κανένα άλλο ως σύμβολο, αλλά και ως τόπος έρευνας της γυναικείας υποδούλωσης. Οι ερευνήτριες έχουν αναδείξει, μεταξύ άλλων, το γεγονός, ότι το στρατόπεδο αυτό ήταν ο κύριος χώρος για την «αναγκαστική πορνεία»: Εκεί γινόταν η επιλογή των γυναικών, που προσφέρονταν, σαν ένα είδος «αναγνώρισης», ως πόρνες στους «καλούς» κρατουμένους στα άλλα γερμανικά στρατόπεδα, σε εκείνους δηλαδή που υπηρετούσαν ως Kapo (επιστάτες), ή ήταν άλλου είδους συνεργάτες τους ναζί. Ταυτόχρονα διερευνούν και άλλες σκοτεινές πτυχές των στρατοπέδων συγκέντρωσης, για παράδειγμα την ομοφοβία, που ήταν πλατιά διαδεδομένη και ανάμεσα στα θύματα. «Φέτος υπήρξε ρεκόρ συμμετοχής των φεμινιστικών οργανώσεων» έλεγε εκπρόσωπος της διεύθυνσης. Κι αυτό ήταν παντού εμφανές, όχι μόνο χάρη στα πολυάριθμα φεμινιστικά πανό, αλλά και στην έντονη, αν και μάλλον σιωπηλή παρουσία των φεμινιστριών.

Ένα δείγμα αυτής τέτοιας παρουσίας: Στεφάνια και αναμνηστικά σκεύη για λέσβιες γυναίκες, που κατά σύμπτωση, είχαν κατατεθεί δίπλα στην ελληνική «γωνιά» του τείχους. Φεμινίστριες, και δη από την Πολωνία, συμμετείχαν και στα αποκαλυπτήρια της ελληνικής αναμνηστικής πλάκας. «Πως έτσι;» ρωτήθηκε μια από αυτές. «Είναι μεγάλη ιστορία» λέει μια από αυτές. «Οι Πολωνές ήταν η μεγαλύτερη και επομένως, εκ των πραγμάτων, η ισχυρότερη ομάδα του στρατοπέδου, έφταναν τις 30.000. Συχνά δρούσαν έτσι σαν ο φύλακας-άγκελος για τις ελληνίδες κρατούμενες, που αποτελούσαν συγκριτικά μικρή ομάδα και δεν ήξεραν καμιά ξένη γλώσσα» απαντά. «Η συνεννόηση γινόταν με τα μάτια και το σώμα – και ήταν συχνά πιο καίρια από την γλωσσική».