Πρόσφατα η διεθνής συνομοσπονδία οργανώσεων κατά της φτώχειας Oxfam ανακοίνωσε ότι τη χρονιά που διανύουμε 62 δισεκατομμυριούχοι –οι 62 κορυφαίοι στη λίστα του περιοδικού «Forbes» δηλαδή –διαθέτουν τον πλούτο που μοιράζονται άλλα 3,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι –το φτωχότερο μισό του παγκόσμιου πληθυσμού. Το 2015 οι κροίσοι που συγκέντρωναν πλούτο αντίστοιχο με εκείνον που μοιράζονταν οι φτωχότεροι ήταν 80. Και πριν από δύο χρόνια ήταν 85.
«Είναι προφανές ότι ο πλούτος των εχόντων και κατεχόντων αυξάνεται με εκρηκτικό ρυθμό. Παρά τις ανησυχίες για τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις από τη θεαματική συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια μιας όλο και μικρότερης ελίτ, συνεχίζουμε να γνωρίζουμε πολύ λίγα σχετικά με το πώς και το πόσο το διαρκές άνοιγμα της εισοδηματικής ψαλίδας υπέρ του 1% των ευπορότερων κατοίκων της Γης επηρεάζει την καθημερινότητα του 99%» έγραφε στο φύλλο της Τρίτης η «Guardian».
Το άρθρο υπογράφουν ο αναπληρωτής καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Γιαν-Εμανουέλ Ντε Νέβε και ο Νικ Παουντχέβι, συνεργάτης ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης και στη London School of Economics. «Μαζί με τον Ρίτσαρντ Μπερκχάουζερ του Cornell University αποφασίσαμε να διαπιστώσουμε πώς η αύξηση του πλούτου του 1% συνδέεται –αν συνδέεται –με τη μέση ικανοποίηση για το επίπεδο ζωής ακόμα και στις περιπτώσεις που το εισόδημα των νοικοκυριών και το ΑΕΠ μιας χώρας παραμένουν σταθερά» σημειώνουν οι δύο πανεπιστημιακοί.


Διάψευση προσδοκιών

Πρώτος στόχος της έρευνας ήταν να διαπιστωθεί αν η εισοδηματική ανισότητα στην κορυφή επηρεάζει πράγματι την ικανοποίηση που νιώθουν για την καθημερινότητά τους οι ανήκοντες στη μεσαία εισοδηματική τάξη. Σύμφωνα με στοιχεία από την Παγκόσμια Βάση Δεδομένων των Πολύ Υψηλών Εισοδημάτων και διεθνείς δημοσκοπήσεις του ινστιτούτου ερευνών Gallup, συγκρίναμε το μερίδιο του φορολογητέου εισοδήματος του πλουσιότερου 1% του πληθυσμού κάθε χώρας με τα αναφερθέντα επίπεδα ικανοποίησης σε έρευνες των τελευταίων 30 ετών.
Διαπιστώσανε ότι μια αύξηση κατά 1% του φορολογητέου εισοδήματος του 1% των πολύ πλουσίων πλήττει την ικανοποίηση που νιώθουν για την καθημερινότητά τους οι υπόλοιποι πολίτες της χώρας όσο μια αύξηση της ανεργίας κατά 1,4% σε εθνικό επίπεδο.
Οι ερευνητές ερμηνεύουν τη διαπίστωση αυτή ως ένδειξη εθνικής ευημερίας ότι δεν είναι μόνο το πόσο εισόδημα διαθέτει κανείς ούτε πόσο εισόδημα διαθέτει συγκριτικά με τους συμπολίτες του, αλλά επίσης πόσο εισόδημα διαθέτει συγκριτικά με το πλουσιότερο 1% των συμπολιτών του στη χώρα. Διότι με την τόσο μεγάλη συγκέντρωση πλούτου στους πολύ λίγους, ακόμα κι αν ανήκει κανείς στην σχετικά ευημερούσα μεσαία τάξη, ορισμένα αγαθά αρχίζουν να ακριβαίνουν τόσο πολύ που γίνονται άπιαστα –ένα απ’ αυτά είναι η στέγαση.
Επιπλέον, υπάρχουν ψυχολογικοί λόγοι που συνδέουν τη μεγάλη αύξηση των εισοδημάτων των πολύ πλουσίων με τη φθίνουσα καθημερινότητα των υπολοίπων: η αύξηση του μεριδίου του εθνικού πλούτου που κατέχει το 1% των πλουσιοτέρων κάνει τους υπολοίπους να αισθάνονται ότι οι ευκαιρίες που έχουν για εισοδηματική άνοδο περιορίζονται καθώς η κορυφή απομακρύνεται.
Κοινωνική απογοήτευση

Για κάποιες ομάδες του πληθυσμού η αίσθηση αυτή είναι ιδιαίτερα έντονη. «Διαπιστώσαμε ότι εκείνοι που πλήττονται περισσότερο όσο οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι είναι οι νεότεροι στην ηλικία, οι έχοντες χαμηλότερη μόρφωση και οι έχοντες χαμηλότερα εισοδήματα. Δεν είναι σαφής η αιτία, αλλά μια εξήγηση είναι το γεγονός ότι οι ομάδες αυτές απέχουν περισσότερο από την κορυφή» σημειώνουν οι ερευνητές.
Οι τρεις επιστήμονες επιχείρησαν να καταγράψουν τις θετικές και αρνητικές συναισθηματικές εμπειρίες που δημιουργεί στους ανθρώπους η αύξηση του πλούτου του 1% των πλέον εύπορων συμπολιτών τους. Ενώ, λοιπόν, βρήκαν ότι η συγκέντρωση πλούτου στους πολύ πλουσίους δεν δημιουργεί κάποια θετική συναισθηματική εμπειρία στους υπολοίπους (πιθανώς επειδή οι θετικές συναισθηματικές εμπειρίες σχετίζονται με παράγοντες που δεν έχουν να κάνουν με το εισόδημα και την κοινωνικοοικονομική κατάταξη), διαπίστωσαν ότι οι αρνητικές συναισθηματικές εμπειρίες είναι ευθέως ανάλογες με την αύξηση του πλούτου του 1% των υψηλότερων εισοδημάτων στη χώρα.
«Σε χώρες όπου οι πλουσιότεροι κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο του συνολικού πλούτου, παρατηρείται ότι είναι περισσότεροι εκείνοι που δηλώνουν ότι αισθάνονται αγχωμένοι, ανήσυχοι ή θυμωμένοι» σημειώνουν οι Ντε Νέβε και Παουντχέβι, που παραδέχονται ότι η συζήτηση για το αν τελικά η συγκέντρωση όλο και μεγαλύτερου πλούτου στους πλουσίους είναι κάτι το καλό.
«Υπάρχουν εκείνοι, κυρίως στη δεξιά πλευρά του πολιτικού φάσματος, που υποστηρίζουν ότι η αύξηση των εισοδημάτων των πολύ πλουσίων συμβάλλει θετικά στην κοινωνική ευημερία καθώς οι φτωχοί θα επωφεληθούν από τη διάχυση του πλούτου από τα πάνω προς τα κάτω. Αλλοι, αντίθετα, υποστηρίζουν ότι η όξυνση της εισοδηματικής ανισότητας διευρύνει το κοινωνικό χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών» σημειώνουν οι ερευνητές.
«Δεν φιλοδοξούμε να παρέμβουμε στην πολιτική αντιπαράθεση. Η μελέτη μας απλώς καταγράφει ότι για τον μέσο πολίτη η αίσθηση ικανοποίησης από το επίπεδο διαβίωσής του επηρεάζεται αρνητικά όσο οι πολύ πλούσιοι γίνονται ακόμα πλουσιότεροι» καταλήγουν οι Γιαν-Εμανουέλ Ντε Νέβε και ο Νικ Παουντχέβι.

HeliosPlus