Εν αρχή ήσαν οι εγκαταλελειμμένες αποθήκες και οι παροπλισμένες εκκλησίες. Εδώ και περισσότερα από 20 χρόνια τέτοια μέρη φιλοξενούν τις εκθέσεις σύγχρονης τέχνης που διοργανώνει το Ιδρυμα Prada παρουσιάζοντας –ενίοτε για πρώτη φορά –καλλιτέχνες όπως ο Ανίς Καπούρ και ο Μάικλ Χέιζερ στο μιλανέζικο κοινό. Κάποιες φορές βέβαια οι δραστηριότητές του επεκτείνονται στο εξωτερικό: χαρακτηριστική η περίπτωση του γερμανού καλλιτέχνη Kάρστεν Χέλερ με το «Διπλό Κλαμπ» –ένα εστιατόριο και ένα κλαμπ σε μια βικτωριανή αποθήκη του Λονδίνου –που δημιουργήθηκε (και) με την υποστήριξη αστέρων όπως ο Μικ Τζάγκερ και η Πενέλοπε Κρους.
Τα τελευταία χρόνια όμως το βάρος έπεσε στη δημιουργία σταθερών «βάσεων» προκειμένου να στεγαστούν εκεί οι εκθέσεις αλλά και ο μεγάλος αριθμός των έργων τέχνης του Ιδρύματος τα οποία στην πλειονότητά τους χρονολογούνται από το 1950 ως σήμερα. Το πρώτο βήμα έγινε πριν από τέσσερα χρόνια με το κιόσκι που διαμορφώθηκε σε ένα παλάτσο του 18ου αιώνα στο Μεγάλο Κανάλι της Βενετίας. Ωστόσο τώρα ο πήχης ανεβαίνει πραγματικά ψηλά με το επιβλητικό πολιτιστικό σύμπλεγμα που μόλις εγκαινιάστηκε, είναι έργο του διάσημου ολλανδού αρχιτέκτονα Ρεμ Κούλχαας –επί χρόνια συνεργάτη της Πράντα –και φιλοδοξεί να παίξει αποφασιστικό ρόλο στο να εξελιχθεί το Μιλάνο πέρα από οικονομικό και βιομηχανικό κέντρο σε διεθνή προορισμό της σύγχρονης τέχνης…
Το Ιδρυμα Prada –στο οποίο προεδρεύουν από κοινού η διάσημη σχεδιάστρια και ο σύζυγός της Πατρίσιο Μπερτέλι – ιδρύθηκε το 1993 ως ένας φορέας μελέτης, προβληματισμού και ανάλυσης του παρόντος μέσα από τη σύγχρονη τέχνη, την αρχιτεκτονική, τον κινηματογράφο και τη φιλοσοφία. «Υστερα από 20 χρόνια διοργάνωσης εκθέσεων σε ολόκληρο τον κόσμο, ο σύζυγός μου σκέφθηκε πως είναι πλέον καιρός να κάνουμε κάτι μόνιμο στο Μιλάνο» δήλωνε πριν από λίγο καιρό σε συνέντευξή της στους «New York Times» η Μιούτσια Πράντα.

Το νέο πολιτιστικό συγκρότημα βρίσκεται σε μια βιομηχανική περιοχή (Largo Isarco) στα νότια του Μιλάνου και αποτελείται τόσο από τα προϋπάρχοντα παλιά κτίρια –επτά το σύνολο, τα οποία στέγαζαν τις λειτουργίες ενός αποστακτηρίου του 1916 –όσο και από τρεις νέες κατασκευές. Ο συνολικός εκθεσιακός χώρος καλύπτει 205.000 τετραγωνικά μέτρα, όπερ σημαίνει δύο και πλέον φορές μεγαλύτερος του αντίστοιχου στο νέο μουσείο αμερικανικής τέχνης Whitney.
Τα brands και το επτασφράγιστο μυστικό


Τα θυρανοίξια του νέου πολιτιστικού συγκροτήματος της Prada στο Μιλάνο έρχονται περίπου έξι μήνες μετά τα εγκαίνια του κέντρου του Ιδρύματος Louis Vuitton στο Παρίσι, το οποίο σχεδίασε ο Φρανκ Γκέρι και κόστισε 143 εκατ. δολάρια. Οπως και πάλι επισημαίνουν οι «New York Times», και τα δύο αυτά γεγονότα συμβαίνουν σε μια στιγμή που οι ιδιωτικοί πόροι –προερχόμενοι από τη βιομηχανία των ειδών πολυτελείας –έρχονται να καλύψουν το κενό της κρατικής χρηματοδότησης του πολιτισμού τα τελευταία αυτά χρόνια της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα οι ίδιες οι φίρμες θεωρούν ότι μέσω της διασύνδεσής τους με τον κόσμο της τέχνης επεκτείνουν την απήχησή τους.
«Σε αντιστοιχία με το εγκαίνια του κέντρου του Ιδρύματος Louis Vuitton στο Παρίσι, η Πράντα δείχνει να ενισχύει επίσης τη γενικότερη αντίληψη σύμφωνα με την οποία brands σαν το δικό τους έχουν να κάνουν με την ομορφιά, με ωραία πράγματα γενικότερα» δηλώνει στην εφημερίδα ο Λούκα Σόλκα, αναλυτής ειδών πολυτελείας σε ερευνητικό κέντρο στο Λονδίνο. «Στο πλαίσιο αυτό» συνεχίζει «η σύνδεση με την τέχνη είναι η φυσική τους επέκταση». Ο ίδιος προσθέτει ότι η κίνηση αυτή θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως μια προσπάθεια της Πράντα να φέρει τη φίρμα της ακόμη περισσότερο στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
Σύμφωνα με την ιταλίδα ιστορικό τέχνης και επιμελήτρια εκθέσεων Εμιλι Μπράουν, το νέο κέντρο του ιδρύματος Prada συνεχίζει την παράδοση που ξεκίνησε με τον συλλέκτη Λορέντσο Πάντσα, ο οποίος δημιούργησε μια στέγη για τον σύγχρονο πολιτισμό σε μια βίλα του 17ου αιώνα έξω από το Μιλάνο. Κατά τη γνώμη της, το νέο εγχείρημα θα μπορούσε να παίξει τον ρόλο ενός μουσείου σύγχρονης τέχνης.
Το σύμπλεγμα θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων μια θεατρική αίθουσα όπου πέρα από «ζωντανές» παραστάσεις και διαλέξεις θα μπορούν να γίνονται και κινηματογραφικές προβολές, ένα παραδοσιακό μιλανέζικο μπαρ που δημιούργησε ο αμερικανός σκηνοθέτης Γουές Αντερσον (γνωστός, μεταξύ άλλων, από την πρόσφατη ταινία του «Ξενοδοχείο Grand Budapest»), ένα ειδικό τμήμα για παιδιά αλλά και μια μεγάλη βιβλιοθήκη.
Το Ιδρυμα θα είναι ανοιχτό στο κοινό επτά ημέρες την εβδομάδα και η γενική είσοδος έχει οριστεί στα 10 ευρώ. Επτασφράγιστο μυστικό πάντως παραμένει το κόστος του εγχειρήματος: η γενική αίσθηση είναι πως κόστισε λιγότερο από το κέντρο της Louis Vuitton –αν και το μιλανέζικο συγκρότημα είναι μεγαλύτερο -, αλλά στη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου για την παρουσίασή του στις 2 Μαΐου ο Μπερτέλι αρνήθηκε να απαντήσει στη σχετική ερώτηση.
Το παλιό, το καινούργιο και το «στοιχειωμένο»


Στην ίδια παρουσίαση πάντως ο Κούλχαας επέμεινε ιδιαίτερα στην «προσαρμοστικότητα» του συμπλέγματος –η ολοκλήρωση του οποίου διήρκεσε επτά χρόνια -, γεγονός το οποίο «απελευθερώνει» πολλές δυνατότητες, ανάλογα με το είδος τέχνης που φιλοξενείται κατά περίσταση. Παράλληλα τόνισε την αντίστιξη μεταξύ παλιού και καινούργιου έτσι ώστε να λειτουργούν διαδραστικά. «Οι άνθρωποι μιλούν συχνά για συντήρηση και για νέα αρχιτεκτονική» είπε σχετικά σε άλλη συνέντευξή του σχετικά με το project. «Στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι τίποτε από τα δύο. Εδώ το παλιό και το καινούργιο «παντρεύονται» μεταξύ τους σε μια σταθερή αλληλεπίδραση. Δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται μονοσήμαντα».

Στην παρουσίαση πρόσθεσε πως η ανακαίνιση των υπαρχόντων κτιρίων έγινε με σεβασμό στη φυσιογνωμία τους: κάποια εξ αυτών παρέμειναν στη μορφή που βρέθηκαν ενώ άλλα υπέστησαν «αόρατες» μεταβολές έτσι ώστε να δείχνουν ανέπαφα… Οσο για τις τρεις νέες κατασκευές είναι φτιαγμένες από γυαλί, λευκό μπετόν και αλουμίνιο, το οποίο «έχει εκραγεί» κατά την έκφραση του αρχιτέκτονα έτσι ώστε να δίνει την αίσθηση του αέρα ή του αφρού. Το ένα από αυτά είναι ένα μεγάλο περίπτερο το οποίο αναμένεται να φιλοξενήσει περιοδικές εκθέσεις, το άλλο ένας πύργος εννέα ορόφων που θα στεγάσει μακράς διάρκειας εγκαταστάσεις κι ένα εστιατόριο και το τρίτο είναι το θέατρο, το οποίο έχει κατασκευαστεί έτσι ώστε να «ανοίγει» προς την αυλή, γύρω από την οποία απλώνεται το σύμπλεγμα προκειμένου να εξυπηρετεί παραστάσεις ανοιχτού χώρου.
Ο Κούλχαας έχει βαφτίσει ένα από τα προϋπάρχοντα κτίρια «το στοιχειωμένο σπίτι» λόγω της εντελώς κακής κατάστασης στην οποία το πρωτοαντίκρισε. Τώρα ο χώρος έχει καλυφθεί με φύλλα χρυσού τα οποία τοποθετήθηκαν από τεχνίτες εκπαιδευμένους στην αρχαία τεχνική της αποτύπωσης μικρών τετραγώνων από χρυσό σε επιφάνειες. «Ηταν μια έμπνευση της τελευταίας στιγμής προκειμένου να δοθεί αξία σε ένα ευτελές υλικό» εξήγησε ο Κούλχαας, ο οποίος, αναφερόμενος γενικότερα στο σύμπλεγμα και στις δυνατότητές του, το χαρακτήρισε ένα «πολύ ιταλικό πρότζεκτ με βόρεια νοοτροπία».
«Θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε τη συλλογή ως εργαλείο ανάπτυξης ιδεών από πολλές και διαφορετικές πλευρές» δήλωσε η Πράντα στους «New York Times». Παρ’ όλο που η ίδια και ο σύζυγός της συλλέγουν έργα εδώ και δύο δεκαετίες και εμπλέκονται σε καθετί που αφορά το Ιδρυμα, περιστοιχίζονται από μια επιτροπή ειδικών (μελετητών, ιστορικών, επιμελητών) η οποία διασφαλίζει την επικοινωνία του Ιδρύματος με όλες τις εξελίξεις στον τομέα της τέχνης ανά τον κόσμο.
«Serial Classics»: από το Λούβρο ως την Αρχαία Ολυμπία


Το εναρκτήριο πρόγραμμα του κέντρου είναι τω όντι φιλόδοξο. Μία από τις εκθέσεις έχει τίτλο «Serial Classics» (9 Μαΐου 2015 – 24 Αυγούστου 2015) και εξερευνά τις έννοιες του πρωτότυπου και της μίμησης με έμφαση στις ρωμαϊκές αρχαιότητες, οι οποίες στην πραγματικότητα αποτελούν αναπαραγωγές χαμένων ελληνικών πρωτοτύπων. Στην έκθεση –η οποία διοργανώνεται σε επιμέλεια των Σαλβατόρε Σέτις και Αννα Ανγκουισόλα – περιλαμβάνονται δάνεια από περισσότερα από 40 μουσεία ανά τον κόσμο. Μεταξύ αυτών το Λούβρο του Παρισιού, το Πράντο της Μαδρίτης, το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης αλλά και το Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας, το οποίο συμμετέχει με 28 χαρακτηριστικά αντικείμενα προερχόμενα από τις αποθήκες του. «Τόσο τα αντικείμενα αυτά όσο και άλλα αντίστοιχα από την έκθεση του Μουσείου της Ολυμπίας δεν αποτελούν παρά ένα ελάχιστο κλάσμα της σημαντικότατης παραγωγής της μεγάλης χαλκοπλαστικής των κλασικών χρόνων, η οποία αντιγράφηκε, έγινε αντικείμενο μίμησης και επέδρασε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη τεχνοτροπία ανά τους αιώνες» σημειώνει χαρακτηριστικά στο συνοδευτικό κείμενό του ο κ. Χρήστος Ματζάνας, αναπληρωτής προϊστάμενος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηλείας.
Δίπλα σχεδόν από τον χώρο των «Serial Classics» με τα χάλκινα εκθέματα του 1ου αιώνα και τις μαρμάρινες προτομές, μπορεί κανείς να δει site specific εγκαταστάσεις από σύγχρονους καλλιτέχνες… Παράλληλα μια «δίδυμη έκθεση» με τίτλο «Portable Classic» –σε επιμέλεια Σαλβατόρε Σέτις και Ντάβιντε Γκασπαρότο – άνοιξε ήδη τις πύλες της και θα λειτουργήσει ως τις 13 Σεπτεμβρίου στην έδρα του Ιδρύματος στη Βενετία. Περιλαμβάνει 90 μινιατούρες-αντίγραφα κλασικών γλυπτών οι οποίες κατασκευάστηκαν μεταξύ 15ου και 17ου αιώνα.
«Τα τελευταία χρόνια απέκτησα μεγάλο ενδιαφέρον για τις αρχαιότητες και άρχισα να μελετώ εντατικά» δήλωσε η Πράντα στους «New York Times». «Σκέφθηκα λοιπόν» συνέχισε «ότι θα ήταν πολύ ωραίο να κάνουμε εγκαίνια με εκθέσεις για την αρχαία τέχνη τόσο στο Μιλάνο όσο και στη Βενετία προκειμένου να δείξουμε τη μεγάλη επιρροή που άσκησε σε σημαντικό κομμάτι της τέχνης η οποία παράγεται σήμερα».
Στη συνέντευξη-παρουσίαση που έγινε στις 2 Μαΐου στο Μιλάνο ο Σέτις επισήμανε μια ενδιαφέρουσα παράμετρο: «Κάποια στιγμή η Μιούτσια Πράντα ανέφερε ότι η έκθεση είναι μια «πολιτική κίνηση» και νομίζω πως εννοούσε ότι, παρ’ όλο που θεωρείται αρκετά συνηθισμένο η σύγχρονη τέχνη να είναι καλοδεχούμενη σε αρχαιολογικά μουσεία, το αντίθετο είναι πολύ σπάνιο. Τώρα αντιστρέψαμε τους κανόνες».

Μόδα είναι ό,τι μας περιβάλλει
«Μόδα είναι ό,τι μας περιβάλλει»
είπε από την πλευρά του στην ίδια παρουσίαση ο Πατρίτσιο Μπερτέλι, δηλώνοντας πως δεν υπάρχει ωφελιμιστικός στόχος στο εγχείρημα το οποίο «γεννήθηκε» από μια καθαρά καλλιτεχνική ανάγκη. «Θέλουμε να είμαστε ενεργητικοί, να δώσουμε κίνητρα στους καλλιτέχνες και να κάνουμε μια επένδυση στο μέλλον, φέρνοντας τους νέους ανθρώπους κοντά σε ιδέες και σκέψεις οι οποίες συχνά ξεχνιούνται στην εποχή μας».
Ο ίδιος υπογράμμισε μετ’ επιτάσεως πως οι δραστηριότητες του Ιδρύματος και του οίκου μόδας δεν αλληλοεπισκιάζονται σε καμία περίπτωση. «Ποτέ οι εκθέσεις τέχνης που διοργανώσαμε δεν συνέπεσαν με επιδείξεις μόδας του οίκου Prada » είπε χαρακτηριστικά. «Κάτι τέτοιο θα ήταν μεγάλη αγένεια απέναντι στον καλλιτέχνη» πρόσθεσε. «Και απέναντι στον σχεδιαστή επίσης» σχολίασε με χιούμορ η σύζυγός του στη μοναδική παρέμβαση που έκανε στην όλη εκδήλωση…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ