Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ το προηγούμενο δεκαήμερο επαίρονταν στη Βουλή ότι η κυβέρνησή τους κατάφερε το ακατόρθωτο: να διασπάσει το δίδυμο Μέρκελ –Σόιμπλε! Ηταν οι ημέρες που ο γερμανός υπουργός Οικονομικών είχε σιωπήσει αποφεύγοντας τις βιτριολικές δηλώσεις για την Ελλάδα. Για εκείνους επρόκειτο για μια νίκη στα σημεία που επισκίαζε άλλες πτυχές της κατάστασης της χώρας, όπως ότι οι εκροές καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες έφτασαν τα 6 δισ. ευρώ τον Απρίλιο, ότι καταθέσεις συνολικά 33 δισ. ευρώ έφυγαν από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα από τις αρχές Δεκεμβρίου 2014, ότι τα spreads βρίσκονται στις 10,68 μονάδες ενώ στην Ιρλανδία είναι στις 0,92 μονάδες και στην Πορτογαλία στις 2,09 μονάδες και ότι η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας είναι στα τάρταρα. Η οικονομική ακτινογραφία των 100 πρώτων ημερών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δείχνει ότι η χώρα είναι κλινικά νεκρή. Την Τετάρτη κλείνουν τρεις μήνες πρωθυπουργίας του Αλέξη Τσίπρα. Την Πέμπτη πραγματοποιείται μια καθοριστική συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην οποία θα αποφασιστεί αν η χρηματοδότηση της χώρας από τον ELA θα δυσκολέψει δραματικά, όπως απαιτούν ορισμένα μέλη του ΔΣ, ή αν θα δοθεί λίγη ακόμη περίοδος χάριτος.
Η «παγίδα θανάτου» και ο συμβιβασμός
Είτε πρόκειται για εκβιασμό των εταίρων είτε για αδυναμία χειρισμών της ελληνικής κυβέρνησης, η χώρα βιώνει ένα οικονομικό waterboarding, το μαρτύριο του εικονικού πνιγμού που είχε προβλέψει ο Γιάνης Βαρουφάκης, το οποίο εξελίσσεται σε πραγματικό πνιγμό. Η κατάσταση συζητήθηκε διεξοδικά στο Υπουργικό Συμβούλιο και υπήρξε η εκτίμηση ότι η συμφωνία με τους εταίρους επιβάλλεται και έχει αξία να κλείσει ως την ερχόμενη Πέμπτη. Στην περίπτωση που δεν συμβεί αυτό, όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά για δημοψήφισμα και για εκλογές. Φαίνεται όμως ότι ο Πρωθυπουργός δεν έχει καταλήξει σε οριστικές αποφάσεις και στο Υπουργικό Συμβούλιο δεν υπήρξαν σχηματοποιημένες ομάδες οι οποίες να τάσσονται συντεταγμένα υπέρ ενός πάση θυσία συμβιβασμού ή υπέρ της ρήξης. Η επιθυμία είναι να κλείσει η διαπραγμάτευση, η οποία υπονομεύεται από την αμοιβαία καχυποψία κυβέρνησης και θεσμών, που υποδαυλίζεται από τις εσωτερικές αντιθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι συνεννοήσεις με τους δανειστές ήταν από την αρχή προβληματικές. Η ελληνική κυβέρνηση μιλούσε για «παγίδα θανάτου» που της έστηναν οι εταίροι επιχειρώντας να επιστρέψουν στο πλαίσιο του Μνημονίου που εφάρμοζε η προηγούμενη κυβέρνηση. Οι διαπραγματεύσεις άρχισαν, διεκόπησαν και όταν προσφάτως ξανάρχισαν τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών εμφανίστηκαν με πολύ πιο χαλαρές διαθέσεις. Το μήνυμα ήταν «ελάτε να κλείσουμε μια συμφωνία», φαίνεται όμως ότι οι κυβερνητικές κεραίες δεν το έπιασαν εγκαίρως και έτσι αμφισβητήθηκε η ικανότητά της να διαχειριστεί τη συμφωνία.
Αυτή η μακρόσυρτη διαπραγμάτευση χωρίς συνοχή και χωρίς ορατό τέλος μετέστρεψε γρήγορα τους φίλους σε εχθρούς. Ο Γιάνης Βαρουφάκης έβαλε με το καλημέρα απέναντί του τον Γερούν Ντάισελμπλουμ και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Στο παιχνίδι του Eurogroup μπήκε και βγήκε ο Γιάννης Δραγασάκης. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είναι εντός, εκτός και επί τα αυτά. Στο EuroWorking Group εμφανίστηκε στην αρχή ο πρόεδρος του ΣΟΕ Γιώργος Χουλιαράκης (θεωρείται του κύκλου Δραγασάκη), έπειτα πήγε ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής Νίκος Θεοχαράκης (συνδέεται φιλικά με τον κ. Βαρουφάκη) συνοδευόμενος από τη σύμβουλο του υπουργού Οικονομικών Ελενα Παναρίτη. Το τελευταίο διάστημα, μετά την αναδιάταξη της διαπραγματευτικής ομάδας, το βάρος της διαπραγμάτευσης στο Brussels Group και στο ΕuroWorking Group έπεσε ξανά στους ώμους του κ. Χουλιαράκη. Παράλληλα με τα θεσμικά όργανα δρούσε εν κρυπτώ για σχεδόν έναν μήνα η «ομάδα της Φρανκφούρτης», στην οποία συμμετείχαν ο Νίκος Παππάς και υψηλόβαθμοι συνεργάτες των Μάριο Ντράγκι, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και Κριστίν Λαγκάρντ. Ο Πρωθυπουργός συνέχιζε τις επαφές του σε επίπεδο ηγετών και κορυφαίων παραγόντων της ΕΕ.
Η πολυφωνία στις διαπραγματεύσεις ήταν ένα σημαντικό πρόβλημα, υπήρχε όμως και ένα ακόμη μεγαλύτερο. «Οι έλληνες εκπρόσωποι έδιναν την εντύπωση ότι δεν ήταν εξουσιοδοτημένοι να κλείσουν συμφωνίες και να δεσμεύσουν την κυβέρνηση» επισημαίνει κοινοτική πηγή. Αυτό σε συνδυασμό με την ακαδημαϊκή προσέγγιση της διαπραγμάτευσης από τον έλληνα υπουργό Οικονομικών και τις ακατάσχετες δηλώσεις του που εξόργιζαν τους ομολόγους του, κυρίως αυτούς των μικρότερων και φτωχότερων χωρών, προκάλεσαν την έκρηξη στο Eurogroup στη Ρίγα της Λετονίας. Οι εταίροι χτύπησαν το καμπανάκι κινδύνου: θεωρούν χάσιμο χρόνου τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης και απαιτούν εδώ και τώρα μια συνολική συμφωνία. Διαφορετικά, όπως έχουν υπαινιχθεί οι Σόιμπλε και Ντάισελμπλουμ, υπάρχει Plan Β για τη χώρα μας.
Το παραμύθι χωρίς ιστορία
Ο κ. Τσίπρας, εξαντλώντας την υπομονή όλων των συμμάχων του, έθεσε σε εφαρμογή το πιο αναμενόμενο παιχνίδι: τη δημιουργία εχθρών στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Οταν δεν κατάφερε να συμπήξει το μέτωπο του Νότου, στράφηκε εναντίον της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Ο Μαριάνο Ραχόι αντιπαρατέθηκε μαζί του στην πρώτη Σύνοδο Κορυφής. Ο πρωθυπουργός της Πορτογαλίας Πέδρο Πάσους Κοέλιο σχολίαζε με έκδηλη ειρωνεία χωρίς να καταφεύγει στην προστασία της ανωνυμίας: «Ακόμη και στα παιδικά παραμύθια δεν φθάνεις στο happy end χωρίς να έχει προηγηθεί μια ιστορία!».
Η απουσία σχεδίου από τη νεοεκλεγείσα κυβέρνηση απομάκρυνε τους συμπαθούντες πρώτα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου οι Σοσιαλιστές είχαν ξεκινήσει ένα διακριτικό φλερτ με την Αριστερά στη βάση της αμφισβήτησης της λιτότητας. Ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, παραδοσιακός υποστηρικτής της Ελλάδας, έχασε στην πορεία την υπομονή του και, όπως όλοι οι υπόλοιποι, παρέπεμψε τον κ. Τσίπρα στο Eurogroup, στο αρμόδιο όργανο λήψης αποφάσεων. Η Κριστίν Λαγκάρντ αρνήθηκε να δεχθεί παράταση των δόσεων που χρωστά η κυβέρνηση στο ΔΝΤ. Οι ΗΠΑ εξοργίστηκαν με τη διαχείριση της υπόθεσης του Σάββα Ξηρού, ο οποίος αρνείται το βραχιολάκι εξαιτίας, όπως είπε, των θρησκευτικών του πεποιθήσεων. Οι Κινέζοι δεν δανείζουν χωρίς ανταλλάγματα, η ρωσική βοήθεια «δεν είναι δωρεάν», όπως κατέστησε σαφές το Κρεμλίνο στην ελληνική αντιπροσωπεία, και οι εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης της Ελλάδας που επικαλείται ο Παναγιώτης Λαφαζάνης «στην Κίνα, στη Βραζιλία, στη Λατινική Αμερική, στην Ινδία, στον αραβικό κόσμο, στη ζώνη της Αφρικής και ασφαλώς στον χώρο της μεσογειακής λεκάνης» αναζητούνται στην «ονειροχώρα», την οποία ο Γιόσκα Φίσερ κάλεσε τον κ. Τσίπρα να εγκαταλείψει.
Ο φίλος Μαδούρο και το φλερτ με τον Πούτιν
Η στρεβλή αντίληψη του κόσμου που έχουν ορισμένοι υπουργοί της κυβέρνησης γίνεται φανερή από το ακόλουθο περιστατικό. Στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Ισπανία ο επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης επισκέφθηκε μεταξύ άλλων τον πρώην πρωθυπουργό Φελίπε Γκονζάλες, ο οποίος του εξέφρασε την απορία του επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το μοναδικό κόμμα στον χώρο της ευρωπαϊκής Αριστεράς και της Σοσιαλδημοκρατίας που δεν καταδίκασε τον Νίκολας Μαδούρο για τη φυλάκιση δημάρχων της αντιπολίτευσης –ο Γιώργος Καμίνης και ο Γιάννης Μπουτάρης έχουν καταγγείλει την επίθεση κατά «των ανθρώπινων και πολιτικών δικαιωμάτων, της ελευθερίας στη διαφορετική άποψη και της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης». Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας ήταν από τους πρώτους που συνεχάρησαν τον κ. Τσίπρα για την εκλογή του χαρακτηρίζοντάς τον «γενναίο νέο που έχει έρθει για να διασώσει την ένδοξη και μακρά ιστορία των Ελλήνων».
Το φλερτ με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να απομονώσει τη Γερμανία και οι απειλές για εξαγωγή τζιχαντιστών προκάλεσαν προβληματισμό και ανησυχία, την ώρα που στην ευρωζώνη παραμένει πλειοψηφική η άποψη ότι η Ελλάδα θα πρέπει να παραμείνει στο ενιαίο νόμισμα. Η αμφιθυμία της κυβέρνησης έχει ακυρώσει και το επικοινωνιακό επιτελείο, το οποίο στην αρχή διαχειριζόταν ικανοποιητικά την ενημέρωση αλλά έπειτα έπεσε στην ίδια παγίδα με τις προηγούμενες κυβερνήσεις καθυστερώντας να αντιληφθεί ότι το κλίμα το διαμορφώνουν τα ξένα μέσα ενημέρωσης και όχι τα ελληνικά.
Ποιος παραπλάνησε ποιον
Το παιχνίδι των ευθυνών μεταξύ Αθήνας – Βρυξελλών
Τη Δευτέρα στην τηλεοπτική του συνέντευξη ο κ. Τσίπρας κατηγόρησε τους κ.κ. Ντράγκι και Ντάισελμπλουμ ότι τον παραπλάνησαν. «Κάναμε λάθη γιατί μας παραπλάνησαν, όπως συνέβη στις 18 του Φλεβάρη, όταν η ΕΚΤ πήρε μια απόφαση που δεν στέκει ηθικά και πολιτικά. Με την απόφαση εκείνη αποκλείστηκε η δυνατότητα των συστημικών τραπεζών να αναχρηματοδοτούν τη γενική κυβέρνηση. Οταν θέσαμε, εγώ στον κ. Ντάισελμπλουμ και ο κ. Βαρουφάκης στο Eurogroup, το θέμα αυτό, πήραμε τη δέσμευση ότι θα αποκατασταθεί το λάθος αυτό. Το λάθος μας ήταν ότι πήραμε προφορική δέσμευση και όχι γραπτή» επεσήμανε.
Ωστόσο το διάστημα μετά την υπογραφή της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου το Μέγαρο Μαξίμου δήλωνε ικανοποιημένο και την παρουσίαζε ως δεσμευτική βάση για τη διαπραγμάτευση με τους εταίρους. Αντίδραση δεν υπήρξε ούτε όταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος ρωτούσε επίμονα πώς άφησε η κυβέρνηση να της πάρουν μέσα από τα χέρια τα 11 δισ. του ΤΧΣ. Σύμφωνα με τη συμφωνία, στόχος της τετράμηνης παράτασης ήταν «η επιτυχημένη ολοκλήρωση της αξιολόγησης στη βάση των προϋποθέσεων της τρέχουσας διευθέτησης», χωρίς μονομερείς ενέργειες με αρνητικό δημοσιονομικό αντίκτυπο, και η οριστικοποίηση της λίστας των μεταρρυθμίσεων ως τις 30 Απριλίου.
Κοινοτικές πηγές παρατηρούν ότι δεν τίθεται θέμα παραπλάνησης και ότι, αν ο κ. Τσίπρας παρασύρθηκε σε λάθος εκτιμήσεις, ας αναζητήσει ευθύνες από τον κ. Βαρουφάκη. «Η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου ήταν στην ουσία μια περίληψη της πέμπτης αξιολόγησης. Δόθηκε στην ελληνική πλευρά η δυνατότητα να αντικαταστήσει περίπου το 50% των μεταρρυθμίσεων με άλλες δικές της και αυτό δεν το έκανε» προσθέτουν. Κυβερνητικά στελέχη πίστευαν ότι με την υπογραφή της συμφωνίας θα αποκαθίστατο η ομαλή χρηματοδότηση της χώρας. Τώρα επιμένουν ότι οι εταίροι θα υποχωρήσουν επειδή δεν τους συμφέρει να κάνουν αλλιώς. Το Eurogroup και το ΔΝΤ λένε ότι ακόμη δεν έχουν ένα συνεκτικό σχέδιο στα χέρια τους. Η ελληνική κυβέρνηση επιμένει ότι έχει βομβαρδίσει τους θεσμούς με κοστολογημένες προτάσεις οι οποίες απορρίπτονται επειδή δεν είναι μνημονιακής φιλοσοφίας. Κυβέρνηση και εταίροι δεν συμφωνούν ούτε στα νούμερα: η ρύθμιση για τις 100 δόσεις δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα και πήρε παράταση ενός μηνός, η πρόβλεψη για τα έσοδα από τις τηλεοπτικές άδειες μειώθηκε από 330 εκατ. ευρώ στο πιο ρεαλιστικό ποσό των 35 εκατ. ευρώ. Το μόνο μέτρο που βρήκε απήχηση σε περισσότερους από 60.000 δικαιούχους ήταν για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.
Εχοντας κόψει τις γέφυρες με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία αποκάλεσε «τρόικα εσωτερικού», ο Πρωθυπουργός προβάλλει πλέον το μόνο ισχυρό χαρτί του, τη σχέση του με την κυρία Μέρκελ. «Δεν τη γνώριζα προσωπικά, η προσωπική γνωριμία σε κάνει να διαμορφώσεις μια εικόνα και για την ψυχολογία… Είχα γνώμη για το πολιτικό σχέδιο και τις πολιτικές της απόψεις. Τώρα που τη γνώρισα από κοντά λέω ότι δεν είναι τυχαίο που έχει μείνει τόσα χρόνια καγκελάριος. Είναι μια Ανατολικογερμανίδα πάρα πολύ τακτική και επιμελής, δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω, μελετημένη, διαβασμένη. Και έχει αυτή τη γερμανική κουλτούρα που θέλει να λέει ο άλλος την αλήθεια, να μην κοροιδεύει» είπε στη συνέντευξή του. Είναι αυτά τα λόγια ένδειξη στροφής; Πάντως στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Κύπρο ο Πρωθυπουργός ζήτησε πληροφορίες από τον Νίκο Αναστασιάδη για τον τρόπο με τον οποίο έκανε εκεί την αξιολόγηση η τρόικα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



