Πρόσωπα που μοιάζουν με παγωμένες μάσκες παρατηρούν με περιέργεια βαλσαμωμένα ζώα μέσα σε ένα μουσείο.
Ενας ευτραφής, ηλικιωμένος κύριος προσπαθεί να ανοίξει ένα μπουκάλι κρασί και παθαίνει καρδιακή προσβολή την ώρα που ακριβώς πίσω του η γυναίκα του μαγειρεύει και δεν έχει πάρει χαμπάρι τι γίνεται.
Στο δωμάτιο ενός νοσοκομείου μια γυναίκα που χαροπαλεύει ξυπνά όταν αντιλαμβάνεται ότι οι δύο γιοι της παλεύουν από πάνω της προκειμένου να της αποσπάσουν μια τσάντα με κοσμήματα.
«Μου αρέσει η λεπτομέρεια» λέει γελώντας ο σουηδός σκηνοθέτης Ρόι Αντερσον, ο υπεύθυνος για το στήσιμο όλων των παραπάνω σκηνών που μαζί με πολλές, πάρα πολλές ακόμη, πλάθουν τον μυστηριώδη κόσμο της ταινίας «Ενα περιστέρι έκατσε σε ένα κλαδί συλλογιζόμενο την ύπαρξή του» που από την περασμένη Πέμπτη προβάλλεται στις αίθουσες Αστυ και Πτι Παλαί. «Και κυρίως με ενδιαφέρουν οι ανθρώπινες αδυναμίες. Τα κουσούρια μας. Το πόσο ευάλωτος είναι ο άνθρωπος. Το πόσο εύκολα μπορεί να ταπεινωθεί ενώ προσπαθεί να ταπεινώσει…».

Καθόμασταν σε μια πολυτελή αίθουσα του ξενοδοχείου «Εxelcior» όταν έγινε αυτή η συνάντηση στη Βενετία πριν από μερικούς μήνες, μετά την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στο Φεστιβάλ της πόλης. «Είμαι πολύ χαρούμενος που βρίσκομαι εδώ, αλλά όλως παραδόξως είναι η πρώτη μου φορά στη Βενετία» είπε ο 71χρονος Αντερσον (31 Μαρτίου 1943). «Εχω δουλέψει στην Ιταλία, 20 χρόνια πριν γύριζα διαφημιστικά στο Μιλάνο, αλλά ποτέ δεν είχα έρθει στη Βενετία». Τελικά η πρώτη αυτή επίσκεψή του στη Βενετία αποδείχθηκε γουρλίδικη. Το «Περιστέρι» απέσπασε το ανώτατο βραβείο της κινηματογραφικής Μόστρα, τον Χρυσό Λέοντα!
Με το «Περιστέρι» πολλοί θα θυμηθούν τις δύο αμέσως προηγούμενες ταινίες του Αντερσον, τα «Τραγούδια από τον δεύτερο όροφο» (2000) και το «Εσείς οι ζωντανοί» (2007). Πράγματι, οι ταινίες μοιάζουν, κομμάτια της καθεμιάς θα μπορούσαν να βρίσκονται στην άλλη, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Αντερσον τις ενέταξε σε μια τριλογία για τον «άνθρωπο». «Δεν είχα σκεφθεί από την αρχή την τριλογία. Αλλά μετά την πρώτη ταινία θέλησα να κάνω μια δεύτερη. Και μετά ήρθε και η τρίτη που έμοιαζε να ανήκει στο ίδιο «κουτί»».

Στις τρεις αυτές ταινίες ο Ρ. Αντερσον κάνει ένα σινεμά εντελώς στυλιζαρισμένο, που διακρίνεται από ένα μοναδικό και απολύτως προσωπικό ύφος. Συγκεκριμένη ιστορία δεν υπάρχει, είναι ταινίες που θυμίζουν συρραφές επεισοδίων/σκετς μέσα από τα οποία καταγράφονται παράξενες καταστάσεις. Μπορούν να σε κάνουν να γελάσεις και την ίδια ώρα να βουρκώσεις.
Είναι εικόνες που παραπέμπουν σε γερμανούς ζωγράφους όπως ο Οτο Ντιξ και ο Γκέοργκ Σουλτζ (που, όπως μας είπε, ανήκουν στις επιρροές του Αντερσον) και καθηλώνουν τον θεατή. Ενίοτε ο σκηνοθέτης αγγίζει τα όρια του σουρεαλισμού: στο «Περιστέρι», π.χ., βλέπουμε τον βασιλιά Κάρολο 12ο της Σουηδίας να μπαίνει σε ένα σύγχρονο μπαρ με το άλογό του και να ζητά νερό. Ο στρατός του είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει τον Μεγάλο Πέτρο και φυσικά να ηττηθεί… Το παρόν συνδέεται με το παρελθόν, αλλά το χιούμορ είναι πάντα ο καταλύτης.
«Αρχισα με πολύ παραδοσιακές ταινίες, αυτό όμως από κάποια στιγμή έγινε πολύ βαρετό» μας είπε ο σκηνοθέτης, ο οποίος αποφοίτησε το 1969 από τη Σουηδική Σχολή Κινηματογράφου και γύρισε την πρώτη ταινία του «Μια σουηδική ερωτική ιστορία» το 1970 (είχε πολλαπλές διακρίσεις στο τότε Φεστιβάλ Βερολίνου). Το «Γκίλιαπ», η δεύτερη ταινία του, παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Καννών, στο τμήμα Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών, το 1976, αλλά ήδη από το 1975 ο Αντερσον είχε ξεκινήσει μια καριέρα στη διαφήμιση κερδίζοντας συνολικά οκτώ Cannes Lions.
«Ο παραδοσιακός κινηματογράφος δεν σου επιτρέπει να κάνεις κάτι πραγματικά πλούσιο σε ιδέες, να αφήσεις τον εαυτό σου πραγματικά ελεύθερο. Το να λες μια ιστορία μπορεί να γίνει πολύ κουραστικό. Προτιμώ να αφηγούμαι με τις εικόνες». Στον Αντερσον αρέσει να αποκαλεί όλες αυτές τις εικόνες «θραύσματα ζωής, ένα καλειδοσκόπιο θραυσμάτων ζωής».

Πώς όμως καταλήγει σε αυτά τα θραύσματα; Πώς τα σκέφτεται; «Απλώς έρχονται…». είπε ο σκηνοθέτης. «Βλέπεις έναν πίνακα, σκέφτεσαι μια ιδέα, βρίσκεις κάτι που σε ενδιαφέρει και το… γυρίζεις. Στο «Εμείς οι ζωντανοί», π.χ., θέλησα να κατασκευάσω όνειρα, κάτι που βρίσκω πολύ όμορφο. Γιατί στα όνειρα είσαι απολύτως ελεύθερος. Σε ένα όνειρο μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις».

Χρησιμοποιεί ο ίδιος τα δικά του όνειρα στις ταινίες του; «Ναι, αν και πολύ συχνά τα ξεχνώ, όπως συμβαίνει με όλους μας. Αν είμαι αρκετά τυχερός και δεν τα ξεχάσω, τότε μπορούν κάποια στιγμή να καταλήξουν στην οθόνη. Και τότε πραγματικά χαίρομαι».

πότε & πού:
Η ταινία «Ενα περιστέρι έκατσε σε ένα κλαδί συλλογιζόμενο την ύπαρξή του» προβάλλεται στις αίθουσες ΑΣΤΥ και ΠΤΙ ΠΑΛΑΙ

HeliosPlus