ΤΟ ΒΗΜΑ –ΤΗΕ PROJECT SYNDICATE

Σχολιάζοντας την πρόσφατη κρίση ομηρίας στην Αλγερία σε ένα διεθνές ειδησεογραφικό κανάλι, ένας «ειδικός» σε θέματα τρομοκρατίας διατύπωσε έναν αξιοσημείωτο ισχυρισμό: «Η Αλ Κάιντα στο Ισλαμικό Μαγκρέμπ (AQIM) ιδρύθηκε εξαιτίας της λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης και από τη στιγμή που εγκαταλείψαμε τον Λίβυο σύμμαχό μας (συνταγματάρχη Μουαμάρ Καντάφι)». Αφότου, υπέμεινα μερικές ανακρίβειες ακόμη, ένιωσα υποχρεωμένος να αφήσω κατά μέρος τα γραπτά των φοιτητών που διόρθωνα.
Ας αρχίσουμε με τα προφανή: η AQIM δεν είναι προϊόν της Αραβικής Άνοιξης. Υπάρχει εξαιτίας ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος που είχε καταπνίξει την «Αλγερινή Άνοιξη» και τη δημοκρατία στην Αλγερία πριν από 20 χρόνια. Και δεν έχει ενισχυθεί από την επανάσταση στην Λιβύη, αλλά μάλλον από την αποτυχία δημιουργίας κράτους στο Βόρειο Μάλι, την έλλειψη μετα-συγκρουσιακής συμφιλίωσης και επανένταξης στην Αλγερία και την μη απόδοση ευθυνών για τις βίαιες μεθόδους των αναποτελεσματικών αλγερινών υπηρεσιών ασφαλείας.
Η ιστορία της AQIM συνδέεται απευθείας με το πραξικόπημα που σκηνοθέτησαν μια χούφτα Αλγερινοί στρατηγοί, τον Ιανουάριο του 1992, ενάντια στο πρόεδρο Σαντλί Μπεντζεντίντ, ο οποίος είχε δώσει στην Αλγερία το πρώτο της σχετικά δημοκρατικό Σύνταγμα, αίροντας την απαγόρευση των πολιτικών κομμάτων και εγγυώμενος ένα μίνιμουμ βασικών δικαιωμάτων. Ουσιαστικά, η Αλγερία έγινε έτσι η πρώτη χώρα της μεταγενέστερης Αραβικής Άνοιξης.
Οκτώ μήνες μετά το πραξικόπημα του ’92 ιδρύθηκε στην Αλγερία η Ομάδα Ενόπλων Ισλαμιστών (GIA), έλκοντας υποστηρικτές από κάθε κοινωνικό στρώμα, συμπεριλαμβανομένων εγκληματιών και αλγερινών πρακτόρων. Μέχρι το 1998, ο πρωταρχικός στόχος των ενόπλων της της GIA δεν ήταν ο αλγερινός στρατός, αλλά πολίτες.
Δυτικοί και Άραβες ερευνητές κατέγραψαν 642 σφαγές μεταξύ 1992 και 1998. οι περισσότερες έγιναν στο πλαίσιο «εκλογικής εκκαθάρισης», σε περιοχές που ψήφισαν για το κόμμα του πρώην προέδρου στις εκλογές του 1991. Η GIA ανέλαβε την ευθύνη για ορισμένες από αυτές. Όμως μέλη της αντιπολίτευσης, πρώην πράκτορες πληροφοριών της Αλγερίας και διπλωμάτες κατηγόρησαν τον στρατό ότι ήταν συνένοχος ή απευθείας υπεύθυνος για άλλες.
Έπειτα μια ταξιαρχία της GIA, που αυτοαποκαλούνταν Σαλαφιστική Ομάδα Κυρήγματος και Μάχης (GSPC), αποσπάστηκε και καταδίκασε τη δράση της GIA. Μέρος του GSPC εγκατέλειψε τον ένοπλο αγώνα και έκανε ειρήνη με τον πρόεδρο Αμπντελαζίζ Μπουτεφλίκα, ο οποίος υποσχέθηκε συμφιλίωση, απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων, έρευνες για περισσότερες από 10.000 εξαφανίσεις, κοινωνική επανένταξη, πολιτικά δικαιώματα και κυρίως πολιτικό έλεγχο επί των ενόπλων δυνάμεων.
Όμως παρά την ενεργοποίηση του νομικού πλαισίου για όλα αυτά, οι περισσότερες υποσχέσεις δεν εκπληρώθηκαν ποτέ, σκορπώντας απογοήτευση και ανησυχία στους πρώην ενόπλους που κατηγόρησαν την ειρηνευτική διαδικασία ως απατηλή.
Μέχρι τον Ιανουάριο του 2007 η AQIM προέκυψε μέσα από φράξια της GSPC που δεν είχε παραδώσει τα όπλα. Οι περισσότεροι από όσους κατονομάστηκαν σε σχέση με την πρόσφατη κρίση ομηρίας υπήρξαν μέλη αυτής της φράξιας ακολουθώντας τον διαχωρισμό με την GIA. Σε αυτούς συμπεριλαμβανόταν και ο Μοκτάρ Μπελμοκτάρ, ο οποίος πέρασε από όλες τις φάσεις του ισλαμικού ακτιβισμού για να καταλήξει από το Αφγανιστάν στο Σαχέλ. Μέχρι το 2009, η AQIM είχε μάθει από τα λάθη της GIA, της μητέρας οργάνωσης και της αδελφής της οργάνωσης, της Αλ Κάιντα στο Ιράκ.
Σήμερα οι περίπου 1.200 μαχητές που προκαλούν προβλήματα στο Μάλι δρουν σε μια περιοχή σχεδόν τόσο μεγάλη όσο και η Γαλλία, γεγονός που καθιστά εύκολο τον ανταρτοπόλεμο. Μακροπρόθεσμα, η Δύση θα έπρεπε να στοχεύει στο να βοηθήσει την κυβέρνηση του Μάλι να αποκαταστήσει κρατικούς θεσμούς και να συμφιλιωθεί με τον βόρειο πληθυσμό του.
Στην Αλγερία, παράλληλα, η μεταρρύθμιση του τομέα ασφαλείας –ιδιαιτέρως η μεγαλύτερη διαφάνεια –έχει αργήσει πολύ. Εξάλλου οι δυτικές και άλλες κυβερνήσεις οφείλουν στις οικογένειες των 39 ξένων εργαζομένων που σκοτώθηκαν κατά την πρόσφατη κρίση ομηρίας να μάθουν αν οι άνθρωποί τους θα μπορούσαν να έχουν σωθεί.
Οι οικογένειες των Αλγερινών θυμάτων αξίζουν το ίδιο από τις δικές τους κυβερνήσεις.
Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τις οικογένειες των περισσότερων από τα 150.000 θύματα ενός εμφυλίου πολέμου που ξεκίνησε με την απομάκρυνση από τη δημοκρατία πριν από δύο δεκαετίες. Όπως έδειξε το τελευταίο επεισόδιο, ο πόλεμος συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
* Ο Ομάρ Ασούρ είναι διευθυντής Μεσανατολικών Σπουδών, στο Ινστιτούτο Αραβικών και ισλαμικών Σπουδών του πανεπιστημίου του Έξετερ, στο Ηνωμένο Βασίλειο.