Σε κάθε τετράγωνο από ένας. Η δύο. Γονατιστοί με μια ταμπελίτσα κρεμασμένη στο λαιμό οι περισσότεροι: «Πεινάω». Στο πρόσωπό τους διέκρινες την ανάγκη να διατηρήσουν αξιοπρέπεια. Κάποιοι χάιδευαν το πιστό σκυλί τους. Κρύωναν από την χαμηλή θερμοκρασία αλλά η ψυχή τους ήταν πιο παγωμένη. Θέαμα εφιαλτικό. Τρομαχτικό. Θρίλερ.

Γιατί βλέπετε, ο «δραματουργικός» χώρος δεν ήταν ούτε η Σταδίου, ούτε η Ομόνοια, ούτε η Ερμού. Ηταν οι Βρυξέλλες. Το κέντρο λήψης αποφάσεων. Ζητιάνοι παντού. Ζητιάνοι σε κεντρικούς οδούς με πολλά μαγαζιά. Πανάκριβα μαγαζιά. Εβλεπες αυτούς τους ανθρώπους και ήταν σαν να έβλεπες πλαστικές κούκλες, ακίνητες πίσω από τις βιτρίνες. Αλλά ήταν φτιαγμένοι από (λίγη πια) σάρκα και οστά και βρίσκονταν μπροστά τους. Εκτεθειμένοι.
Κανείς φυσικά δεν μιλά για όλ’ αυτά. Γιατί κανείς δεν θέλει να τα ξέρει όλ’ αυτά. Συνήθως κάνουμε τα στραβά τα μάτια, αποφεύγουμε να κοιτάξουμε το πρόβλημα στα μάτια. Το προσπερνούμε σαν να μην υπάρχει γιατί έτσι αισθανόμαστε πιο ήσυχοι με εμάς τους ίδιους.
Κάποιοι όμως τα παρατηρούν. Και μελαγχολούν. Και επισημαίνουν ότι «υπάρχει κάτι πάρα πάρα πολύ λάθος στο σύστημα όταν βλέπεις έναν ζητιάνο να παρακαλάει για ένα ευρώ μπροστά από βιτρίνες που μοστράρουν προϊόντα της τάξεως των 1.000». Και αυτό το λάθος φίλοι μου δεν διορθώνεται εύκολα. Σίγουρα δε, δεν διορθώνεται με πομπώδεις λέξεις, παχουλές υποσχέσεις, μεγαλεπήβολα σχέδια και παράθεση αριθμών.
Αυτά μου έλεγε στις Βρυξέλλες ενώ περπατούσαμε παρέα ένας από αυτούς τους μελαγχολικούς. Ο βρετανός, ελληνοκυπριακής καταγωγής σκηνοθέτης Μάρκος Μάρκου. Ετών 42. Εύπορος αλλά και δουλευταράς. Ο Μάρκου βρισκόταν στην πρωτεύουσα του Βελγίου για να γευτεί μια τεράστια τιμή, την πρώτη της καριέρας του. Η πρώτη ταινία του, «Papadopoulos and sons», μια έντιμη ταινία, φτιαγμένη από άνθρωπο με μεγάλη καρδιά και ακόμη μεγαλύτερη ελπίδα, επελέγη για να προβληθεί μέσα στο Ευρωκοινοβούλιο_ κάτι πρωτάκουστο μέχρι σήμερα. Ορθώς επελέγη και μπράβο στον ευρωβουλευτή κ. Γιώργο Κουμουτσάκο που προχώρησε αμέσως στην υλοποίηση του σχεδίου όταν άλλοι στην θέση του ενώ είχαν την πρώτοι την ευκαιρία, έμεναν στα «θα δούμε».
Ορθώς επελέγη γιατί το θέμα της ταινίας είναι η σύμπνοια, η αλληλοϋποστήριξη και η αλληλεγγύη σε αυτές τις δύσκολες εποχές της κρίσης, της μιζέριας και της αθλιότητας. Μετά από την οικονομική καταστροφή ενός ελληνικής καταγωγής τρανού επιχειρηματία στο Λονδίνο, ο ρέμπελος αδελφός του στον οποίο ο πρώτος δεν καταδεχόταν να μιλήσει, του προτείνει να στήσουν μαζί την παλιά μικρή, οικογενειακή επιχείρησή τους. Από το μηδέν. Μαζί. Θα τα καταφέρουν;
Ο Μάρκου θέλει να πιστεύει ότι θα τα καταφέρουν. Θέλει να πιστεύει ότι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να τα καταφέρουν. Γι’ αυτό έκανε την ταινία. Γιατί το πιστεύει. Και θέλει να κάνει και άλλους να το πιστέψουν. Σε αυτό η ταινία του που θα την δούμε στην Ελλάδα στις 20 Δεκεμβρίου, λειτουργεί αποτελεσματικά. Λέει όχι στον κυνισμό και ναι στο συναίσθημα. Αφελώς; Μπορεί. Αλλά της το συγχωρείς γιατί το πιστεύει αυτό που λέει και θέλει να το μεταδώσει. Θέλει να μεταδώσει την ελπίδα.
Και να όμως την ίδια ώρα η τραγική ειρωνεία. Η αλήθεια. Η τεράστια εικόνα αδικίας μέσα στον πυρήνα της «ελπίδας της Ευρώπης», στις ίδιες τις Βρυξέλλες. «Η Ευρώπη δεν αρέσει πια και αυτήν την εικόνα της πρέπει να την βελτιώσουμε όσο πιο σύντομα γίνεται» μας έλεγε ο κ. Κουμουτσάκος. Θέλω να συμφωνήσω μαζί του. Αλλά πώς; Πως όταν έξω από το Κοινοβούλιο όπου αυτά τα λόγια λέγονταν έβλεπες ζητιάνους μπροστά στις βιτρίνες;