Το καλοκαίρι είναι, αφηγηματικά μιλώντας, η εποχή της πλοκής. Ευπώλητα και «διαβαστερά αναγνώσματα» μπαίνουν σε τσάντες, τοποθετούνται σε ξαπλώστρες, σωριάζονται σε πετσέτες ως βαρίδια κατά του ανέμου και απολαμβάνουν τη θητεία τους ως σκίαστρα προσώπου. Δεν ταιριάζουν σε αυτή την εποχή τα ψυχοψαχτικά ζητήματα, τα πολλαπλά επίπεδα νοημάτων, οι υπόνοιες – ένα άρτιο στόρι αρκεί. Ως εκ τούτου, η καλοκαιρινή λογοτεχνία είναι ένα άθλημα στο οποίο διαγωνίζονται πολλά είδη και στο τέλος κερδίζει το νουάρ.

Οι αδρές γραμμές του αστυνομικού μυθιστορήματος δεν είναι βέβαια σήμερα αυτές που ήταν – έχουν γίνει πιο λεπτές, λιγότερο ασπρόμαυρες και πολύ πιο ευαίσθητες στο κοινωνικοπολιτικό context. Εξ ου και μια επιστροφή στο hard-boiled, ελαφρώς ανανεωτικά πειραγμένο ώστε να μην μοιάζει νοσταλγικό, φαντάζει εξαιρετική ως προοπτική. Στην Τριλογία του Βερολίνου (Οι βιολέτες του Μάρτη, Ο Χλομός εγκληματίας, Γερμανικό ρέκβιεμ, Κέδρος 2012), ο σκωτσέζος Φίλιπ Κερ αναβιώνει πανηγυρικά τη μορφή του παλιού αμερικανικού νουάρ μεταφυτεύοντάς το στη ναζιστική Γερμανία. Ο ήρωάς του, Μπέρνχαρντ Γκούντερ, είναι ένας κλασικός ανορθόδοξος υπηρέτης του νόμου, πότε αστυνομικός πότε ιδιωτικός ντετέκτιβ, ασεβής προς την εξουσία και επιρρεπής σε σφάλματα με μοιραίες γυναίκες. Δουλειά του είναι να εξιχνιάζει εγκλήματα στο φως του τσιγάρου έπειτα από γευσιγνωσία μεγάλου εύρους οινοπνευματωδών, στο πλαίσιο παιχνιδιών των ισχυρών της κοινωνίας.

Το εύρημα του Κερ του επιτρέπει να σχολιάσει τις συμβάσεις του αμερικανικού προτύπου. Άνετα μπορεί να φανταστεί κανείς τον Γκούντερ να συναναστρέφεται γκάνγκστερ, μόνο που εδώ οι γκάνγκστερ βρίσκονται στην εξουσία. Ο υφέρπων ρατσισμός που παρατηρούν ο Ρέιμοντ Τσάντλερ ή ο Ντάσιελ Χάμετ εδώ υφίσταται ως επίσημη κρατική πολιτική. Η διαφθορά δεν έχει χαρακτήρα αποκάλυψης των πολιτικών μηχανισμών γιατί αποτελεί τη φυσιολογική λειτουργία τους.

Το βασικότερο προσόν όμως της μετενσάρκωσης του Φίλιπ Μάρλοου στο Βερολίνο είναι η περιήγηση του αναγνώστη στους διαδρόμους του Γ΄ Ράιχ. Στις Βιολέτες του Μάρτη, ειρωνική έκφραση της εποχής για όσους έσπευδαν κατά κύματα να εγγραφούν στο εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, συναντά τους οπορτουνιστές βιομηχάνους που προσαρμόστηκαν εν μία νυκτί στα νέα δεδομένα. Ο χλομός εγκληματίας αναδεικνύει το περιθώριο αγυρτών και τσαρλατάνων που ανήλθε κοινωνικά μαζί με τους Ναζί. Το Γερμανικό ρέκβιεμ περιγράφει το ζοφερό σκηνικό μετά την καταστροφή, όπου «κυρίες της σοκολάτας» ενδίδουν σε αμερικανούς αξιωματικούς για να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα για την επιβίωση, ρώσοι στρατιωτικοί βάζουν στο χέρι όσα μπορούν και τα πιστοποιητικά αποναζιστικοποίησης αποτελούν περιζήτητο είδος. Και το σύνολο συνθέτει το απολαυστικό κάδρο μιας εποχής που «η ζωή παιζόταν ακόμη λίγο πολύ στη λοταρία».