Στο σχολείο το «ΑΒC» παραπέμπει στο προφανές, στο βασικό, στο αρχέτυπο για τη γραφή και την ανάγνωση, το απόλυτα θεμελιώδες. Η ευφυής χρήση αυτού του αναγνωριστικού ως αρκτικόλεξου στην οινική κουλτούρα προέρχεται από τις φράσεις «Anything But Cabernet» και «Anything But Chardonnay», για τα κόκκινα και τα λευκά αντίστοιχα. Εδώ που τα λέμε περισσότερο για οινικό μανιφέστο πρόκειται παρά για αρκτικόλεξο. Η εν λόγω κίνηση στην ουσία αντιβαίνει στην ισοπεδωτική επιλογή-μονόδρομο ανάμεσα στις δύο αυτές ποικιλίες που ως διεθνή best sellers έχουν ταυτοποιηθεί με το κατ’ εξοχήν κόκκινο και το απόλυτο λευκό. Ως διεθνείς, έχουν μια ευρεία βεντάλια έκφρασης από terroir σε terroir, μα σαφώς και δεν είναι οι μόνες πρωταγωνίστριες στον οινικό άτλαντα.

Η κίνηση «ΑΒC» ανοίγει τον δρόμο για να δοκιμάσει κάποιος όλες τις άλλες ποικιλίες και να καταλήξει πλέον συνειδητά. Στις παγκόσμιες ποικιλίες αντιπροτείνονται το Merlot, το Syrah, το Pinot Noir, όπως επίσης και το Nabbiolo Sangiovese, ενώ φυσικά υπάρχουν και τα Riesling, Sauvignon blanc, καθώς και τα Gewürztraminer. Αν μάθαμε όμως κάτι τούτη την εποχή είναι πως δεν είμαστε αποσυνδεδεμένοι από τον κόσμο. Το «ΑBC» σύνδρομο υπάρχει ως παρότρυνση απέναντι στη μονομανία του εγχώριου Cabernet και Chardonnay δίνοντας ώθηση σε εξαιρετικές λευκές και κόκκινες ποικιλίες και αντίστοιχες άξιες λόγου οινοποιήσεις. Πάρτε μολύβι και χαρτί προτού γεμίσετε το καλάθι των γιορτών με τις συνήθεις ετικέτες, ώστε να κάνετε μια πιο έξυπνη και εναλλακτική λίστα, εξίσου νόστιμη – αν όχι περισσότερο.

Τα λευκά

Οι ετικέτες που θα κάνουν τη διαφορά αυτές τις γιορτές

1. Ασύρτικο: Kατάγεται από τη Σαντορίνη και εκφράζεται ιδανικά στο ηφαιστειογενές της έδαφός της. Το χαρακτηρίζει υψηλή οξύτητα και πυκνή γεύση φρούτου, με μεγάλη επίγευση. Το στυλ του παραπέμπει στην ποικιλία Riesling την οποία μπορεί να αντικαταστήσει σε ένα γαστρονομικό συνδυασμό.

2. Μοσχοφίλερο: Ποικιλία με κοκκινωπό χρώμα που όμως διαφοροποιείται σε τόνο από καλλιέργεια σε καλλιέργεια. Τα αρώματα του κρασιού θυμίζουν την αλσατική ποικιλία Gewürztraminer, με τυπικά αυτά των ροδοπέταλων, του λεμονιού και του λίτσι. Εχει χαμηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ, μέτριο σώμα και υψηλή οξύτητα.

3. Μαλαγουζιά: Προέρχεται από την ορεινή Ναυπακτία και μια ιδιαίτερη ποικιλία της. Οταν το μυρίζουμε αναγνωρίζουμε αρώματα ανθέων με νότες μέντας, πλατύφυλλου βασιλικού και πιπεριάς. Εχει υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ, αλλά το χαρακτηρίζουν μέτρια οξύτητα και σώμα. Τηρουμένων των αναλογιών και βάσει της στρογγυλότητάς του θα μπορούσε να αντικαταστήσει σε κάποιες περιπτώσεις το Chardonnay.

4. Ρομπόλα: Κεφαλλονίτικη ποικιλία που τα αρώματά της θυμίζουν ξινά φρούτα, όπως λεμόνι, πράσινο μήλο, εσπεριδοειδή και ανανά. Το κρασί επίσης αναβλύζει mineral αρώματα, αλλά και μια θαλασσινή αύρα που θυμίζει την ποικιλία Muscadet του Λίγηρα, αν και ποιοτικά η Ρομπόλα είναι καλύτερη. Εχει έντονη οξύτητα και μέτρια περιεκτικότητα σε αλκοόλ.

5. Βιδιανό: Καλλιεργείται στην Κρήτη και κυρίως στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο. Δίνει ένα κρασί υψηλόβαθμο, με μέτρια οξύτητα και ιδιαίτερο άρωμα. Ανετα μπορεί να αντικαταστήσει τις νοτιογαλλικές ποικιλίες Viognier και Roussane.

Τα κόκκινα

Οσα αξίζει να βρουν θέση στο επίσημο τραπέζι

1. Ξινόμαυρο: Κατάγεται από τη Νάουσα και αποτελεί την πιο διαδεδομένη ποικιλία στη Βόρεια Ελλάδα. Η παραδοσιακή επεξεργασία του δίνει κρασιά με ανοιχτό χρώμα, με αρώματα ντομάτας και φράουλας, έντονη οξύτητα και τανίνη. Ωστόσο, οι μοντέρνες τεχνικές δίνουν κρασιά με σκουρότερο χρώμα και πυκνότερο άρωμα ελιάς και κοκκινόμαυρων φρούτων, με ευγενικές τανίνες. Στις καλές του εκδοχές μπορεί να πάρει άνετα τη θέση των Nebbiolo.

2. Αγιωργίτικο: Η ποικιλία αυτή πήρε το όνομά της από τον τόπο καταγωγής της, το χωριό Αγιος Γεώργιος της Νεμέας. Σε γενικές γραμμές το στυλ της είναι φρουτώδες, spicy, με μαλακές τανίνες και στρογγυλό στόμα, χωρίς έντονες αιχμές, κάτι που την κάνει άξιο αντικαταστάτη των Merlot.

3. Μαυροδάφνη: Χαρακτηριστικό της τα πολύπλοκα αρώματα που βγάζει, με κυρίαρχα τα μπαχαρικά όλων των ειδών, τα αποξηραμένα φρούτα, τη σοκολάτα και τον καφέ. Η ξηρή Μαυροδάφνη έχει έντονο χρώμα, υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ, μέτρια οξύτητα και πυκνό τελείωμα στη γεύση. Θα μπορούσε να πάρει τη θέση του Cabernet Sauvignon.

4. Μανδηλαριά: Από τις πιο πλούσιες σε χρώμα ποικιλίες αμπέλου, γηγενείς του αιγαιοπελαγίτικου χώρου. Διαθέτει ρουστίκ χαρακτήρα, με υψηλό αλκοολικό βαθμό και πολύ έντονες τανίνες, ενώ αρωματικά κυριαρχούν τα μπαχαρικά και τα φρούτα. Μοιάζει με την ποικιλία Mourvèdre.

5. Λημνιώνα: Καλλιεργείται σε μικρή έκταση στη Θεσσαλία. Οι αμπελουργοί την αποκαλούν συχνά Λημνιό, χωρίς όμως να ανήκει στην ίδια ποικιλία. Τα κρασιά της έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ, αλλά και έναν ιδιαίτερα κομψό χαρακτήρα που μας παραπέμπει σε απλά και όχι ακριβά Pinot Noir.