Η ζωή του μια βόλτα. Αθηναίος στην καταγωγή, πολίτης του κόσμου κατ’ επιλογή. Και μια από τις πιο ζεστές και οικείες ελληνικές φωνές. Ο ηθοποιός Αλέξανδρος Λογοθέτης τρέφεται με ταξίδια, τόσο στην τέχνη όσο και στη ζωή. Με τα πόδια σταθερά στο θεατρικό σανίδι, δεν δίστασε να πει το «ναι» από νωρίς τόσο στη μικρή, όσο και στη μεγάλη οθόνη, για να ακολουθήσουν αρκετές επιλεκτικές δουλειές και στα τρία «μέτωπα». Αρκεί πάντα ο ρόλος να αποτελεί πρόκληση και να του κεντρίζει το ενδιαφέρον. Με καλλιτεχνικό DNA – κληρονομημένο από τον μπαμπά Ηλία – μπόλικες «περγαμηνές» και αρκετές δόσεις κοσμοπολιτισμού, ανέκαθεν αρεσκόταν στο να διασχίζει σύνορα, εθνικά και δημιουργικά.

Στα διαλείμματα των υποχρεώσεών του ξανοίγεται στα μεγάλα ταξίδια της ζωής. Ως άλλος Αλέξανδρος έφτασε ως τις Ινδίες, και έπειτα στη Νότιο Αμερική, την Αφρική. Κι από εκεί στη Σπιναλόγκα. Προτού ξεκινήσει για νέες περιπέτειες κάπου στον πλανήτη, ο «Γιατρός Κυρίτσης» από το τηλεοπτικό «Νησί» μάς μιλάει για την τέχνη, την περιπέτεια, τα διδάγματα που αποκόμισε από τα ταξίδια του, την ιεράρχηση στόχων και επιτυχιών, καθώς και για τη συμμετοχή του στην καμπάνια Keep Walking Project για το Johnnie Walker.

Πέρα από άνθρωπος του θεάτρου είστε και άνθρωπος της περιπέτειας. Ποιες προσωπικές σας ανάγκες τρέφει το κάθε ένα;

«Ο Χρόνης Μπότσογλου μου έχει χαρίσει έναν πίνακα με αφιέρωση: «Στον Αλέξανδρο για την τέχνη που τον διάλεξε». Δεν νομίζω όμως ότι είναι η τέχνη που με διάλεξε. Η τέχνη καλύπτει το κομμάτι της έκφρασης, δηλαδή μιας βαθύτερης ανάγκης μου για επικοινωνία μέσα από την ανταλλαγή και την ανακάλυψη. Όλα αυτά βέβαια συνορεύουν και με την περιπέτεια. Γιατί και η περιπέτεια με τη σειρά της καλύπτει μια προσωπική ανάγκη μου για επικοινωνία. Αν δηλαδή βρεθώ στην Αφρική και δεν μιλάω Σουαχίλι και κανείς δεν μιλάει αγγλικά, θα ανακαλύψω τρόπους να μπορέσω να επιβιώσω, αλλά και να γνωρίσω ανθρώπους ώστε να περάσουμε καλά παρέα».
{{{ moto }}}
Τα βήματά σας σας έχουν οδηγήσει ως την καρδιά της Ασίας και ακόμη πιο πέρα. Τι είναι εκείνο που σας ωθούσε εκτός συνόρων; Τι διδαχθήκατε στα ταξίδια σας;

«Ταξιδεύω από μικρό παιδί. Στα 13 σηκώθηκα και πήγα μόνος σε summer school στο Κέιμπριτζ και έκανα κοπάνα για να βρεθώ στο Λονδίνο να δω παραστάσεις και μιούζικαλ. Έντεκα – δώδεκα χρονών αγόραζα δίσκους του Τσάρλι Πάρκερ, άκουγα το «Rhapsody in Blue» του Γκέρσουιν και έπαιζα κλαρινέτο. Αυτές οι επιρροές είναι που με έκαναν πάντα να φεύγω, γιατί δεν μπορούσα αυτά να τα βρω εδώ. Άνοιγε το μυαλό μου και ταυτόχρονα άνοιγαν και οι επιθυμίες μου να γνωρίσω καινούργια πράγματα, να γνωρίζω καλύτερα τον εαυτό μου. Στα ταξίδια μου έμαθα ότι μπορώ να τα καταφέρω παντού και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Έμαθα επίσης ότι αυτό που μας ενώνει, παρότι είμαστε τόσο διαφορετικοί, είναι ότι είμαστε όλοι φτιαγμένοι από τα ίδια υλικά, με τη διαφορά ότι κάθε φορά αλλάζει η συνειδητότητά μας. Αν κατορθώσουμε να δούμε ότι κατοικούμε το ίδιο «νησί» τότε ίσως να καταφέρουμε και μεγαλύτερα πράγματα όλοι μαζί».

Στην καριέρα σας έχετε κάνει προσεκτικά βήματα. Αυτόν τον καιρό είστε το ελληνικό πρόσωπο του «Keep Walking Project», της νέας καμπάνιας του Johnnie Walker, ενός brand με διεθνή απήχηση. Τι είναι αυτό που σας κίνησε το ενδιαφέρον να συνδεθείτε με αυτήν την εκστρατεία;

«Το Keep Walking Project είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον εγχείρημα. Βρίσκω την ιδέα που αντανακλά πολύ ελκυστική και πολύ επίκαιρη για την Ελλάδα, γι’ αυτό και δέχτηκα να συμμετέχω. Επίσης μου αρέσει η αίσθηση ότι συμμετέχω σε μία παγκόσμια ενέργεια. Πρόκειται για μια νέα πλατφόρμα συμμετοχής που θέτει στο προσκήνιο την αντίληψη ότι περπατάμε πιο μακριά όταν περπατάμε όλοι μαζί. Παρουσιάζει με λίγα λόγια την αλληλεξάρτηση μεταξύ της προσωπικής και της συλλογικής προόδου και την ιδέα ότι καθένας μας μπορεί να διαμορφώσει μια πρόταση για το γενικότερο καλό. Και αυτό το πετυχαίνει μέσα από τρία πρωτοποριακά projects που λειτουργούν ως παραδείγματα ενός νέου τρόπου σκέψης και που η υλοποίηση τους σε μεγάλη κλίμακα θα μπορούσε να συμβάλει σε ένα πιο θετικό αύριο. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με έναν 24χρονο, ο οποίος μετά από πολύ κόπο καταφέρνει να κάνει μια παγκόσμια κίνηση με μια τεχνολογική ανακάλυψη ονόματι Pavegen, η οποία μπορεί να προάγει έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης, πιο φιλικό προς το περιβάλλον. Η άλλη εξαιρετική πρόταση είναι το Hub Culture, μια ομάδα ανθρώπων που καθοδηγούν μια καλή ιδέα στη βιώσιμη εφαρμογή της. Και το τρίτο πρότζεκτ της καμπάνιας του Keep Walking Project αφορά έναν καλλιτέχνη ονόματι Ze Frank με χιούμορ και θετική ενέργεια που φιλοδοξεί να εντάξει τα όνειρα των τοπικών κοινωνιών σε ένα μεγάλο έργο τέχνης. Αυτό το πάντρεμα των τριών αυτών προτάσεων πρεσβεύει το νόημα της συλλογικότητας, αποτελεί μια ανοιχτή πρόσκληση για κινητοποίηση. Είναι σαν να μας λέει: «Παιδιά, ελάτε όλοι μαζί να αποφασίσουμε για κάτι». Αν το κάναμε αυτό και για τη χώρα μας θα ήταν τέλειο, να επιλέγει δηλαδή η πλειοψηφία μια πρόταση ανάμεσα σε πολλές και αυτή με τη σειρά της να μπορούσε να υλοποιηθεί στα σίγουρα. Πάντως, βρίσκω εξαιρετικό και αυτό που παρουσιάζει το νέο σποτ της Johnnie Walker με τίτλο «Step Together», όπου οι άνθρωποι αποφασίζουν απλά να περπατήσουν όλοι μαζί και με αυτόν τον τρόπο καταφέρνουν να αλλάξουν τον κόσμο τους, κυριολεκτικά φέρνοντας τα πάνω κάτω. Πρόκειται για ένα πάρα πολύ αισιόδοξο μήνυμα ότι μαζί μπορούμε να τα αλλάξουμε τα πράγματα. Αυτή είναι η δύναμή μας και αυτό πρέπει να καταλάβουμε, γιατί ο κόσμος, ειδικά στην Ελλάδα, είναι σήμερα φοβισμένος, μουδιασμένος».




Θεωρείτε δηλαδή ότι σήμερα διαφαίνεται μια τάση μετάβασης από το προσωπικό συμφέρον στη συλλογική πρόοδο σε όλα τα επίπεδα; Έχει όντως αλλάξει η ιεράρχηση των αξιών;

«Νομίζω πως ναι. Και νομίζω ότι πρόκειται και για μια καλή ευκαιρία και για την Ελλάδα, να δείξουμε ότι μπορούμε. Θεωρώ πολύ σημαντικό να ξεφύγουμε λίγο από το «εγώ» και να πάμε στο «εμείς». Μία πρόσφατη έρευνα,το Progress Index, που έχει πραγματοποιηθεί διεθνώς για λογαριασμό του Johnnie Walker, δείχνει ακριβώς αυτή τη μετάβαση στη νοοτροπία σε 11 διαφορετικές χώρες. Προτού αλλάξουμε τον κόσμο πρέπει βέβαια να αλλάξουμε τον εαυτό μας, στη συνέχεια όμως πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας με το ευρύτερο σύνολο, ακριβώς όπως είναι και το συμπυκνωμένο μήνυμα του «Keep Walking Project».

Θεωρείτε ότι οι Έλληνες έχουν υιοθετήσει αυτή την νέα τάση; Έχουμε σήμερα παραδείγματα πρωτοβουλιών συλλογικής προσπάθειας για την επίτευξη του κοινού καλού;

«Ναι, φυσικά, σε μικρή κλίμακα βέβαια, αλλά υπάρχουν τέτοιες ενέργειες. Και μακάρι να γίνουν περισσότερες στο μέλλον. Το ζήτημα είναι ο ένας να μη γίνεται εμπόδιο στον άλλον. Για αυτό και εύχομαι το Keep Walking Project να επιτύχει, να εμπνεύσει και να δώσει τη σκυτάλη σε ανάλογα εγχειρήματα που βελτιώνουν όχι μόνο τους τομείς που παρουσιάζει το Keep Walking Project (τέχνη, τεχνολογία και επιχειρηματικότητα), αλλά και άλλους ή και την καθημερινότητά μας. Αρκεί να έχουμε κατά νου ότι η Γη δεν μας ανήκει και εμείς με τη σειρά μας δεν ανήκουμε σε κανέναν. Είμαστε επισκέπτες σε αυτόν τον πλανήτη και καλό είναι να του συμπεριφερόμαστε ανάλογα».

Στο «Νησί» υποδυθήκατε τον ιδεαλιστή γιατρό Κυρίτση. Πόσο ταυτίζεστε με τέτοιου είδους χαρακτήρες που θέτουν το κοινό καλό πάνω από το ίδιον συμφέρον;

«Ταυτίστηκα με αυτόν τον χαρακτήρα από τη στιγμή που διάβασα το βιβλίο. Διεκδίκησα τον ρόλο και χαίρομαι πολύ που έγινε δικός μου. Μου ταιριάζει αυτός ο ήρωας. Έχει κάτι που το έχω κι εγώ από μικρό παιδί. Μου αρέσει να βοηθάω, να βγαίνω μπροστά και να λέω τη γνώμη μου, να παλεύω γι’ αυτήν. Τρώω και τα χαστούκια μου, αναπόφευκτα, αλλά δεν το βάζω κάτω. Μου άρεσε επίσης ότι αυτό που έκανε ο ήρωας τότε ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του, ήταν κατά κάποιον τρόπο βαθιά «αναρχικός». Έκανε ένα βήμα που κανείς δεν αποτολμούσε τότε. Έσωζε χανσενικούς και ταυτόχρονα ερωτεύτηκε μια γυναίκα από το νησί, τη διεκδίκησε και την παντρεύτηκε, επιδεικνύοντας μια ιδεατή υπομονή που δεν υπάρχει στις μέρες μας. Είχε έναν στόχο στη ζωή, ο οποίος ήταν η θεραπεία, ενώ η γνωριμία του με έναν άλλον άνθρωπο του έδωσε και έναν ακόμη στόχο, που ήταν ο έρωτας. Ο έρωτας είναι μεγαλείο».

Μιας και αναφερθήκατε σε στόχους, συνήθως κάθε φορά που κατακτούμε μια κορυφή στρεφόμαστε στην επόμενη. Γιατί δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς στόχους;

«Δεν θα έπρεπε να βλέπουμε τους στόχους σαν κάτι το μεγαλειώδες και πολύ δύσκολο. Στόχος είναι να παρακολουθήσω μια συναυλία. Στόχος είναι να συγκεντρώσω αντικείμενα για τον κάδο της ανακύκλωσης. Στόχος είναι και να καλλιεργώ τη γη. Στόχος είναι να προσπαθήσω να κάνω ό,τι καλύτερο για το παιδί μου, ώστε να πάρει από εμένα τα πιο θετικά στοιχεία και να γίνει ένας άνθρωπος που να σκέφτεται λίγο διαφορετικά από τη νόρμα. Νομίζω εν τέλει ότι οι άνθρωποι χρειαζόμαστε τους στόχους για να μας κρατούν προσηλωμένους στον μεγάλο στόχο που είναι η ζωή».

Το βιογραφικό σας περιλαμβάνει αρκετές βραβεύσεις και θερμές κριτικές. Εσείς πώς αποτιμάτε την πρόοδο και την επιτυχία στη ζωή σας;

«Έμεινα σχεδόν 20 χρόνια μακριά από την έντονη δημοσιότητα μέχρι να βρεθώ στο τηλεοπτικό «Νησί». Νιώθω τυχερός που είχα την ευκαιρία να συμμετέχω μια από τις πιο ενδιαφέρουσες δουλειές που έχουν γίνει ποτέ στην ελληνική τηλεόραση. Ήταν η πρώτη φορά από τότε που μπήκα στο επάγγελμα που απευθυνόμουν σε τόσο ευρύ κοινό – με εξαίρεση τη διετία από τα 21 ως τα 23, οπότε και έβλεπα το πρόσωπό μου ακόμη και στα σταυρόλεξα, λόγω της εμφάνισής μου σε δημοφιλείς τηλεοπτικές παραγωγές. Τότε έγινε το «κλικ» όπου είπα στον εαυτό μου «κάτι δεν γίνεται σωστά». Την απήχηση που είχαν τότε οι δουλειές μου δεν μπορούσα να τη διαχειριστώ, ήμουν πολύ μικρός, ήθελα να περνάω απαρατήρητος. Εκείνο που μετράω ως επιτυχία σήμερα είναι ότι κατάφερα όλα αυτά τα χρόνια να διαγράψω μια πορεία δουλεύοντας από την πρώτη μέρα μέχρι και τώρα χωρίς να έχω σταματήσει, παρά μόνο κατ’ επιλογή μου. Επίσης, έχω κερδίσει τις συνεργασίες μου με το σπαθί μου και με τη δουλειά μου. Αυτό είναι το κέρδος. Το κόστος της επιτυχίας δεν το εισέπραξα, το απέφυγα».

Τι σχέδια καταστρώνετε αυτόν τον καιρό;

«Σχεδιάζουμε μια ταινία σε σενάριο που έχει γράψει ένας φίλος και στην οποία θα εμφανίζονται μεταξύ άλλων η Θέμις Μπαζάκα και ο Γιώργος Πυρπασόπουλος, καθώς και ερασιτέχνες ηθοποιοί, με γυρίσματα σε Σκύδρα, Έδεσσα, Καϊμάκστσαλαν και Αθήνα. Παρόλο που το μπάτζετ της είναι πολύ χαμηλό, αναζητούμε ανορθόδοξους τρόπους να την προχωρήσουμε γιατί μας αρέσει πολύ να κάνουμε σινεμά. Διαθέτει άλλωστε μια θεματολογία που ξεφεύγει από το καθιερωμένο αστικό δράμα, θα είναι μια πολιτική ταινία».

Κλείνοντας, μιας και η κουβέντα στρέφεται γύρω από στόχους και βήματα, και αφού έχετε διανύσει χιλιόμετρα για τα γυρίσματα του βίντεο του Keep Walking Project, ποιος είναι ο αγαπημένος σας περίπατος;

«Μια αγαπημένη μου διαδρομή είναι από την Ακρόπολη μέχρι το Θησείο, η βόλτα με τα πόδια μέσα από τα στενά της Πλάκας ή πάνω στα Αναφιώτικα. Μου αρέσει επίσης πάρα πολύ η Πανεπιστημίου. Είμαι ωστόσο περισσότερο άνθρωπος της φύσης. Απολαμβάνω πιο πολύ τη βόλτα από το σπίτι μου μέχρι το παλιό λιμάνι των Χανίων. Και η πιο αγαπημένη από όλες είναι το περπάτημα στον Βίκο».