Αυτά παθαίνει κανείς όταν πρέπει να υπερπηδήσει ένα οικονομικό χάσμα, αλλά είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει να πηδήξει αρκετά μακριά και συνεπώς καλύπτει μόνο ένα μέρος της απόστασης προς την απέναντι πλευρά. Αν οι Δημοκρατικοί τα πάνε τόσο άσχημα όσο αναμένεται στις εκλογές για το Κογκρέσο οι αυθεντίες θα σπεύσουν να ερμηνεύσουν τα αποτελέσματα ως δημοψήφισμα επί ιδεολογικών ζητημάτων. Οι περισσότεροι θα πουν ότι ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα μετακινήθηκε πολύ Αριστερά, αν και το πρόγραμμα που υλοποίησε ήταν πιο Συντηρητικό από τις προεκλογικές εξαγγελίες του: μια ασφαλιστική μεταρρύθμιση πολύ κοντινή σε παλαιές προτάσεις των Ρεπουμπλικανών και ένα πακέτο δημοσιονομικής τόνωσης που αποτελείτο κυρίως από φοροπερικοπές, κάποια βοηθήματα για τους ανέργους και έκτακτες «ενέσεις» κεφαλαίων προς τις οικονομικά «στριμωγμένες» Πολιτείες.

Λίγοι σχολιαστές θα επισημάνουν, πιο δίκαια, ότι ο Ομπάμα ποτέ δεν υποστήριξε ολόψυχα προοδευτικές πολιτικές, ότι επανειλημμένα ποδοπάτησε τα ίδια του τα μηνύματα και ότι ανησυχούσε τόσο μήπως εκνευρίσει τους τραπεζίτες ώστε κατέληξε να «παραδώσει» όλη τη λαϊκή αγανάκτηση στη Δεξιά.

Αν η οικονομική κατάσταση ήταν καλύτερη, αν η ανεργία είχε πέσει σημαντικά τον τελευταίο χρόνο, δεν θα υπήρχε λόγος για αυτή τη συζήτηση. Αντιθέτως, θα μιλούσαμε για ήπιες, συνηθισμένες απώλειες των Δημοκρατικών στις εκλογές για το Κογκρέσο.

Η αληθινή ιστορία των εκλογών όμως είναι αυτή μιας οικονομικής πολιτικής που απέτυχε. Γιατί; Διότι ήταν πολύ κατώτερη των περιστάσεων. Οταν ανέλαβε την προεδρία ο Ομπάμα κληρονόμησε μια οικονομία σε πολύ δύσκολη κατάσταση, πιο δύσκολη απ΄ ό,τι εκείνος ή οι σύμβουλοί του συνειδητοποιούσαν. Γνώριζαν ότι η Αμερική βρισκόταν εν μέσω μιας σοβαρής χρηματοπιστωτικής κρίσης. Δεν φαίνεται όμως να είχαν αφομοιώσει τα ιστορικά διδάγματα που υπαγορεύουν ότι ύστερα από μια σημαντική χρηματοπιστωτική κρίση κανονικά ακολουθούν παρατεταμένες περίοδοι υψηλής ανεργίας.

Αν κοιτάξει κάποιος τώρα πίσω στις αρχικές οικονομικές προβλέψεις που χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογηθεί το οικονομικό πλάνο Ομπάμα αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι η αισιοδοξία αυτής της πρόβλεψης για την ικανότητα αυτοΐασης της οικονομίας. Ακόμη και χωρίς το πλάνο τους, οι οικονομολόγοι του Ομπάμα προέβλεπαν ότι το ποσοστό ανεργίας θα κορυφωνόταν στο 9% και έπειτα θα έπεφτε γρήγορα. Το πακέτο τόνωσης θα χρειαζόταν απλώς για να αποσοβήσει τα χειρότερα· σαν «ασφαλιστήριο συμβόλαιο ενάντια σε μια καταστρεπτική αποτυχία», όπως τόνιζε σε ένα σημείωμα προς τον πρόεδρο ο κορυφαίος οικονομικός του σύμβουλος Λόρενς Σάμερς.

Ομως οι οικονομίες που έχουν περάσει μια βαριά χρηματοπιστωτική κρίση γενικώς δεν θεραπεύονται γρήγορα. Από τον πανικό του 1893, στη σουηδική κρίση του 1992, στη χαμένη δεκαετία της Ιαπωνίας, οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις ακολουθούνται επανειλημμένα από μακρόχρονες περιόδους οικονομικής αναταραχής. Αυτό ίσχυσε ακόμη και στην περίπτωση της Σουηδίας, όπου η κυβέρνηση κινήθηκε άμεσα και αποφασιστικά για την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος.

Για να αποφύγει αυτή τη μοίρα η Αμερική χρειαζόταν ένα πολύ ισχυρότερο πρόγραμμα από αυτό που εφήρμοσε. Δεν χρειαζόταν να είναι κάποιος προφήτης: η ανεπάρκεια του πακέτου στήριξης ήταν πασιφανής από την αρχή. Θα μπορούσε η κυβέρνηση να είχε περάσει μεγαλύτερο πακέτο στήριξης από το Κογκρέσο; Ακόμη και αν δεν μπορούσε μήπως θα ήταν καλύτερα να είχε ζητήσει ένα μεγαλύτερο πρόγραμμα δαπανών από το να προσποιείται ότι αυτό που της εγκρίθηκε ήταν το κατάλληλο; Δεν θα το μάθουμε ποτέ.

Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι η ανεπάρκεια του πακέτου στήριξης υπήρξε πολιτική καταστροφή. Ναι, τα πράγματα είναι καλύτερα απ΄ ό,τι θα ήταν χωρίς το Νομοσχέδιο Αμερικανικής Ανάκαμψης και Επανεπένδυσης: το ποσοστό ανεργίας πιθανότατα θα προσέγγιζε σήμερα το 12% αν δεν είχε «περάσει» αυτό το σχέδιο. Οι ψηφοφόροι όμως αντιδρούν σε γεγονότα όχι σε υποθέσεις και η γενική αντίληψη είναι ότι οι κυβερνητικές πολιτικές απέτυχαν. Η τραγωδία είναι ότι αν οι ψηφοφόροι στραφούν τελικά εναντίον των Δημοκρατικών στην πραγματικότητα θα ψηφίζουν για να κάνουν τα πράγματα χειρότερα.

Οι Ρεπουμπλικανοί δεν έχουν μάθει τίποτε από την οικονομική κρίση πέραν του ότι η υπονόμευση του Ομπάμα με κάθε μέσο αποτελεί νικηφόρα πολιτική στρατηγική. Οι φοροαπαλλαγές και η απορρύθμιση παραμένουν πάντα το άλφα και το ωμέγα του οικονομικού τους οράματος.

Αν τελικά καταλάβουν το ένα ή και τα δύο σώματα του Κογκρέσου είναι δεδομένο ότι θα δούμε προηγούμενες πολιτικές να παραλύουν, που σημαίνει ότι μεταξύ άλλων θα διακοπεί η απολύτως αναγκαία οικονομική στήριξη των ανέργων και θα «παγώσει» η περαιτέρω βοήθεια σε πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις. Το μόνο ερώτημα είναι αν θα δημιουργηθεί και πολιτικό χάος, με τους Ρεπουμπλικανούς να σταματούν τη λειτουργία της κυβέρνησης εντός των επομένων δύο χρόνων. Και οι πιθανότητες είναι υπέρ αυτού του σεναρίου.

Υπάρχει ελπίδα για καλύτερη έκβαση των πραγμάτων; Ισως οι ψηφοφόροι να επανεξετάσουν το αν πρέπει να ξαναδώσουν την εξουσία σε αυτούς που μας έφεραν σε αυτά τα χάλια. Επίσης αν υπάρξει μικρότερη του αναμενομένου συμμετοχή στις εκλογές από τους Ρεπουμπλικανούς αυτό θα δώσει στον Ομπάμα μια δεύτερη ευκαιρία να αλλάξει τα δεδομένα στην οικονομία. Για την ώρα όμως όλα δείχνουν ότι η υπερβολικά διστακτική προσπάθειά μας να υπερπηδήσουμε το οικονομικό χάσμα αποδείχτηκε ανεπαρκής- και όπου να ΄ναι θα τσακιστούμε στον πάτο.