Ο συνεχής και αδιάλειπτος – κυρίως ο ανορθόδοξος – πόλεμος μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων έχει εμπνεύσει αρκετούς συγγραφείς στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ενδεικτικά, μπορούν να αναφερθούν οι Τζον Αμπντάικ και Γιασμίνα Χάντρα που πρόσφατα εμφανίστηκαν με μυθιστορήματα πάνω στο θέμα της τρομοκρατίας. Παρόμοιο έργο έγραψε τη δεκαετία του ’70 ο Τζον Λε Καρέ. Την ίδια εποχή που ο βρετανός μετρ τής ούτως ειπείν κατασκοπικής λογοτεχνίας ασχολούνταν με το θέμα, ο συμπατριώτης του και εισηγητής του είδους Ερικ Αμπλερ (1911-1998), ο δημιουργός του περίφημου Η μάσκα του Δημήτριου, εξέδιδε το μυθιστόρημα Ο Λεβαντίνος, απηχώντας τις αντιδράσεις για την ένοπλη δράση των Παλαιστινίων στη Μέση Ανατολή. Αυτό έγινε το 1972, μερικά χρόνια μετά τον Πόλεμο των Εξι Ημερών, όταν το μικρό Ισραήλ αιφνιδίασε τα γειτονικά αραβικά κράτη που το απειλούσαν και μέσα σε λίγες ημέρες τα κατατρόπωσε στρατιωτικά.


Κεντρικός ήρωας στο παρόν μυθιστόρημα είναι ο Μάικλ Χάουελ, ένας Λεβαντίνος, χριστιανός, γιος Λιβανέζου αρμενικής καταγωγής και μιας Κύπριας, ο οποίος αρχικά δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον για την πολιτική, πέρα απ’ όσο εξυπηρετεί τα επιχειρηματικά του συμφέροντα (είναι βιομήχανος και εφοπλιστής). Ωσπου ανακαλύπτει τυχαία ότι το εργοστάσιό του στη Δαμασκό έχει μετατραπεί παράνομα σε βάση ένοπλης παλαιστινιακής οργάνωσης και εργαστήριο κατασκευής βομβών. Μη μπορώντας να απεμπλακεί από την ακούσια ανάμειξή του στη σκοτεινή αυτή υπόθεση, ο εκβιαζόμενος Χάουελ δέχεται να παίξει ένα λίαν επικίνδυνο παιχνίδι στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης του Ισραήλ και των Παλαιστινίων.


Την ιστορία αφηγούνται τρία πρόσωπα: ο ίδιος ο Χάουελ, η ιταλικής καταγωγής Τερέζα Μαλάντρα, ερωμένη και υπάλληλός του, και ο αμερικανός δημοσιογράφος Λιούις Πρέσκοτ, ο οποίος έχει πάρει συνέντευξη από τον Σάλεχ Χάλεντ, ηγέτη ακροαριστερής παλαιστινιακής οργάνωσης, θιασώτη βομβιστικών ενεργειών. Αυτός ο αδιάλλακτος σαμποτέρ – θεωρείται γκάνγκστερ από τους μετριοπαθείς συμπατριώτες του – θέλει να χρησιμοποιήσει το πλοίο «Ευρυδίκη» του Χάουελ ως μέσον τρομοκρατικού χτυπήματος εντός του κράτους του Ισραήλ, στην καρδιά του, το Τελ Αβίβ. Στην υπόθεση εμπλέκονται ενεργά και δύο έλληνες ναυτικοί, ο καπετάνιος του πλοίου, ένας αξιοπρεπής άνθρωπος «με παχουλή γυναίκα και επτά παιδιά», σύμφωνα με τον συγγραφέα, και ο υποπλοίαρχος. Ποια θα είναι άραγε η τύχη του εγχειρήματος;


Το μυθιστόρημα γράφτηκε εν θερμώ, μέσα σε ρευστή κατάσταση, σε κλίμα αβεβαιότητας, καθώς τα γεγονότα που ακολούθησαν τον ταπεινωτικό για τους Αραβες Πόλεμο των Εξι Ημερών ήταν πρόσφατα (το επίμετρο και οι σημειώσεις της μεταφράστριας Εύης Μπαξεβάνη είναι απολύτως κατατοπιστικά). Παρά τη συμπάθεια που δείχνει στον αγώνα των Παλαιστινίων για την απόκτηση πατρίδας, ο Αμπλερ εδώ τάσσεται σαφώς εναντίον των δυναμικών επιθέσεων που έχουν στόχο αθώους πολίτες. Εξιστορεί τα γεγονότα από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, μιλάει για την ευθύνη των Βρετανών στο παλαιστινιακό δράμα, αναφέρεται στον Γιάσερ Αραφάτ, στην Αλ Φατάχ, στην PLO και στο κόμμα Μπάαθ, κατακεραυνώνει τους στενόμυαλους άραβες ηγέτες που προσπαθούν να αφυπνίσουν την κοινή γνώμη μέσω τρομοκρατικών πράξεων και επιχειρεί να πείσει τον αναγνώστη για το μάταιο παρόμοιων ενεργειών που εντέλει καταλήγουν στον εκφυλισμό του απελευθερωτικού αγώνα.


Ο κ. Φίλιππος Φιλίππου είναι συγγραφέας.