Ηταν, όπως φαίνεται, αρκετή εκείνη η στιγμή που το χάος γέννησε μια σταλιά τάξη, τότε που εμφανίσθηκε το «περίεργο» πρωτοκύτταρο σ’ έναν κόσμο αφιλόξενο πριν από 2,8 δισεκατομμύρια χρόνια περίπου. Και από τότε άρχισε ένας «τιτάνιος» αγώνας δρόμου, μια αδυσώπητη πάλη ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, μια παμπάλαια συνήθεια που κυριαρχεί μέχρι σήμερα με άπειρα επεισόδια και με νικητή πάντα τη ζωή που ξέρει να γράφει τα κατάλληλα σενάρια με τα νέα είδη που εφευρίσκει.


Αυτό όμως το χάος δε νικήθηκε ποτέ ούτε από την πολυπλοκότητα της ζωής, το μεγάλο αυτό όπλο της, ούτε από τον άνθρωπο, ο οποίος από την κορυφή του εξελικτικού δέντρου προσπαθεί να κατανοήσει πώς βρέθηκε εκεί ψηλά. Οι αδικίες, οι πόλεμοι, οι αταξίες, όλα συστατικά του κοινωνικού μας χάους, είναι σύμφυτα ακόμη και με τον πολιτισμένο άνθρωπο που δεν μπορεί να αποποιηθεί της κληρονομιάς των κτηνωδών προγόνων του και σκοτώνει, καταστρέφει, αποδιοργανώνει για να ξανακτίσει, να ξαναδημιουργήσει, να επαναφέρει την τάξη. Μια σισύφεια ενασχόληση που αδικεί τη μοναδικότητα του εγκεφάλου του, τη σπουδαιότητα του είδους του, τη σημαντικότητα της αποστολής του.


Αυτή λοιπόν η «αφ’ υψηλού ματιά» του ανθρώπου, η υπαρξιακή του απορία, γέννησε την ιδέα της μεταβλητότητας των οργανισμών ακόμη και πριν από την ανατολή του πολιτισμού, όταν πίστευε στους μύθους μετατροπής ανθρωπίνων όντων σε ζώα ή δράκων σε ζώα. Αλλά ακόμη και πολύ αργότερα πολλοί πίστευαν ότι το σάπιο κρέας μετατρέπεται σε μύγες. Από τον 6ο όμως αιώνα π.X. ο Αναξίμανδρος προσπάθησε να ερμηνεύσει την προέλευση του Σύμπαντος αποφεύγοντας τους μύθους και υποστήριξε ότι τα πράγματα και τα ζωντανά όντα, ζώα και φυτά, προέρχονται από ένα πρωτογενές υγρό, μια πρωτογενή λάσπη στην οποία και επιστρέφουν τελικά.


Από τον Αναξίμανδρο όμως μέχρι τον Δαρβίνο και μέχρι τον 21ο αιώνα ο άνθρωπος έμαθε πολλά για τη διασπορά της ζωής, για το πώς μεγάλωσε και φούντωσε το εξελικτικό της δέντρο, για την ιεραρχική οργάνωσή της, για το πώς το άπειρο χάος έδωσε θέση σε μια μεγάλη τάξη του ζωντανού κόσμου. Και σήμερα είναι αποδεκτή η κατάταξη των εκατομμυρίων ειδών σε τρεις διαβαθμίσεις εξελικτικής προοδευτικότητας (Μονήρη, Πρώτιστα, Μετάζωα), κατανεμημένων σε πέντε «βασίλεια»: των προκαρυωτικών οργανισμών (Μονήρη: βακτήρια, κυανοφύκη) που εξελίχθηκαν σε μονοκύτταρους ευκαρυωτικούς, τα Πρωτόζωα (Πρώτιστα) και στη συνέχεια σε πολυκύτταρους, μύκητες, φυτά και ζώα (Μετάζωα).


H γενική αυτή χαρτογράφηση της βιολογικής εξέλιξης, αποτέλεσμα πολλών παλαιότερων αλλά και σύγχρονων ερευνών, μορφοποίησε το πεδίο στο οποίο δίνεται η «μάχη» για να αποκαλυφθεί η εξελικτική αλήθεια. Τα «όπλα» σήμερα είναι πολύ πιο σύγχρονα και πιο «έξυπνα», τα αποτελέσματα πιο πειστικά και η ανίχνευση των εξελικτικών δρόμων πιο λεπτομερής. H αναρρίχηση της ζωής και η απελευθέρωσή της εμφανείς σε κάθε εξελικτικό άλμα, η εξελικτική της πρόοδος αδιαμφισβήτητη.


Μέσα σ’ αυτό λοιπόν το τοπίο άρχισε να φαίνεται και η προέλευση των πρώτων πολυκύτταρων οργανισμών, αν και δεν αντιπροσωπεύονται από σχετικά απολιθώματα καθώς δεν έχουν βρεθεί ακόμη. Οι επιστημονικές απόψεις συγκλίνουν στην αποδοχή της προέλευσής τους μετά την εμφάνιση των μονοκύτταρων ευκαρυωτικών οργανισμών και την εξέλιξη του φύλου, 700 περίπου εκατομμύρια χρόνια πριν. H μετάβαση προς την πολυκυτταρικότητα φαίνεται να μην έγινε μία φορά αλλά πολλές και με ανεξάρτητο τρόπο, πιθανόν για διαφορετικούς λόγους σε διαφορετικές ομάδες. H κατάσταση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί και ως το αποτέλεσμα ισχυρού εξελικτικού δυναμικού που ανταποκρίθηκε στις επικρατούσες τότε περιβαλλοντικές συνθήκες και οδήγησε στη μεγάλη αυτή διασπορά.


Σήμερα πιστεύουμε ότι έχουν προέλθει 17 διαφορετικά είδη πολυκύτταρων οργανισμών με ανεξάρτητο τρόπο από τα Πρώτιστα, τα Πρωτόζωα δηλαδή. Σ’ αυτούς τους πρώτους πολυκύτταρους οργανισμούς περιλαμβάνονται, π.χ., τα αυτότροφα κόκκινα και καφετιά φύκη, διάφοροι μύκητες, οι σπόγγοι, που είναι ετερότροφοι (δεν φωτοσυνθέτουν δηλαδή) αλλά έχουν μηχανισμούς πέψης, κ.ά.


Ποιο όμως είναι το όφελος της ζωής από την πολυκυτταρικότητα; Μια πρώτη σκέψη αφορά το γεγονός ότι η επανάληψη της κυτταρικής μηχανής στους πολυκύτταρους οργανισμούς αντανακλά ένα σημαντικό πλεονέκτημα γιατί επιτρέπει την αύξηση του μεγέθους, την ποικιλία των σχημάτων και την αύξηση της αναπαραγωγικής δυνατότητας και της ομοιόστασης, των μηχανισμών προσαρμοστικότητας δηλαδή, μέσα από τους νέους γενετικούς συνδυασμούς που ενισχύονται και από την ύπαρξη του φύλου. Πέραν τούτου πρέπει να αναφερθεί ως πλεονέκτημα και το γεγονός ότι αυξάνεται η μακροβιότητα του οργανισμού μέσα από την αναπλήρωση των κυττάρων του που γίνεται με τις σχετικές διαδικασίες ανάπτυξης.


Για το πώς προήλθε η πολυκυτταρικότητα από ένα κόσμο που είχε μόνο μονοκύτταρους οργανισμούς για πολλά εκατομμύρια χρόνια, υπάρχουν δύο απόψεις. Σύμφωνα λοιπόν με τη μία άποψη πολλά μονοκύτταρα δημιούργησαν κυτταρικά συσσωματώματα μέσα από τα οποία αναδυόταν η ευκαιρία εξερεύνησης πλεονεκτημάτων, όπως λ.χ. του μεγέθους και του σχήματος. H αποτελεσματικότητα της αποικίας αυξανόταν με τη δημιουργία ενός κεντρικού ελέγχου, συμβάλλοντας στην ανταλλαγή κυτταρικών προϊόντων μεταξύ των κυττάρων και ρυθμίζοντας μεταβολικές διαδικασίες ωφέλιμες στο συσσωμάτωμα, στην αποικία, κάτι ανάλογο δηλαδή με τη συμβίωση προκαρυωτικών οργανισμών που οδήγησε στην προέλευση κυτταρικών οργανιδίων και του συνακόλουθου ευκαρυωτικού κυττάρου.


Σύμφωνα με την άλλη άποψη, η πολυκυτταρικότητα αρχίζει με ένα σύμπλοκο μιας μονοκυτταρικής μορφής με πολλούς πυρήνες, συνακόλουθη διαίρεσή της σε κύτταρα που είχαν έναν από τους πολλούς πυρήνες και το γειτονικό κυτταρόπλασμα που περιβλήθηκε από μεμβράνη για να σχηματισθεί τελικά ένας πολυκυτταρικός τύπος. Τα πλεονεκτήματα και στην περίπτωση αυτή είναι τα ίδια και με της πρώτης. Ωστόσο επικρατέστερη θεωρείται η πρώτη άποψη, επειδή τα πολυπύρηνα κύτταρα έχουν πολύ εξειδικευμένη συμπεριφορά και μπορεί να απορυθμιστεί όταν εμφανιστεί η πολυκυτταρικότητα με αποτέλεσμα την κατάρρευση.


Πόσο συναρπαστική είναι λοιπόν μια αχτίδα φωτός όταν αναδύεται από το σκοτεινό χάος. Και αυτή η αχτίδα με την «υπομονή» και την «επιμονή» της φύσης έγινε ήλιος λαμπερός που φωτίζει το εξελικτικό δέντρο μέσα από τη σύγχρονη εξελικτική σκέψη. Μια σκέψη που βάζει σε πράξη τον ατίθασο εγκέφαλό μας, νοικοκυρεύει τα υπαρξιακά μας προβλήματα και απαλύνει τις αγωνίες μας. Γιατί η εξελικτική γνώση είναι ολιστική όπως και η περίπλοκη ζωή μας, που θέλει φως, πολύ φως.


Ο κ. Σταμάτης N. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής, πρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών.