Ο «Καρυοθραύστης» ­ το τρίτο και τελευταίο μπαλέτο του μεγάλου ρώσου συνθέτη μετά τη «Λίμνη των Κύκνων» και την «Ωραία Κοιμωμένη» ­ έκανε την πρεμιέρα του τον Δεκέμβριο του 1892 στο Θέατρο Μαριίνσκι της Αγίας Πετρούπολης σε λιμπρέτο του Μαριύς Πετιπά, βασισμένο στη διασκευή του Αλεξάνδρου Δουμά «Η ιστορία ενός Καρυοθραύστη» πάνω σε ένα παραμύθι του Ε. Τ. Α. Χόφμαν και σε χορογραφία του Λεβ Ιβανόφ. Εκτοτε η ιστορία της μικρής Κλάρας και οι φανταστικές της περιπέτειες μεταξύ ονείρου και εφιάλτη τη νύχτα των Χριστουγέννων θα γνωρίσουν πλήθος διασκευών, με σταθμό τη χορογραφική εκδοχή του Ζορζ Μπαλανσίν το 1954 για το New York City Ballet, που θα την κάνει παράσταση συνώνυμη των εορτών για τον αγγλοσαξονικό κόσμο. Αυτό το διάσημο λοιπόν μπαλέτο που έχει εισαχθεί στο ρεπερτόριο των πιο σημαντικών μπαλετικών ομάδων χάρη στη διασκευή του Πιερ Λακότ, ο οποίος υπογράφει επίσης σκηνικά και κοστούμια, αποτελεί πλέον μέρος του ρεπερτορίου και της δικής μας Λυρικής Σκηνής.


Ο γάλλος χορογράφος, γέννημα θρέμμα της Οπερας του Παρισιού, από το 1968 και μετά επιδίδεται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα στην αναβίωση έργων του ρομαντικού ρεπερτορίου, οπότε ανέλαβε το ανέβασμα του «Καρυοθραύστη» με τις γνώσεις και την εμπειρία του ειδικού.


Συναντηθήκαμε στην Οπερα Γκαρνιέ σε ένα διάλειμμα από τις πρόβες της «Πακίτα» ­ το έργο ανεβαίνει τον Ιανουάριο 2001 σε δική του διασκευή με το Μπαλέτο της Οπερας του Παρισιού. Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε εξομολογήθηκε την ιδιαίτερη αγάπη του για το μπαλέτο του 19ου αιώνα, εκφράστηκε με υπερηφάνεια για τη γαλλική σχολή χορού και βεβαίως έδειξε να υποκλίνεται με σεβασμό μπρος στα αριστουργήματα της ιστορίας της χορευτικής τέχνης, χωρίς ίχνος αλαζονείας, ως αληθινός εργάτης της τέχνης του.







­ Από πού απορρέει το ενδιαφέρον σας για τον 19ο αιώνα;


«Ο 19ος αιώνας είναι κεφαλαιώδους σημασίας στην ιστορία του χορού γιατί συμπίπτει με τη γέννηση του λυρικού μπαλέτου, του ballet d’ action, με τα πρώτα μεγάλα ρομαντικά έργα τα ικανά να συγκινήσουν ολόπλευρα τον θεατή. Με τη «Συλφίδα» ή τον «Θάνατο της Ζιζέλ», το μπαλέτο δεν περιορίζεται πια σε ένα απλό divertissement, παρά εκφράζει ένα ολόκληρο εύρος συναισθημάτων. Προϊόν της εξέλιξης όχι μόνο σε επίπεδο θέματος αλλά και χορογραφίας, και της όλης σύλληψης εν γένει. Ως γνωστόν η εισαγωγή των pointes δεν στάθηκε επαναστατική απλώς σε επίπεδο τεχνικής· έδωσε τη δυνατότητα να βγουν στο προσκήνιο οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές του χορού, δηλαδή οι σολίστ».


­ Η ενασχόλησή σας με την αναβίωση κλασικών έργων σήμερα έχει νοσταλγικό χαρακτήρα;


«Πάντως δεν πρόκειται για μουσειακή απασχόληση· ο κλασικός χορός δεν είναι νεκρή γλώσσα. Είναι κομμάτι αναπόσπαστο της ίδιας της ιστορίας αυτής της τέχνης. Θα μπορούσε κανείς να καταργήσει τις κλασικές αξίες; Πρόκειται για τεράστια κληρονομιά την οποία καλούμαστε να συντηρήσουμε. Η μονομέρεια της εποχής μας να πριμοδοτείται μόνο ο σύγχρονος χορός είναι αδιανόητη. Αντιθέτως θεωρώ πολύ σωστή την πολιτική της Οπερας του Παρισιού που προγραμματίζει ισορροπημένα και τα δύο. Συντηρεί το κλασικό ρεπερτόριο, χωρίς να παραμελεί τη σύγχρονη χορογραφική δημιουργία. Φυσικά στην Οπερα δεν έπαψαν ποτέ να στηρίζουν το κλασικό μπαλέτο, γιατί σ’ εμάς είναι κάτι σαν οικογενειακή υπόθεση. Το Παρίσι ήταν το κέντρο των εξελίξεων σε αυτή την τέχνη για περισσότερο από τρεις αιώνες».


­ Μιλήστε μας για τη συνεργασία σας με το Μπαλέτο της Λυρικής. Παρ’ ότι ασχολείστε τόσο συστηματικά με τον 19ο αιώνα, χορογραφείτε για πρώτη φορά τον «Καρυοθραύστη».


«Είναι ένα παραμύθι για παιδιά και για ενηλίκους και ταυτόχρονα ένα μουσικό αριστούργημα. Είναι επίσης το μόνο μπαλέτο που δεν είχα ανεβάσει, ώσπου δέχθηκα την πρόταση του διευθυντή της Λυρικής για να το χορογραφήσω. Είδα το δυναμικό της Λυρικής στην «Μπαγιαντέρα» και σκέφτηκα ότι με πολλή δουλειά θα είναι εφικτό. Διαπίστωσα από τις πρώτες πρόβες ότι οι χορευτές ήταν πολύ ανθρώπινοι, ευαίσθητοι και ανοιχτοί ταυτόχρονα. Το επίπεδο είναι ακόμη αδιαμόρφωτο, με αρκετή όμως δουλειά σε σωστό πλαίσιο θα μπορούσαν να υπάρξουν αποτελέσματα».


­ Ως σήμερα έχουν υπάρξει πολυάριθμες διασκευές, άλλες στέκονται με σεβασμό και άλλες απομακρύνονται από την πρωτότυπη χορογραφία των Πετιπά – Ιβανόφ. Ποια ήταν η δική σας προσέγγιση;


«Καθένας δικαιούται να έχει την άποψή του. Οσο για μένα, ακολούθησα πιστά το λιμπρέτο του Πετιπά, με εξαίρεση ορισμένες παρεμβάσεις στη δεύτερη πράξη. Στην ουσία στηρίχθηκα στις παραδόσεις που έμαθα από παιδί, όταν φοιτούσα στη Σχολή της Οπερας. Είχα δουλέψει χρόνια με τη Λιουμπόβ Εγκόροβα (1880-1972), μια σπουδαία ρωσίδα παιδαγωγό η οποία ως πρώτη χορεύτρια του Μαριίνσκι είχε συνεργαστεί με τους Πετιπά – Ιβανόφ και μου μετέφερε χάρη στην εξαιρετική μνήμη της όλες τις λεπτομέρειες από το ανέβασμα των μεγάλων έργων του κλασικού ρεπερτορίου».


­ Καθώς η ιστορία είναι σχετική με το όνειρο ενός μικρού κοριτσιού που ώρες ώρες θυμίζει εφιάλτη, πολλές χορογραφικές αναγνώσεις, όπως αυτή του Νουρέγεφ λόγου χάρη, έχουν μια ψυχαναλυτική χροιά. Ο δικός σας «Καρυοθραύστης» τονίζει τη χαρούμενη ή τη θλιμμένη πλευρά της ζωής;


«Η Κλάρα, όταν τελειώνει το όνειρό της και μαζί το μπαλέτο, ξυπνά κοντά στη μητέρα της που την περιβάλλει με τρυφερότητα, δίπλα στον μικρό της καρυοθραύστη. Είναι ένα παιδικό παραμύθι γεμάτο φαντασία και ποίηση, δεν μπορείς να το μετατρέψεις σε εφιάλτη. Και η μουσική του Τσαϊκόφσκι άλλωστε είναι τόσο γλυκιά και ονειρική. Γι’ αυτό και η πρωταγωνίστρια στην πρώτη πράξη είναι ένα μικρό κορίτσι ­ εδώ θέλησα να σεβαστώ την παράδοση. Υπό μια έννοια η δική μου εκδοχή δεν είναι πολύ μακριά από αυτήν του Μπαλανσίν, με την πρώτη πράξη σε αναλογία με την πρωτότυπη. Στη δεύτερη πράξη ωστόσο ο Μπαλανσίν έκανε μια χορογραφία πολύ φαντασμαγορική, κατά τον προσωπικό και ιδιοφυή του τρόπο φυσικά. Από την πλευρά μου θέλησα να χορογραφήσω ένα κλασικό divertissement με βάση το κλασικό λεξιλόγιο».


­ Ο Ζορζ Μπαλανσίν έλεγε εκφράζοντας τον θαυμασμό του για τον Πετιπά: «Πίσω ολοταχώς στον Πετιπά». Πώς σχολιάζετε αυτή την άποψη;


«Το όνομα του Πετιπά συνδέθηκε τόσο πολύ με τη ρωσική σχολή που ξεχάστηκε ότι είναι γάλλος, επίγονος της μεγάλης κληρονομιάς της γαλλικής σχολής. Μέσω του Πετιπά καθώς και άλλων μεγάλων χορογράφων μεταφυτεύτηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη οι παραδόσεις μας. Η ρωσική σχολή είναι τόσο κοντινή στη γαλλική ­ όταν βρέθηκα στην Αγία Πετρούπολη για πρώτη φορά νόμιζα ότι βρίσκομαι στην Οπερα Γκαρνιέ. Τόσο ανέπαφη κράτησαν την παράδοσή μας, την οποία εμπλούτισαν φυσικά με το πάθος της ρωσικής ψυχής».


­ Είναι αλήθεια ότι δεν υπήρξαν ποτέ θεμελιώδεις διαφορές ανάμεσα στις δύο σχολές. Αντιθέτως υπήρχε ανέκαθεν οικειότητα και ανταλλαγή. Αυτόν τον καιρό η δική σας Οπερα ανεβάζει τον «Καρυοθραύστη» σε χορογραφική εκδοχή του Ρούντολφ Νουρέγεφ ­ έργο που ανέβηκε για πρώτη φορά το 1985 με το Μπαλέτο της Οπερας του Παρισιού.


«Υπάρχει όντως αμοιβαίος θαυμασμός, ανήκουμε άλλωστε στην ίδια οικογένεια. Το διάστημα που ο Νουρέγεφ ήταν διευθυντής στο Μπαλέτο της Οπερας συνεργαστήκαμε. Εκανα μάλιστα γι’ αυτόν ένα μπαλέτο, το «Μάρκο Σπάντα» (1985), ενώ χόρεψε επίσης στη διασκευή μου για τη «Συλφίδα». Παρ’ ότι τα τελευταία χρόνια ήταν πολύ άρρωστος, ο ενθουσιασμός, το τεράστιο ταλέντο και το πάθος του για τον χορό δεν έλειψαν ποτέ».


Η πρώτη χορεύτρια


Η Αλίνα Στεργιανού, πρώτη χορεύτρια του Μπαλέτου της Λυρικής, η οποία απέσπασε πέρυσι το κρατικό βραβείο χορού για την καλύτερη κλασική γυναικεία ερμηνεία, εμφανίζεται στον «Καρυοθραύστη» στον ρόλο της Ζαχαρένιας Νεράιδας, μαζί με τον Στράτο Παπανούση, επίσης πρώτο χορευτή, στον ρόλο του Πρίγκιπα.


Η Α. Στεργιανού ανέφερε σχετικά με το πρόσφατο ανέβασμα του διάσημου χριστουγεννιάτικου παραμυθιού για το Μπαλέτο της Λυρικής: «Η συνεργασία της Λυρικής με δύο τόσο διακεκριμένους ανθρώπους του κλασικού χορού σαν τον Πιερ Λακότ και την Γκιλέν Τεσμάρ ­ υπήρξε etoile στην Οπερα του Παρισιού ­ ήταν μια τεράστια ευκαιρία για όλους μας. Οι πρόβες μαζί τους μου έδωσαν πολύτιμα κλειδιά για να βελτιωθώ τεχνικά και ερμηνευτικά ­ προσπάθησα να κρατήσω ανοιχτά αφτιά και μάτια σε κάθε παρατήρηση και διόρθωση. Τέτοιες ανταλλαγές και συνεργασίες σε κάνουν να ελπίζεις ξανά…».


Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ


Το έργο του Π. Ι. Τσαϊκόφσκι, «Καρυοθραύστης» παρουσιάζεται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών από την Τρίτη 26 ως και το Σάββατο 30 Δεκεμβρίου σε χορογραφία, διασκευή, σκηνικά και κοστούμια του Πιερ Λακότ με το Μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.