Με οδήγησαν να υποβάλω παραίτηση



Η παραίτηση του προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, καθηγητή Παύλου Σούρλα σε μια κρίσιμη περίοδο, όπου όλα τα μεγάλα προβλήματα στον ραδιοτηλεοπτικό χώρο είναι ανοιχτά, δεν μπορεί ασφαλώς να μπει στην ίδια «κλίμακα αξιολόγησης» με άλλες παραιτήσεις στελεχών του οργάνου. Δεν είναι μόνον οι διαδικασίες αδειοδότησης για ραδιόφωνα και τηλεοράσεις ή η λειτουργία των θεσμών. Η παραίτηση γίνεται σε μια περίοδο κατά την οποία εκκρεμεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη νομιμότητα ή μη στη συγκρότηση του ΕΣΡ. Και ακόμη σε προεκλογική περίοδο, όπου το όργανο αυτό, ως ανεξάρτητη αρχή, πρέπει να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο. Ηταν άραγε μια «κυκλοθυμική απόφαση» η ενέργεια του κ. Σούρλα να παραιτηθεί; Εξαναγκάστηκε σε παραίτηση; Δεν υπήρχε περιθώριο «συμβιβασμού» με τον υπουργό Τύπου κ. Δημήτρη Ρέππα; Το πρόβλημα που προέκυψε με την ακύρωση των αποφάσεων του ΕΣΡ ήταν τόσο κρίσιμο, ώστε να οδηγεί σε ακραίες λύσεις; Ολα αυτά τα ερωτήματα έθεσε «Το Βήμα» προς τον κ. Σούρλα.


Το πρώτο ερώτημα αφορά τη διαδικαστική πλευρά του ζητήματος. Ολα άρχισαν πριν από μερικούς μήνες, όταν στελέχη του ΕΣΡ εξέφραζαν τη δυσφορία τους ότι αποφάσεις για κυρώσεις εναντίον καναλιών καθυστερούν να υπογραφούν από τον υπουργό Τύπου. Την εκτίμηση αυτή συμμερίζεται σήμερα και ο κ. Παύλος Σούρλας: «Από τον Νοέμβριο του περασμένου χρόνου βγάλαμε περίπου 10 κυρωτικές αποφάσεις. Τις καθαρογράψαμε και τις αποστείλαμε ­ η αλήθεια είναι με κάποια καθυστέρηση, λόγω ελλείψεων στο προσωπικό ­ στο υπουργείο, για την άσκηση ελέγχου νομιμότητας. Αυτό έγινε τον περασμένο Μάρτιο. Ως τον Σεπτέμβριο δεν υπήρξε καμία απάντηση. Σε επικοινωνία μου με τον υπουργό, μου είπε προφορικά ότι είχε κάποιες αντιρρήσεις σε μια-δυο αποφάσεις. Εγώ του είπα να τις ξαναδούμε και αν έχει αντιρρήσεις να στείλει πίσω στο Συμβούλιο τους φακέλους, αναλύοντας τις απόψεις του. Αντί γι’ αυτό, εντελώς αιφνιδιαστικά, παίρνουμε τον Οκτώβριο την κοινοποίηση τριών αποφάσεων του υπουργού, οι οποίες ήταν πράξεις επιβολής κυρώσεων. Το θέμα είναι ότι κοινοποιήθηκαν στους συγκεκριμένους σταθμούς και εμείς λάβαμε μόνο το αντίγραφο. Από το σκεπτικό του υπουργού διαπιστώσαμε ότι έκρινε ένα μέρος των κυρωτικών αποφάσεων του ΕΣΡ παράνομο, τροποποιούσε τις αποφάσεις μας και επέβαλε τις υπόλοιπες κυρώσεις».


* Η συζήτηση με τον Πρωθυπουργό


Δεν θα μπορούσε να εξευρεθεί τότε μια λύση; Ηταν θέμα αρχής; Αυτό ακριβώς υποστηρίζει ο κ. Σούρλας: «Η ενέργεια του υπουργού συνιστά κατάφωρα υπέρβαση εξουσίας. Ο νόμος προβλέπει ότι οι αποφάσεις επιβολής κυρώσεων λαμβάνονται από το ΕΣΡ. Ο υπουργός ασκεί μόνο τον έλεγχο νομιμότητας και εκδίδει πράξεις επιβολής κυρώσεων. Ως εκ τούτου ο υπουργός όφειλε αν είχε αντιρρήσεις να τις διατυπώσει και να αναπέμψει τις αποφάσεις στο Συμβούλιο. Πήρε όμως αποφάσεις που είναι αρμοδιότητα του Συμβουλίου, πράγμα που δεν δικαιούται να κάνει. Οσο για το αποτέλεσμα, οι αποφάσεις είναι πλέον στο σύνολό τους ακυρώσιμες, όταν θα φθάσουν στο δικαστήριο. Πέρα από αυτό υπάρχει και ένα πιο σοβαρό πρόβλημα, το οποίο χαρακτηρίζω θεσμικό. Αυτές οι αποφάσεις ήταν οι πρώτες που εφαρμόστηκαν με τον νέο νόμο 2644. Υποτίθεται ότι αυτός ο νόμος αναβαθμίζει το ΕΣΡ από συμβουλευτικό σε αποφασιστικό όργανο. Αν δεχόταν το Συμβούλιο στην πρώτη εφαρμογή του νόμου να του παίρνουν πίσω αυτό που του έδωσαν, υπάρχει ο κίνδυνος να καθιερωθεί αυτό ως πρακτική, με αποτέλεσμα συνεχείς περικοπές στην πράξη και των λίγων αρμοδιοτήτων που έχει το Συμβούλιο. Αυτό για μένα ήταν το πλέον σοβαρό».


Η διαμάχη μεταξύ ΕΣΡ και υπουργείου απασχόλησε την κυβέρνηση και σε ανώτατο επίπεδο. Είναι γνωστό ότι ο κ. Σούρλας είχε μια συζήτηση και με τον πρωθυπουργό κ. Κώστα Σημίτη. Μάλιστα τότε κάποιοι εξέφρασαν ελπίδες και για εκτόνωση της κρίσης. Ο κ. Σούρλας αποδίδει τις ευθύνες για το «ναυάγιο» στον κ. Ρέππα: «Με τον Πρωθυπουργό είχαμε μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης και μιλήσαμε και επί του συγκεκριμένου θέματος. Τότε βρέθηκε μια διέξοδος από την κρίση, που αποκαθιστούσε τη νομιμότητα αλλά και το κύρος του Συμβουλίου (σ.σ.: σύμφωνα με πληροφορίες, ανάκληση της απόφασης του υπουργού). Η συνέχεια δεν ήταν δυστυχώς η αναμενόμενη. Ο υπουργός, με συνεχείς υπαναχωρήσεις και υποτιθέμενες νέες προτάσεις, ουσιαστικά μας άφησε να αντιληφθούμε ότι εμμένει ανυποχώρητα στη στάση του. Η δήθεν συμβιβαστική λύση της αναστολής της εκτέλεσης των αποφάσεων στην ουσία αποτελούσε σκλήρυνση της θέσης του. Αν τα πράγματα έμεναν ως είχαν, η υπόθεση θα κρινόταν από τα δικαστήρια, τα οποία και θα αποφαίνονταν αν υπήρχε υπέρβαση εξουσίας. Με την αναστολή παγιώνεται το σημερινό αποτέλεσμα, με τη διαφορά ότι ποτέ και κανένα δικαστήριο δεν θα έκρινε το πρόβλημα της υπέρβασης εξουσίας εκ μέρους του υπουργού».


Ηταν μια ώριμη σκέψη η παραίτηση; Δεν υπήρχαν περιθώρια; Φαίνεται πως όχι. Τουλάχιστον αυτή την εντύπωση αποκομίζει κανείς από την απάντηση του κ. Σούρλα. Ισως να ήταν και μια… λυτρωτική κίνηση για αρκετούς: «Η τελευταία επικοινωνία που είχα με παράγοντα της κυβέρνησης ήταν που κατέστησε αναγκαία και οριστική την απόφαση για άμεση παραίτηση. Το ερώτημα που μου υπέβαλε είχε περίπου περιεχόμενο αν και πότε είμαι αποφασισμένος να υποχωρήσω από τις θέσεις μου!».


Η ενέργεια του κ. Σούρλα να στείλει πρώτα την επιστολή παραίτησης στον Πρόεδρο της Βουλής κ. Απόστολο Κακλαμάνη σχολιάστηκε δυσμενώς από το υπουργείο Τύπου. Ο πρώην πρόεδρος του ΕΣΡ υποστηρίζει ότι ενήργησε ορθώς: « Ο πρόεδρος της Βουλής έχει κατά τον νόμο την αρμοδιότητα να επιλέγει τον πρόεδρο και τον αναπληρωτή πρόεδρο του Συμβουλίου. Ωστόσο τη σχετική πράξη εκδίδει ο υπουργός Τύπου. Γι’ αυτό έστειλα πρώτα την επιστολή παραίτησης στον κ. Κακλαμάνη. Παράλληλα όμως έστειλα και την παραίτησή μου στον υπουργό, συνοδευόμενη μάλιστα από ιδιόγραφη επιστολή, όπου του εξηγούσα γιατί όφειλα να στείλω πρώτα στον κ. Κακλαμάνη την παραίτηση».


Τυπικά το όλο θέμα δημιουργήθηκε μετά τη διαφωνία αν το ΕΣΡ μπορεί να επιβάλει αναδρομικά κυρώσεις, καθώς στις τρεις επίμαχες αποφάσεις (υπόθεση Σορίν Ματέι και δύο «ριάλιτι») οι ποινές στηρίχθηκαν σε νεότερη νομοθετική ρύθμιση. Ο κ. Σούρλας υπεραμύνεται των ενεργειών του ΕΣΡ: «Ας δούμε την ουσία της υπόθεσης. Ο υπουργός μη αναπέμποντας τους φακέλους δεν μας έδωσε την ευκαιρία να πάρουμε θέση ξανά, ως θεσμός. Δηλαδή το θέμα αυτό έρχεται μετά το ζήτημα υπέρβασης εξουσίας. Οσον αφορά την άλλη όψη του προβλήματος, δεν είναι απόλυτα ακριβές ότι ποτέ δεν μπαίνει αναδρομικά μια κύρωση. Αυτό ισχύει για την αυστηρότερη ποινή και όχι για την ηπιότερη. Και αυτό δεν κρίνεται αφηρημένα αλλά κατά περίπτωση. Η αρμοδιότητα να κρίνει ποια είναι η ηπιότερη και ποια η αυστηρότερη ποινή ανήκει αποκλειστικά στο Συμβούλιο και δεν υπόκειται σε έλεγχο νομιμότητας».


* Το παιχνίδι των κομμάτων


Το Συμβούλιο έχει κατηγορηθεί, όχι μόνο τώρα αλλά και στο παρελθόν, ως πεδίο κομματικών αντιπαραθέσεων. Ο κ. Σούρλας δεν συμμερίζεται την άποψη αυτή: «Η απόφαση να ζητήσουμε ανάκληση των αποφάσεων του υπουργού ελήφθη με ευρύτατη πλειοψηφία. Μόνο ένα τακτικό μέλος απέσχε και δύο αναπληρωματικά ψήφισαν κατά, από το σύνολο των 14 παρόντων. Πού βλέπετε λοιπόν κομματικοποίηση του Συμβουλίου; Και με την ευκαιρία αυτή υπενθυμίζω ότι κατά τη διάρκεια της θητείας μου όλες οι κρίσιμες αποφάσεις ελήφθησαν είτε ομόφωνα είτε με ευρύτατη πλειοψηφία».


Μπορεί ένας ευαίσθητος και «χαμηλών τόνων» άνθρωπος με επιτυχή ακαδημαϊκή καριέρα, όπως ο Σούρλας, να αντέξει στις πιέσεις ενός τόσο κρίσιμου ρόλου, του προέδρου του Συμβουλίου; «Δεν μετανιώνω που δέχθηκα αυτή τη θέση. Δεν πρέπει να αποσύρεται ο ακαδημαϊκός. Πρέπει να προσπαθήσει να προσφέρει όσο μπορεί και έξω από το πανεπιστήμιο».


Το χρονικό της κρίσης


Η τελευταία κρίση στις σχέσεις του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και του υπουργείου Τύπου είχε αρχίσει να διαφαίνεται από την άνοιξη. Η τηλεοπτική κάλυψη της υπόθεσης της οδού Νιόβης, με πρωταγωνιστή τον κακοποιό Σορίν Ματέι, είχε προκαλέσει την άμεση αντίδραση του ΕΣΡ, το οποίο είχε αποφασίσει ότι έπρεπε πλέον να επιβληθούν ποινές. Παράλληλα δύο «ριάλιτι σόου» είχαν μπει στη λίστα των κυρώσεων. Ολα αυτά γίνονται τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1998. Ας θυμίσουμε τις επίμαχες αποφάσεις. Για την υπόθεση Σορίν Ματέι επιβλήθηκε στον σταθμό πρόστιμο 50 εκατομμυρίων και διοικητική ηθική κύρωση να ανακοινωθεί η απόφαση του ΕΣΡ από το δελτίο ειδήσεων. Η δεύτερη υπόθεση αφορούσε την εκπομπή «Επιτέλους μαζί». Το χρηματικό πρόστιμο έφθανε σε 30 εκατ. δρχ., ενώ οι διοικητικές κυρώσεις ήταν διακοπή της εκπομπής για μία εβδομάδα και προβολή κάρτας με τη δήλωση ότι παραβιάστηκαν οι κανόνες δεοντολογίας. Ο τρίτος φάκελος αναφερόταν στην εκπομπή «Αληθινές ιστορίες». Το χρηματικό πρόστιμο ήταν 15 εκατομμύρια και η διοικητική κύρωση προβολή κάρτας. Το ίδιο το Συμβούλιο καθυστέρησε κάποιο χρονικό διάστημα να αποστείλει τις αποφάσεις του στον υπουργό Τύπου. Ο λόγος που επικαλέστηκε το ΕΣΡ ήταν γραφειοκρατικού χαρακτήρα, δηλαδή οι ελλείψεις σε προσωπικό. Τελικά τον Απρίλιο οι αποφάσεις έφθασαν στο υπουργείο. Από το σημείο αυτό και πέρα αρχίζουν οι «τριβές». Μέλη του ΕΣΡ αρχίζουν από τον Μάιο να εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους ότι οι διαδικασίες τραβούν σε μάκρος και να ζητούν ο υπουργός να ασκήσει ταχέως τον έλεγχο νομιμότητας. Το θέμα φθάνει στο φως της δημοσιότητας. Το υπουργείο αρνείται ότι υπάρχει καθυστέρηση και στελέχη του τονίζουν ότι το ΕΣΡ καθυστέρησε να στείλει τα πρακτικά ώστε να γίνει ο έλεγχος νομιμότητας. Τον Ιούνιο γίνεται μια πρώτη συνάντηση του υπουργού Τύπου κ. Δ. Ρέππα και του προέδρου του ΕΣΡ κ. Π. Σούρλα. Εκεί, όπως λένε στελέχη του υπουργείου, ετέθη ακροθιγώς το θέμα της μη νομιμότητας κυρώσεων με αναδρομική ισχύ. Το καλοκαίρι τελειώνει και φθάνει το φθινόπωρο. Με την έναρξη των εργασιών του Συμβουλίου μέλη του εκφράζουν και πάλι δυσφορία και κάνουν ανοιχτά λόγο για καθυστερήσεις. Τελικά ο υπουργός υπογράφει στις 18 και 19 Οκτωβρίου τις επίμαχες αποφάσεις επικυρώνοντας τα χρηματικά πρόστιμα αλλά όχι και τις διοικητικές κυρώσεις. Είναι πλέον η ώρα της σύγκρουσης…


Με παραιτήσεις απειλούν άλλα τρία μέλη του Συμβουλίου. Αμετακίνητο στις θέσεις του το υπουργείο Ποιοι ακολουθούν τον πρόεδρο


Κρίσιμες θα είναι οι αμέσως επόμενες ημέρες για τις σχέσεις του υπουργείου Τύπου με το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Μετά την παραίτηση του προέδρου του Συμβουλίου, καθηγητή Παύλου Σούρλα, έχουν ανοίξει οι ασκοί του Αιόλου και η κρίση φαίνεται ότι βαθαίνει υπερβαίνοντας τα όρια μιας διαφωνίας για την επιβολή ή μη κυρώσεων. Τρία μέλη του Συμβουλίου, οι κυρίες Εύη Δεμίρη, Τζέλα Βαρνάβα-Σκούρα και ο κ. Στ. Τσακιράκης, απειλούν να ακολουθήσουν τον δρόμο του προέδρου αν η παραίτησή του γίνει δεκτή. Παράλληλα η πλειονότητα των μελών του ΕΣΡ φαίνεται ότι συμπαρίσταται στον κ. Σούρλα, θέτοντας θέμα αναβάθμισης του θεσμού. Από την άλλη πλευρά, και το υπουργείο εμφανίζεται αμετακίνητο στις θέσεις του.


Η παραίτηση του κ. Σούρλα είναι ωστόσο δεδομένη. Ετσι τα πράγματα παραμένουν «ρευστά» ως προς τη σύνθεση του οργάνου αν τα προαναφερόμενα μέλη του ΕΣΡ πραγματοποιήσουν τελικώς την απειλή τους. Το «σκηνικό» συμπληρώνεται με το ερώτημα τι θα πράξει τελικά και ο αναπληρωτής πρόεδρος του ΕΣΡ, καθηγητής Α. Μανιτάκης, ο οποίος από τις 26 Οκτωβρίου έχει υποβάλει παραίτηση στο Συμβούλιο. Ωστόσο φαίνεται ότι ο ίδιος επιλέγει τώρα τη «στάση αναμονής» εν όψει των κρίσιμων εξελίξεων.


Τυπικά η πρωτοβουλία ανήκει τώρα στον Πρόεδρο της Βουλής κ. Α. Κακλαμάνη, ο οποίος πρέπει να υποδείξει τον διάδοχο του κ. Σούρλα. Το πρωί της Παρασκευής ο κ. Κακλαμάνης δέχθηκε την επίσκεψη του κ. Μανιτάκη, ο οποίος του εξέθεσε τις απόψεις του για το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί και του επέδωσε την απόφαση του Συμβουλίου, στην οποία τονίζεται ότι το όργανο εμμένει στις αποφάσεις του και εκφράζεται η θέση να μη γίνει δεκτή η παραίτηση του κ. Σούρλα. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Πρόεδρος της Βουλής κατέστησε σαφές πως έκανε ό,τι μπορούσε για να αποτραπεί η κρίση και τώρα το μόνο που απομένει είναι να ακολουθηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία για την τοποθέτηση του νέου προέδρου. Αργά το βράδυ της Παρασκευής ο κ. Κακλαμάνης απέστειλε προς τον υπουργό Τύπου την επιστολή παραίτησης επισημαίνοντας στη διαβιβαστική επιστολή ότι αρμόδιος επί του θέματος είναι ο κ. Ρέππας. Ετσι ο Πρόεδρος της Βουλής πήρε θέση και στο ζήτημα αυτό συντασσόμενος με την άποψη του υπουργού Τύπου. Οσο για ονόματα, η κυβέρνηση χειρίζεται το θέμα με άκρα μυστικότητα. Ωστόσο οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι ο νέος πρόεδρος του ΕΣΡ θα επιλεγεί από τον δικαστικό και τον πανεπιστημιακό κλάδο. Οι ίδιες πηγές απέκλειαν το ενδεχόμενο να υποδειχθεί από τα μέλη του σημερινού Συμβουλίου.


Πάντως η διαμάχη στρέφεται κυρίως στα θεσμικά ζητήματα. Τα τρία μέλη του ΕΣΡ που έχει υποδείξει η Νέα Δημοκρατία, οι κκ. Α. Μακρυδημήτρης, Ν. Κουλούρης και Τ. Αθανασιάδης, με κοινή δήλωσή τους ζήτησαν να καταργηθεί ο έλεγχος νομιμότητας των αποφάσεων του ΕΣΡ εκ μέρους του υπουργείου Τύπου. Εκτιμούν μάλιστα ότι ο τρόπος με τον οποίο ασκήθηκε ο έλεγχος στην περίπτωση των τριών επίμαχων αποφάσεων επιδρά αρνητικά στη μελλοντική πορεία του θεσμού.


Οι 9 θέσεις του κ. Ρέππα


Εντονα ενοχλημένος για την τροπή που πήρε η κρίση με το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης εμφανίζεται ο υπουργός Τύπου κ. Δ. Ρέππας, ο οποίος θεωρεί ότι οι χειρισμοί του στην υπόθεση ήταν ορθοί και ότι μέλη του Συμβουλίου ενήργησαν ακόμη και με κομματικά κριτήρια ώστε να επέλθει σύγκρουση. Επίσης εμφανής είναι η δυσφορία του υπουργού για τον τρόπο που επέλεξε ο ως πριν από λίγες ημέρες πρόεδρος του ΕΣΡ κ. Π. Σούρλας να υποβάλει την παραίτησή του.



Ποιες είναι οι βασικές θέσεις και απόψεις του υπουργού Τύπου για την υπόθεση;


* Πρώτον, ο υπουργός ­ όπως προκύπτει και από δηλώσεις και ανακοινώσεις ­ θεώρησε κατ’ αρχήν σκόπιμο να μην αναλάβει πρωτοβουλίες δημοσιοποίησης της διαφοράς που προέκυψε με την αναδρομικότητα των αποφάσεων του ΕΣΡ. Ο κ. Ρέππας θεωρεί ότι τήρησε επιφυλακτική στάση και εκφράστηκε μόνον όταν προκλήθηκε από ανακοινώσεις μελών του ΕΣΡ ή ερωτήσεις δημοσιογράφων.


* Δεύτερον, θεωρεί ότι ο τρόπος που δημοσιοποίησαν ηγετικά στελέχη του ΕΣΡ την υπόθεση ήταν ακραίος. Οτι δηλαδή επεδείχθη φανατισμός, που θυμίζει συνδικαλιστικό όργανο ή κομματικό μηχανισμό.


* Τρίτον, το υπουργείο είναι απόλυτα πεπεισμένο για τη νομική ορθότητα όλων των ενεργειών του σχετικά με τις τρεις επίμαχες αποφάσεις. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε, «ο υπουργός προβληματίζεται ακόμη και για τη νομική εγκράτεια ηγετικών στελεχών του ΕΣΡ». Και θεωρεί ότι σε ένα ευνομούμενο κράτος είναι αδιανόητη η αναδρομική επιβολή κυρώσεων. Κάτι τέτοιο έρχεται ­ υποστηρίζει ­ σε αντίθεση με κάθε έννοια κράτους δικαίου. Επίσης επισημαίνει ότι παρά τη βεβαιότητα για την ορθότητα των ενεργειών του ήταν διατεθειμένος να παραπεμφθεί το θέμα στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους αλλά μέλη του ΕΣΡ δεν επιθυμούσαν κάτι τέτοιο.


* Τέταρτον, κατά τη γνώμη του υπουργού, είναι παντελώς αβάσιμες οι κατηγορίες περί μη νομιμότητας της ενέργειάς του να διαχωρίσει τις ποινές και να προχωρήσει στην έκδοση πράξεων επιβολής κυρώσεων. Σύμφωνα με το υπουργείο, ο νόμος 2644 του 1998 θεσπίζει την υποχρέωση («δέσμια αρμοδιότητα») του υπουργού μετά τον έλεγχο νομιμότητας να προχωρά σε πράξεις επιβολής της ποινής, κάθε φορά που η σχετική νομική έρευνα επιβεβαιώνει την ορθότητα της κρινόμενης απόφασης του ΕΣΡ. Οσο για την αντίθετη άποψη στελεχών του ΕΣΡ, ο υπουργός θεωρεί ότι πρόκειται για επιφανειακή αντιμετώπιση του θέματος. Και αυτό γιατί ­ όπως επισημαίνει ­ κάθε απόφαση του Συμβουλίου περιείχε περισσότερες από μία κυρώσεις. Ωστόσο κάθε ποινή έχει την αυτοτέλειά της και έτσι κρίθηκε. Αρα δεν υπάρχει θέμα υπέρβασης εξουσίας. Τροποποίηση της απόφασης θα είχαμε ­ υποστηρίζει ο υπουργός ­ αν άλλαζε, π.χ., το ύψος των προστίμων, κάτι που δεν έγινε. Εξάλλου ­ τονίζει ­ η διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων στους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς αποτελεί «σύνθετη» διοικητική ενέργεια, με βάση τα κριτήρια που έχει καθορίσει η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας.


* Πέμπτον, ο υπουργός εμφανίζεται δυσαρεστημένος από την ενέργεια του κ. Σούρλα να υποβάλει παραίτηση στον πρόεδρο της Βουλής. Και αυτό γιατί το υπουργείο θεωρεί ότι είναι θεμελιώδης αρχή οι παραιτήσεις να υποβάλλονται στα όργανα διορισμού και απλώς να κοινοποιούνται στους φορείς ή στα πρόσωπα που έχουν υποδείξει τις τοποθετήσεις.


* Εκτον, όσα διαδραματίστηκαν, υποστηρίζει το υπουργείο, αποδεικνύουν προχειρότητα και μη κατανόηση νομικών ζητημάτων. Ακόμη και στο θέμα της πρόσληψης επιστημονικού προσωπικού (σχετική απόφαση υπεγράφη πριν από λίγες ημέρες από τον κ. Ρέππα) δεν τηρήθηκαν όλες οι διαδικαστικές λεπτομέρειες από το ΕΣΡ.


* Εβδομον, στο θέμα της αναβάθμισης του ΕΣΡ, ο κ. Ρέππας θεωρεί ότι οποιαδήποτε τροποποίηση του νομοθετικού καθεστώτος θα πρέπει να έπεται της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη συγκρότηση του οργάνου. Πολύ δε περισσότερο όταν οι τελευταίες εξελίξεις εμφάνισαν ­ κατά τον υπουργό ­ το ΕΣΡ ως… διακομματική επιτροπή.


* Ογδοον, ο υπουργός υποστηρίζει ότι το όλο ζήτημα ανάγεται σε μια νομική και επιστημονική διαφορά και όχι σε προσωπικά ή θεσμικά προβλήματα. Οσο για την πρακτική του, επισημαίνει ότι από το 1995 έχουν επιβληθεί 86 κυρώσεις, τις 67 από τις οποίες υπέγραψε ο ίδιος.


* Ενατον, το υπουργείο θεωρεί ότι τα μέλη του ΕΣΡ όταν αποδέχθηκαν τους διορισμούς τους γνώριζαν το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Φυσικά οι τεκμηριωμένες προτάσεις για τροποποιήσεις είναι αποδεκτές, λένε στο υπουργείο, ωστόσο δεν θα πρέπει να υπάρχει φανατισμός, που θυμίζει συνδικαλιστικά όργανα.


Πρόεδροι και… πορτοκάλια


Η θέση του προέδρου του ΕΣΡ είναι «ηλεκτρική καρέκλα». Στο παρασκήνιο κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες ένας χιουμοριστικός διάλογος μεταξύ του κ. Σούρλα και του βουλευτή του ΠαΣοΚ και προέδρου της Επιτροπής Διαφάνειας της Βουλής, κ. Γιάννη Καψή. Και φαίνεται ότι δεν πρόκειται για ανέκδοτο. Σε γενικές γραμμές ο διάλογος αυτός έχει ως ακολούθως:


­ Ι. Κ.: Καλημέρα, κύριε πρόεδρε.


­ Π. Σ.: Καλημέρα, κύριε πρόεδρε.


­ Ι. Κ.: Κύριε πρόεδρε, έχουμε γίνει πολλοί. Στην Ελλάδα οι πρόεδροι είναι τόσο πολλοί όσο και τα πορτοκάλια…


­ Π. Σ.: Εχετε δίκιο, κύριε πρόεδρε. Και πολλά πορτοκάλια τα στύβουν…


Αν ο διάλογος έχει μεταφερθεί με σχετική ακρίβεια, ίσως να καταδεικνύει εν μέρει ­ μεταξύ σοβαρού και αστείου ­ την εικόνα που είχε σχηματίσει ο κ. Σούρλας από τη σύντομη θητεία του στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης.