ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ
Πρωτότοκος γιος του Φιλίππου Ε’ και της Πολυκράτειας ο Περσεύς, τελευταίος εκπρόσωπος της δυναστείας των Αντιγονιδών και τελευταίος βασιλιάς της Μακεδονίας, ανέβηκε στον θρόνο το 179 π.Χ., μετά τον θάνατο του πατέρα του. Προηγουμένως είχε απαλλαγεί από τον νεότερο αδελφό του Δημήτριο, με τον οποίο τον χώριζε βαθιά αντιζηλία.
Στον μακροχρόνιο ανταγωνισμό της Μακεδονίας με τη Ρώμη ο Δημήτριος τηρούσε φιλορωμαϊκή στάση και έκανε ό,τι μπορούσε για να βλάψει τον αδελφό του – ο οποίος συμμεριζόταν το μίσος του πατέρα του για τους Ρωμαίους – με το να διαδίδει ότι ο Περσεύς δεν ήταν γνήσιο τέκνο του βασιλιά αλλά νόθος. Οι Ρωμαίοι με την ευμενή στάση τους απέναντι στον Δημήτριο υποδαύλιζαν την αντίθεση ανάμεσα στους δύο αδελφούς καρπούμενοι τις πολιτικές ωφέλειες που συνεπαγόταν για αυτούς η διχόνοια στη βασιλική αυλή της Μακεδονίας. Ο Φίλιππος, έχοντας καταστήσει σαφές ότι διάδοχός του θα ήταν ο Περσεύς, κατέβαλλε προσπάθειες να συμφιλιώσει τους γιους του, αλλά εις μάτην. Ο Περσεύς από την πλευρά του σκευωρούσε κατά του αδελφού του προσπαθώντας να πείσει τον πατέρα του ότι ο Δημήτριος εποφθαλμιούσε τη διαδοχή. Υστερα από τριών χρόνων προσπάθειες ο Περσεύς κατόρθωσε να γίνουν πιστευτές από τον πατέρα του οι κατηγορίες του και το 181 π.Χ. ο Φίλιππος διέταξε τη θανάτωση του Δημητρίου.
Οταν ανέβηκε στον θρόνο ο Περσεύς κέρδισε την αγάπη των υπηκόων του με σειρά οικονομικών και πολιτικών μέτρων ανακουφίζοντας τα λαϊκά στρώματα και επιδεικνύοντας επιείκεια απέναντι στους αντιπάλους του – όσους δεν εξόντωσε – με αποτέλεσμα να εξουδετερώσει σε σημαντικό βαθμό την επιρροή της φιλορωμαϊκής παράταξης και να εξασφαλίσει την ηρεμία και την ενότητα στο εσωτερικό του βασιλείου του.
Από πολύ νεαρή ηλικία είχε συμπολεμήσει με τον πατέρα του κατά τις διάφορες επιχειρήσεις του Φιλίππου διοικώντας στρατεύματα. Ως βασιλιάς κατέστειλε εξεγέρσεις, αντιμετώπισε νικηφόρα εξωτερικές απειλές και επεξέτεινε τον έλεγχο της Μακεδονίας επί των Θρακών και των Ιλλυριών.
Η επιδίωξη όμως στην οποία ο Περσεύς αφιέρωσε ιδιαίτερες προσπάθειες ήταν ο προσεταιρισμός των δυνάμεων της Νότιας Ελλάδας. Στόχος του ήταν να ενώσει τους Ελληνες υπό την ηγεμονία του θεωρώντας ότι αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος για να μπορέσει η Ελλάδα να αντεπεξέλθει στη ρωμαϊκή απειλή. Για τον σκοπό αυτόν ο Περσεύς φρόντισε να αποκτήσει καλές σχέσεις και να συνάψει συμμαχίες τόσο στον καθαυτό ελλαδικό χώρο όσο και έξω από αυτόν. Εκτός από τα θρακικά και ιλλυρικά φύλα τα οποία πήρε με το μέρος του, ανέκτησε τον έλεγχο της Δελφικής Αμφικτυονίας, συμμάχησε με τη Βοιωτία, το Βυζάντιο, τη Λάμψακο, ήλθε σε συμφωνία με τα δημοκρατικά στοιχεία σε διάφορα σημεία της Ελλάδας, συνήψε άριστες σχέσεις με τους Ροδίους, ενθάρρυνε εξεγέρσεις σε περιοχές με εχθρικές προς αυτόν διαθέσεις, στην Αιτωλία και στη Θεσσαλία. Ακόμη, αφού είχε πλέον πεθάνει η πρώτη του σύζυγος, κόρη του ηγεμόνα των Βαστερνών, γαλατικού φύλου εγκατεστημένου βορείως του Δούναβη, ο Περσεύς ήλθε σε δεύτερο γάμο με τη Λαοδίκη, κόρη του βασιλιά της Συρίας Σελεύκου Δ’, συσφίγγοντας έτσι τις σχέσεις της Μακεδονίας με το ελληνιστικό αυτό βασίλειο. Επίσης, παντρεύοντας την αδελφή του Απάμη με τον βασιλιά της Βιθυνίας Προυσία Β’ απέκτησε ένα ακόμη στήριγμα προς ανατολάς.
Οι κινήσεις αυτές του Περσέως ανησύχησαν τους Ρωμαίους, οι οποίοι διείδαν τις προθέσεις του και θορυβήθηκαν. Τις ανησυχίες τους ήλθε να παροξύνει η επίσκεψη του βασιλιά της Περγάμου Ευμένους Β’ στη Ρώμη το 172 π.Χ. Ο Ευμένης, εξίσου ανήσυχος με τους Ρωμαίους για τις δραστηριότητες του Περσέως, εμφανίστηκε ενώπιον της ρωμαϊκής Συγκλήτου και εξεφώνησε εναντίον του δριμύ κατηγορητήριο, το οποίο, αν και διόλου απαλλαγμένο από συκοφαντίες, δεν απείχε πολύ από την αλήθεια ως προς τις επιδιώξεις του βασιλιά της Μακεδονίας.
Αντιπρόσωποι του Περσέως στη Ρώμη προσπάθησαν να ανασκευάσουν τις κατηγορίες του Ευμένους. Οι προσπάθειές τους όμως απέβησαν άκαρπες. Οι Ρωμαίοι είχαν αποφασίσει να δράσουν. Αλλά όχι αμέσως. Οσο και αν, πριν από σχεδόν τρεις δεκαετίες, οι ρωμαϊκές δυνάμεις είχαν νικήσει τον στρατό του Φιλίππου Ε´ στις Κυνός Κεφαλές, η μακεδονική φάλαγγα εξακολουθούσε να είναι δυσπολέμητος αντίπαλος, και αυτή τη φορά η Ρώμη έπρεπε να προετοιμαστεί κατάλληλα ώστε να είναι βέβαιη ότι η συντριβή του θα είναι οριστική.
Ο Περσεύς, παρά την ως τότε επιτυχή πορεία του, όταν η κατάσταση εισήλθε στην κρίσιμη φάση της αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων τόσο στο διπλωματικό επίπεδο όσο και στο στρατιωτικό. Αφέθηκε να παρασυρθεί από την παρελκυστική πολιτική που ακολουθούσαν οι Ρωμαίοι ώσπου να ολοκληρωθεί η πολεμική προπαρασκευή τους και όταν ήλθε η ώρα της κρίσεως διέπραξε βαρύτατα σφάλματα. Αυτό έγινε το 168 π.Χ. στην Πύδνα, κοντά στη σημερινή Κατερίνη, όπου οι Ρωμαίοι υπό τον ύπατο Λεύκιο Αιμίλιο Παύλο τον Μακεδονικό νίκησαν κατά κράτος τους Μακεδόνες του Περσέως. Ο ίδιος ο Περσεύς έφυγε για να σωθεί. Τον συνέλαβαν στη Σαμοθράκη και τον οδήγησαν αιχμάλωτο στη Ρώμη, όπου κόσμησε τον θρίαμβο του νικητή. Εκεί και πέθανε σύντομα, από ασιτία.
Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος (περίπου 229 – 160 π.Χ.)
Ο Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος ανήκε σε παλαιότατη και σημαίνουσα αριστοκρατική οικογένεια της Ρώμης. Ο πατέρας του, που έφερε το ίδιο όνομα και είχε διατελέσει ύπατος, έπεσε μαχόμενος κατά των Καρχηδονίων στη μάχη των Καννών το 216 π.Χ. Ο ίδιος ο Αιμίλιος Παύλος άρχισε τη σταδιοδρομία του από τα κατώτερα αξιώματα της ρωμαϊκής πολιτείας για να ανεβεί, ύστερα από σχετικά σύντομο διάλειμμα κατά το οποίο αναγκάστηκε να μείνει μακριά από τη δημόσια ζωή, στα υπέρτατα και να αναδειχθεί δύο φορές ύπατος. Κατά τη δεύτερη υπατεία του, το 168 π.Χ., κατήγαγε τη μεγαλύτερη επιτυχία της ζωής του: νίκησε τον μακεδονικό στρατό στην Πύδνα και συνέλαβε αιχμάλωτο τον Περσέα, ο οποίος επέπρωτο να είναι ο τελευταίος βασιλιάς της άλλοτε κραταιάς Μακεδονίας. Σε αυτή τη νίκη του οφείλει ο Αιμίλιος Παύλος και την επωνυμία του «Μακεδονικός». Αξιομνημόνευτους επίσης σταθμούς στη σταδιοδρομία του Αιμιλίου Παύλου αποτελούν οι εκστρατείες του εναντίον φύλων εχθρικών προς τη Ρώμη τόσο στην Ιβηρική Χερσόνησο το 191-189 π.Χ. όσο και στη γειτονική της Λιγουρία το 181 π.Χ.
Ο Αιμίλιος Παύλος νυμφεύθηκε την Παπιρία, κόρη του Μάσωνος, ο οποίος είχε επίσης διατελέσει ύπατος, και απέκτησε μαζί της δύο γιους. Αφού έζησε μαζί της αρκετά χρόνια διαζεύχθηκε και ήλθε σε δεύτερο γάμο, καρποί του οποίου υπήρξαν άλλοι δύο γιοι καθώς και δύο κόρες. Οταν νυμφεύθηκε για δεύτερη φορά ο Αιμίλιος Παύλος έδωσε τους δύο γιους του από τον πρώτο του γάμο για υιοθεσία σε έγκριτες ρωμαϊκές οικογένειες.
Ο Αιμίλιος Παύλος ήταν ο τυπικός ρωμαίος πατρίκιος. Συνδύαζε δηλαδή την καλλιέργεια, την αφοσίωση στη Ρώμη και στην οικογένεια και την ακεραιότητα του χαρακτήρα με την αυστηρότητα στη συμπεριφορά η οποία μπορούσε εύκολα να φθάσει στα όρια της σκληρότητας. Η νίκη του επί της Μακεδονίας ανέδειξε με τον πιο παραστατικό τρόπο τη δεύτερη αυτή πλευρά του χαρακτήρα του. Στην Αιτωλία οι οπαδοί της φιλορωμαϊκής παράταξης σκότωσαν 500 οπαδούς της αντιρωμαϊκής παράταξης και εξόρισαν ακόμη περισσότερους. Ο Αιμίλιος Παύλος επαίνεσε τους δράστες αυτών των εγκλημάτων ενθαρρύνοντας έτσι παρόμοιες εκκαθαρίσεις και αλλού. Σε αυτές τις εκκαθαρίσεις περιλαμβάνεται και η σύλληψη 1.000 μελών της Αχαϊκής Συμπολιτείας, μεταξύ των οποίων και ο ιστορικός Πολύβιος, του οποίου ο πατέρας, ο στρατηγός Λυκόρτας, συγκαταλεγόταν ανάμεσα στους κορυφαίους υπερασπιστές της αχαϊκής ανεξαρτησίας και συνεπώς ήταν αντίθετος στα σχέδια των Ρωμαίων. Οι 1.000 αυτοί όμηροι εξορίστηκαν στην Ιταλία, όπου είχαν τη χειρίστη τύχη, και το ίδιο έγινε και με όλα τα εξέχοντα μέλη της μακεδονικής κοινωνίας.
Βαρύτατο φόρο στη νίκη του Αιμιλίου Παύλου πλήρωσε και η Ηπειρος. Επειδή μερικοί από τους ηγέτες της είχαν απερίσκεπτα συνταχθεί με τον Περσέα, η ρωμαϊκή Σύγκλητος αποφάσισε ότι η περιοχή έπρεπε να τιμωρηθεί σκληρά. Ο Αιμίλιος Παύλος έστειλε αγγελιοφόρους σε 70 πόλεις της Ηπείρου, κυρίως στην περιοχή των Μολοσσών, με το μήνυμα ότι θα απομάκρυνε τις ρωμαϊκές φρουρές αν οι κάτοικοι αυτών των πόλεων συγκέντρωναν το χρυσάφι και το ασήμι της κάθε πόλης στην αγορά της. Οταν αυτό έγινε, ο Αιμίλιος Παύλος διέταξε τα στρατεύματά του να επιτεθούν ξαφνικά σε όλες τις πόλεις την ίδια ημέρα και την ίδια ώρα. Με την πανουργία αυτή 150.000 άνθρωποι υποδουλώθηκαν, με αποτέλεσμα να ξεχειλίσουν τα σκλαβοπάζαρα, να πέσει η τιμή των δούλων και οι στρατιώτες του Αιμιλίου Παύλου να μην μπορέσουν να εισπράξουν όσα περίμεναν.
Μετά την επιστροφή στη Ρώμη ο Αιμίλιος Παύλος έλαβε από τη Σύγκλητο την άδεια να τελέσει θρίαμβο, όπως αποκαλούσαν οι Ρωμαίοι τις εκδηλώσεις που διοργάνωναν οι στρατηγοί τους για τις νίκες τους. Ο θρίαμβος του Αιμιλίου Παύλου διήρκεσε τρεις ημέρες και τον περιγράφει με πολλές λεπτομέρειες ο Πλούταρχος. Μπροστά στον αλαλάζοντα ρωμαϊκό όχλο τις πρώτες δύο ημέρες παρήλασαν τα λάφυρα από τη Μακεδονία φορτωμένα σε άμαξες: πλήθος αγάλματα και άλλα έργα τέχνης, σωροί από σκεύη και όπλα, θησαυρός ολόκληρος. Την τρίτη ημέρα παρήλασαν οι αιχμάλωτοι, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Περσεύς αλλά και τα τρία μικρά παιδιά του, δύο αγόρια και ένα κορίτσι. Ο Πλούταρχος σημειώνει ότι τα παιδιά, λόγω της ηλικίας τους, δεν καταλάβαιναν πολύ καλά τι τους συνέβαινε. Αλλά η θλιβερή εμφάνισή τους, τα απλωμένα προς το πλήθος ικετευτικά χέρια τους έκαναν τους θεατές να μην προσέξουν σχεδόν τον Περσέα και να συγκεντρώσουν σε αυτά την προσοχή τους. Πολλοί μάλιστα Ρωμαίοι, λέει ο Πλούταρχος, δάκρυσαν στη θέα των παιδιών.
Ωστόσο ο Αιμίλιος Παύλος δεν πρέπει να χάρηκε και τόσο πολύ τον θρίαμβό του. Λίγο πριν από αυτό το τριήμερο με το οποίο θέλησε να πανηγυρίσει τη νίκη επί του Περσέα είχε πεθάνει ο ένας από τους δύο γιους του τους οποίους είχε κρατήσει κοντά του. Λίγο μετά πέθανε και ο δεύτερος.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του η Ρώμη τίμησε ιδιαίτερα τον Αιμίλιο Παύλο. Ο ίδιος όμως δεν φαίνεται να συνήλθε ποτέ από την προσωπική του τραγωδία, να τελέσει, όπως είπε, τον θρίαμβό του ανάμεσα στις κηδείες των δύο παιδιών του.