Η μακροημέρευση της ευρωπαϊκής ιδέας χρειάζεται άλλη οικονομική πολιτική

Τελικά φαίνεται ότι ο πληθωρισμός ήρθε για να μείνει στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η τιμή του πετρελαίου θα σταθεροποιηθεί σε επίπεδα μικρότερα από τα 100 δολάρια το βαρέλι, το μέσο επίπεδο του πληθωρισμού στην ευρωζώνη θα παραμείνει παραπάνω από το 4%. Για τον λόγο αυτόν οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών κάνουν λόγο για πληθωριστικές επιδόσεις πολύ παραπάνω από τον μέσο πληθωριστικό στόχο της ΕΚΤ, το 2%. Το σενάριο αυτό δεν φαίνεται να αποτελούσε πιθανή εξέλιξη στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν σχεδιαζόταν η ΟΝΕ και τα κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Σήμερα η συνταγή της δεκαετίας του 1980, που λέει όταν για οποιονδήποτε λόγο αυξάνονται οι τιμές να αυξάνονται και τα επιτόκια από την κεντρική τράπεζα, φαίνεται να μη λειτουργεί ή όταν λειτουργεί επιφέρει μεγάλο κόστος σε όρους ανάπτυξης και ανεργίας. Η πρόσφατη οικονομική συγκυρία κατόρθωσε να αποδημήσει το κριτήριο του πληθωρισμού, ενώ ανενεργό παραμένει το κριτήριο του εξωτερικού χρέους, μια και οι επτά από τις 12 χώρες δεν το εκπληρώνουν.

Αν θεωρήσουμε όμως ότι το σενάριο του στασιμοπληθωρισμού είναι μια πιθανή εξέλιξη για την ευρωζώνη, τότε η εμμονή στην τήρηση του κριτηρίου του δημοσιονομικού ελλείμματος σε συνδυασμό με την κοινή νομισματική πολιτική θα επιφέρει ένα μεγάλο κόστος σε όρους ανάπτυξης και θέσεων εργασίας. Ιδιαίτερα για την ομάδα των χωρών που παρουσιάζουν πληθωριστικές επιδόσεις πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό (σε αυτές συγκαταλέγεται και η Ελλάδα) η συνεχιζόμενη διαφορά πληθωρισμού θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της ανταγωνιστικότητας των οικονομιών, με τη συνεπαγόμενη επιδείνωση του εξωτερικού ελλείμματος και την περαιτέρω επιβάρυνση της ύφεσης. Σε αυτή την κατάσταση τόσο οι πολιτικοί όσο και οι κυβερνήσεις των χωρών της ΟΝΕ πολύ σύντομα θα αναζητήσουν διέξοδο στην επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, η οποία θα προσκρούσει στο κριτήριο του ελλείμματος.

Μεγάλο μέρος αυτού του προβληματισμού θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν είχε επιτευχθεί ένας ικανοποιητικός βαθμός σύγκλισης των οικονομιών της ΟΝΕ. Τα πραγματικά επιτόκια στις οικονομίες της ευρωζώνης αποτελούν ένα πολύ καλό κριτήριο σύγκλισης των οικονομιών.

Η εκπλήρωση των κριτηρίων της ΟΝΕ αποτελούσε αντικείμενο προβληματισμού πολύ πριν από τη διεθνή κρίση. Το χειρότερο είναι όμως ότι στην τρέχουσα συγκυρία δεν μπορούν πλέον να προδιαγράψουν ένα ευρωπαϊκό αναπτυξιακό όραμα. Για τη συντριπτική πλειονότητα των ευρωπαίων πολιτών η ΟΝΕ και η διαδικασία σύγκλισης δεν μπορούν να εγγυηθούν ούτε την ανατροπή της αναιμικής πρόβλεψης της αύξησης του ΑΕΠ της ευρωζώνης κατά 1,2% για το 2009 ούτε τη βελτίωση της ευημερίας τους. Είναι επομένως λογικό επακόλουθο η οικοδόμηση του ευρωπαϊκού οράματος και η μακροημέρευση της ευρωπαϊκής ιδέας να χρειάζεται μια άλλη οικονομική πολιτική.

Ο κ. Διον. Χιόνης είναι καθηγητής Οικονομικών του ΔΠΘ.