O σεισμός στην πόλη Λ΄ Ακουιλα δεν επηρεάζει τα ελληνικά ρήγματα, όπως τονίζουν μιλώντας στο «Βήμα» έλληνες σεισμολόγοι. Ωστόσο προβληματισμό γεννά το επιστημονικό ενδεχόμενο η έντονη δραστηριότητα στην Ιταλία να προκαλέσει γεωγραφική μετατόπιση του σεισμικού επικέντρου προς την Ανατολή, ενδεχομένως επηρεάζοντας στο μέλλον και περιοχές στην Ελλάδα.

«Αν υπήρχε σύνδεσητότε αυτή δεν θα ήταν μονόδρομος, αλλά διπλής κατεύθυνσης. Γιατί άραγε οι μεγάλες δονήσεις που σημειώθηκαν στον ελληνικό χώρο, όπως π.χ. στη Μεθώνη, δεν προκάλεσαν σεισμό στην Ιταλία;»αναρωτιέται ο σεισμολόγος-ερευνητής στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο Αθηνών κ. Στ. Τάσσος.

Και σημειώνει ότι το μόνο που μπορεί να ειπωθεί αυτή τη στιγμή είναι ότι«η ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου βρίσκεται σε μια σχετική σεισμική διέγερση».

Οπως επισημαίνουν οι σεισμολόγοι κκ.

Γερ. Παπαδόπουλος καιΑ. Τσελέντης,το μέγεθος είναι σχετικά μικρό και η απόσταση μεγάλη για να γίνει λόγος για «ντόμινο» σεισμών.

Ο κ. Παπαδόπουλος όμως αναφέρει ότι ο χθεσινός σεισμός στην Κεντρική Ιταλία«θα μπορούσε θεωρητικά να οδηγήσει σε γεωγραφική μετατόπιση του σεισμικού επίκεντρου».

Οπως τονίζει, υπάρχει δημοσιευμένη μελέτη από επιστημονική ομάδα της Ουψάλα, η οποία συνδέει σεισμούς που έγιναν στη Δυτική και στην Ανατολική Ευρώπη σε διάστημα δύο ή τριών ετών. Ο πρώτος σεισμός είχε σημειωθεί στις Αζόρες, το επίκεντρο μετατοπίστηκε στην Αλγερία, μετά στην Ιταλία και ακολούθησε ο σεισμός των Αλκυονίδων, το 1981, στην Ελλάδα. Βέβαια, όπως λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος,«αυτό είναι απλώς μια παρατήρησηη οποία θα πρέπει να μας προβληματίσει σε επιστημονικό, ίσως και σε επιχειρησιακόεπίπεδο».

Σύμφωνα με τον κ. Τσελέντη, στο δίκτυο σεισμογράφων του Σεισμολογικού Κέντρου Πάτρας, από την Κέρκυρα ως τη Νότια Πελοπόννησο, τα Κύθηρα και τα Αντικύθηρα «δεν έχουν παρατηρήσει καμιά μεταβολή στη σεισμικότητα και αν συμβεί κάποιο σεισμικό γεγονός αυτό θα είναι τυχαίο».

«Δεν μπορεί να συνδεθεί ο σεισμός στη γειτονική χώρα με έναν μελλοντικό σεισμό στην Ελλάδα»εκτιμά και ο καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής και Εφαρμοσμένης Γεωλογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ.

Ευθ. Λέκκας.