Η Διεθνής Αμνηστία επισήμανε σε έκθεσή της, που δημοσιοποιήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2012, ότι η κατάσταση στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τον σεβασμό των δικαιωμάτων των μεταναστών «αρχίζει να λαμβάνει διαστάσεις ανθρωπιστικής κρίσης». Ο Τζον Νταλχούιζεν, διευθυντής Προγράμματος της Διεθνούς Αμνηστίας για την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία, συνόψισε την «ελληνική μεταναστευτική πραγματικότητα» ως εξής: «Με φόντο τη συνεχιζόμενη μεταναστευτική πίεση, τη βαθιά οικονομική κρίση και την όξυνση ξενοφοβικών αισθημάτων, η Ελλάδα αποδεικνύεται ανίκανη να παράσχει ακόμη και τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις ασφάλειας και καταφύγιο στις χιλιάδες αιτούντων άσυλο και μεταναστών που καταφθάνουν κάθε χρόνο».

Ανεξίτηλα σημάδια

Πέρα από τις επίσημες δηλώσεις, μια σειρά από περιστατικά προκάλεσαν βαθύ προβληματισμό. Οι φωτογραφίες του πρακτορείου Reuters, όπως τις αποτύπωσε ο φακός του πολυβραβευμένου φωτορεπόρτερ Γιάννη Μπεχράκη, περιγράφουν με τον πιο γλαφυρό τρόπο το πώς αισθάνεται μια μερίδα Ελλήνων για τους μετανάστες: ο 32χρονος Σουδανός Χασάν Μέκι μπορεί να κατάφερε να γλιτώσει το 2011 στην πατρίδα του από τους «άνδρες με τα στρατιωτικά ρούχα» που σκότωσαν τον πατέρα του και βίασαν τις δύο αδελφές του, αλλά στις 19 Αυγούστου του 2012, στην Αθήνα, είχε μια ανάλογα «πρωτόγονη» αντιμετώπιση.

Οπως διηγήθηκε στην ιστοσελίδα 1againstracism.gr, την πλατφόρμα της εκστρατείας κατά της ρατσιστικής βίας της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, περπατούσε με έναν φίλο του, όταν μοτοσικλετιστές με μαύρα ρούχα και ελληνικές σημαίες του επιτέθηκαν, τον χτύπησαν και τον άφησαν αναίσθητο. Οταν συνήλθε ήταν μέσα στα αίματα και αργότερα συνειδητοποίησε ότι του είχαν αφήσει μεγάλες χαρακιές στην πλάτη, που θυμίζουν το γράμμα «Χ».

Σε αυτό το περιστατικό ήρθε να προστεθεί και ένα εκτενές δημοσίευμα του BBC, ιδιαίτερα αρνητικό για την Ελλάδα. Αυτή τη φορά, οι σοκαριστικές μαρτυρίες δεν προέρχονταν από πρόσφυγες, αλλά από τουρίστες. Σε μία περίπτωση, σύμφωνα με τις καταγγελίες που δημοσίευσε το αγγλικό μέσο, η ρατσιστική επίθεση δεν έγινε από άνδρες με μαύρα και ελληνικές σημαίες, αλλά από έλληνες αστυνομικούς: ο Κορεάτης Χιουν Γιανγκ Γιουνγκ, έχοντας αποφασίσει να κάνει τον γύρο του κόσμου με ένα σακίδιο στην πλάτη, πέρασε και από την Αθήνα το περασμένο καλοκαίρι. Αν και είχε μαζί του διαβατήριο, συνελήφθη, κρατήθηκε και ξυλοκοπήθηκε ενώ φορούσε χειροπέδες. Αντίστοιχη «περιποίηση» δέχτηκε και ο Αμερικανός, νιγηριανής καταγωγής, Κρίστιαν Ουκγουόρι, ενώ ο Ινδός Σαϊλέντρα Κουμάρ Ράι συνελήφθη έξω από την ΑΣΟΕ, όπου εργαζόταν ως λέκτορας, και μετά το τέλος της περιπέτειάς του δήλωσε απογοητευμένος: «Στη χώρα μου φορούν χειροπέδες μόνο στους κακοποιούς».

Τα περιστατικά αυτά κίνησαν την προσοχή και στο Βερολίνο. Σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα «Süddeutsche Zeitung», ο εντεταλμένος της γερμανικής κυβέρνησης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Μάρκους Λένινγκ, χαρακτήρισε την ελληνική αντιμετώπιση των μεταναστών «ντροπή για όλους τους Ευρωπαίους».

Πώς ενισχύθηκε ο ρατσισμός

Πώς, όμως, φτάσαμε ως εδώ; Από πότε η έκφραση «greek hospitality» έφτασε να σημαίνει ότι αν είσαι ξένος και πας στην Ελλάδα, μπορεί να καταλήξεις στο νοσοκομείο (hospital) από το ξυλοφόρτωμα; Ο Γιώργος Τσαρμπόπουλος, επικεφαλής της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, παρακολουθώντας από πολύ κοντά την κλιμάκωση του ρατσιστικού φαινομένου, μας επισήμανε τρία χρονικά σημεία-κλειδιά: «Το 2009, εξαιτίας της συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού άστεγων και άπορων προσφύγων που ζητούσαν άσυλο και μεταναστών χωρίς χαρτιά σε συγκεκριμένες περιοχές των αστικών κέντρων, αλλά και της χρόνιας αδυναμίας της πολιτείας να δώσει λύσεις, εμφανίζονται συντονισμένες ξενοφοβικές αντιδράσεις “αγανακτισμένων περιοίκων” οι οποίοι διαμαρτύρονται για την υποβάθμιση των περιοχών τους. Παρ’ όλο που το πρόβλημα είναι υπαρκτό και απαιτεί άμεση κρατική αντιμετώπιση, ακροδεξιά στοιχεία εκμεταλλεύονται την κατάσταση, κατευθύνουν τις τοπικές αντιδράσεις και ενίοτε οργανώνουν αυτόκλητες συνοικιακές ομάδες περιπολίας για να απαλλάξουν την περιοχή από τους μετανάστες».

Οπως τονίζει: «Χαρακτηριστικό είναι το βίαιο σφράγισμα της παιδικής χαράς στην πλατεία Αγίου Παντελεήμονα, η τοποθέτηση της ελληνικής σημαίας στα κάγκελα περίφραξης και η παντελής απουσία αντίδρασης της πολιτείας ως σήμερα».

Δεύτερο σημείο-κλειδί είναι η δολοφονία του 44χρονου Μανώλη Καντάρη από ομάδα αλλοδαπών τον Μάιο του 2011: «Τις επόμενες ημέρες η Αθήνα βιώνει το πρώτο εκτεταμένο πογκρόμ από ακροδεξιές ομάδες που επιτίθενται αδιακρίτως εναντίον προσφύγων και μεταναστών στο κέντρο της Αθήνας, τους κυνηγούν στους δρόμους, τους κατεβάζουν με τη βία από τα μέσα μαζικής μεταφοράς, τους χτυπούν και ενίοτε τους μαχαιρώνουν». Και τρίτον, «η κορύφωση της οικονομικής κρίσης το 2012, αν και δεν αρκεί από μόνη της να δικαιολογήσει την έξαρση του ρατσισμού, αποτελεί ένα επιπλέον στοιχείο που ευνοεί ακραίες συμπεριφορές, καθώς οι απελπισμένοι συμπολίτες μας αναζητούν αποδιοπομπαίους τράγους». Και κάπως έτσι, οι επιθέσεις επεκτείνονται και σε άλλες περιοχές της Αθήνας όπως η Νίκαια, η Καλλιθέα, ο Αγιος Ιωάννης Ρέντης και ο Νέος Κόσμος, αλλά και εκτός πρωτεύουσας, σε Κρήτη, Κόρινθο, Ηγουμενίτσα κ.ά. Τα θύματα αναφέρουν χρήση ροπάλων, σιδηρολοστών, πτυσσόμενων κλομπ, αλυσίδων, μαχαιριών και σπασμένων μπουκαλιών κατά τη διάρκεια ιδιαίτερα βάναυσων επιθέσεων. Επίσης, πολύ συχνά κάνουν την εμφάνισή τους μεγαλόσωμα και διόλου φιλικά σκυλιά τα οποία βγαίνουν βόλτα με ομάδα που δρα στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα και της πλατείας Αττικής.

Τι συνέβη το 2012

Στο Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας συμμετέχουν η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και 29 οργανώσεις και φορείς. Σύμφωνα με τα στοιχεία του δικτύου, σε 48 από τα 87 περιστατικά που καταγράφηκαν από τον Ιανουάριο ως τον Σεπτέμβριο του 2012 τα θύματα πιστεύουν ότι οι δράστες συνδέονται με εξτρεμιστικές ομάδες. Οπως σημειώνει ο κύριος Τσαρμπόπουλος, «σε κάποιες περιπτώσεις, τα θύματα ή οι μάρτυρες ανέφεραν ότι μεταξύ των δραστών αναγνώρισαν άτομα που συνδέονται με τη Χρυσή Αυγή, είτε επειδή φορούσαν διακριτικά της οργάνωσης είτε επειδή το πρόσωπό τους συνδέεται με δημόσιες εκδηλώσεις της οργάνωσης στην περιοχή».

Οι ειδικοί εκτιμούν ότι, υπό κανονικές συνθήκες, οι καταγγελίες αλλοδαπών χωρίς χαρτιά (νομιμοποιητικά έγγραφα) για ρατσιστικές επιθέσεις θα ήταν πολύ περισσότερες. Από τη στιγμή, όμως, που αμέσως μόλις περάσουν το κατώφλι της Αστυνομίας κινδυνεύουν να απελαθούν, διστάζουν να το κάνουν.

Από τα 87 καταγεγραμμένα περιστατικά του 2012

✱ Τα 83 σημειώθηκαν σε δημόσιους χώρους (πλατείες, δρόμους, μέσα μαζικής μεταφοράς).

✱ Τα 50 εξ αυτών αφορούν βαριά σωματική βλάβη και τα 30 απλή σωματική βλάβη.

✱ Υπήρξαν, επίσης, δύο περιπτώσεις φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και εμπρησμών εναντίον επιχειρήσεων ή κατοικιών αλλοδαπών.


Τα 73 καταγεγραμμένα κρούσματα έλαβαν χώρα σε περιοχές του αθηναϊκού κέντρου, τρία στον Πειραιά και πέντε στην Πάτρα.

✱ Τα θύματα ήταν συνολικά 85 άνδρες και δύο γυναίκες, στην πλειονότητά τους από 18 ως 35 ετών, κυρίως από το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, το Μπανγκλαντές, τη Γουινέα και τη Σομαλία.

Παρ’ ότι η βιαιότητα των επιθέσεων παρουσιάζεται αυξημένη, παράλληλα παρατηρείται μεγαλύτερη ανοχή ή φόβος από μάρτυρες που ούτε παρεμβαίνουν για να βοηθήσουν τα θύματα ούτε δέχονται να καταθέσουν υπέρ τους. Ειδική κατηγορία αποτελούν 15 περιστατικά κατά τα οποία η ρατσιστική βία συναντά την αστυνομική. Οταν, δηλαδή, ένστολοι, κατά τη διάρκεια τέλεσης των καθηκόντων τους και σε επιχειρήσεις ρουτίνας, κατέφυγαν σε πρακτικές άσκησης βίας. Καταγράφηκαν, επίσης, περιπτώσεις προσαγωγών στα αστυνομικά τμήματα, κράτησης και κακομεταχείρισης για κάποιες ώρες, καθώς και η καταστροφή νομιμοποιητικών εγγράφων. Η Ελληνική Αστυνομία υπογραμμίζει στις επίσημες ανακοινώσεις της ότι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι βασική προτεραιότητα. Παράλληλα, αστυνομικές πηγές επισημαίνουν ότι γίνεται προσπάθεια να εκλείψουν οι περιπτώσεις κακής μεταχείρισης μεταναστών. Προσθέτουν, επίσης, ότι ο αριθμός των ατυχών γεγονότων θεωρείται μικρός για μια υπηρεσία που οφείλει να αντιμετωπίσει έναν τόσο μεγάλο αριθμό περιστατικών. Οπως επισήμανε το δημοσίευμα του BBC: «Ο αριθμός των μεταναστών στην Ελλάδα ενδέχεται να αποτελεί σήμερα το 10% του πληθυσμού. Αυτό είναι τεράστιο σοκ για μια χώρα που παλιά έστελνε η ίδια πολλούς Ελληνες στο εξωτερικό». Μία από τις προκλήσεις, εν μέσω οικονομικής κρίσης, είναι να αντιμετωπίσει η κοινωνία αυτό το τεράστιο σοκ χωρίς να χαθούν η ανθρωπιά και η ανεκτικότητα, στοιχειώδη γνωρίσματα μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής χώρας.