Τον Ιανουάριο επιστρέφετε στον ρόλο του Μίκη Θεοδωράκη στο Θέατρο Βadminton, με την επανάληψη της παράστασης «Ποιος τη ζωή μου…». Είναι ένας κόντρα ρόλος για εσάς; «Ο σκηνοθέτης Θέμης Μουμουλίδης έχει φαντασία, με φώναξε να κάνω τον Θεοδωράκη και όλοι με κοιτούσαν με μισό μάτι. Ηταν ωστόσο ένα στοίχημα. Και εγώ το σκεφτόμουν: γιατί να παίξω αυτόν τον άνθρωπο, τον απλησίαστο, τον μακρινό; Ομως ως πρόταση, ακόμη και αν δεν πήγαινε καλά, είχε ενδιαφέρον».
Ερμηνεύετε συνήθως μελαγχολικούς χαρακτήρες. Νιώσατε ότι παγιδευτήκατε στο φυζίκ σας; «Σε αυτόν τον τόπο αυτό που φαίνεται ότι είσαι σε στιγματίζει τελικώς. Το κατάλαβα γρήγορα και παραιτήθηκα. Είμαι βαθιά αδιάφορος για όλα αυτά πλέον».
Δεν έχετε δηλαδή φιλοδοξίες; «Oχι. Δεν περιμένω καμία ανατροπή».
Αγαπήσατε παραστάσεις στη ζωή σας; «Πολύ λίγες. Τις περισσότερες τις σιχάθηκα. Να συνυπάρξεις για πέντε μήνες με τους ίδιους ανθρώπους είναι δύσκολο. Εντάξει, οι ηθοποιοί λατρεύονται μεταξύ τους, δίνουν φιλάκια. Εγώ τέτοιο ταλέντο όμως δεν έχω».
Σας έχει τύχει να μην αντέχετε καθόλου κάποιον συμπρωταγωνιστή σας; «Βεβαίως, να παίρνω την καρέκλα και να τον κυνηγάω στα καμαρίνια. Και μετά στη σκηνή να είμαστε μαζί. Ηταν μαρτύριο, βάσανο, λάθος μεγάλο. Πλέον δεν με αφορά. Αν η παράσταση έχει κόσμο, είμαι ευτυχισμένος. Εχω παίξει και σε παραστάσεις που δεν είχαν άνθρωπο. Το παίρνεις προσωπικά. Είναι θλίψη».
Το χειροκρότημα μετράει για εσάς; «Οταν είναι ζεστό, είναι ωραίο. Το θέατρο είναι μπάλα, γήπεδο, ο θεατής ή θα μπει στο παραμύθι ή δεν θα μπει. Κυρίως θα πρέπει να μπουν οι κυρίες, γιατί αυτές στηρίζουν το θέατρο. Ε ναι, γιατί υπάρχουν και αυτοί οι κακόμοιροι οι κύριοι που σύρονται από τις κυρίες. Τι κρίμα! Να πας να δεις Κλοντέλ και να μη σου αρέσει το θέατρο. Αυτοκτονία σκέτη».
Ισως στους καιρούς μας ζητάμε το ελαφρύ, το εμπορικό. «Το κοινό είναι σοφό όταν ακολουθεί κάποιον. Δεν θα μπω σε διαχωρισμό ποιοτικού – εμπορικού. Τον Σεφερλή, για παράδειγμα, τον θεωρώ ταλαντούχο. Εχω δει και στο λεγόμενο ποιοτικό θέατρο ηθοποιούς που είχαν απωθημένο να είναι μεγάλες βεντέτες και αυτό είναι πιο επικίνδυνο. Ξέρεις τι είναι να βγαίνει ο κόσμος και να χειροκροτεί τον άλλον προτού κάνει «α» και ο καημένος o «ποιοτικός» να βγάζει τα σωθικά του και να μην παίρνει ένα χειροκρότημα;».
Οι ηθοποιοί είναι ματαιόδοξη φυλή; «Το να θέλεις να αρέσεις εφ’ όρου ζωής, τι σημαίνει; Πώς είναι δυνατόν στα 70 χρόνια σου να ρωτάς ακόμη «σου άρεσε η παράσταση;». Τι περιμένεις ο άλλος να σου πει; Το επάγγελμα αυτό θέλει ισορροπίες, διαφορετικά τρελαίνεσαι».
Εσείς πώς βρήκατε την ισορροπία; «Μου άρεσε να κάνω βόλτες, να περπατάω, να φεύγω. Δεν θεώρησα ποτέ τον εαυτό μου ιερομάντη αυτής της δουλειάς, να πουλάω το περίφημο «είμαι βασανισμένος». Επί μήνες, δηλαδή, να ψάχνω μανιωδώς να βρω το νόημα της φράσης «έφαγα το γιαούρτι» που λέει το κείμενο. Αλλά εγώ, είπαμε, δεν έκανα πρωταθλητισμό».


Τι εννοείτε; Ο Δημήτρης Χορν είχε επαινέσει το ταλέντο σας, στην «Αίθουσα του θρόνου» σας παρακολουθούσε όλη η Ελλάδα… «Τότε όλοι παρήλασαν από το Απλό Θέατρο όπου έπαιζα. Μετά άλλαξαν. Υπάρχει μια διαστροφή στην Ελλάδα, ύστερα από μια επιτυχία, να σε υποσκάψουν. «Θα σε πάρω τώρα που είσαι στην επικαιρότητα, αλλά θα σε τσακίσω μετά». Δεν πρέπει να ενοχλείς ή για να ενοχλείς πρέπει να έχεις πλάτες. Δεν είχα κάποιο σύστημα από πίσω να πει «ας το προωθήσουμε το παιδί»».


Σας εκφράζει κάποιο κόμμα αυτή τη στιγμή; «Οχι. Δεν ήμουν ποτέ ενταγμένος κάπου. Αισθάνομαι μια απειλή και από αυτούς που κυβερνούν και από αυτούς που έρχονται, αν έρθουν. Μπορεί, βέβαια, και τα πάντα να είναι στημένα, ένα παιχνίδι που καθορίζεται από αλλού, δεν φτάνει το μυαλό μου από πού».
Είστε πατέρας δύο μικρών αγοριών. Είστε καλός σε αυτόν τον ρόλο; «Δεν ξέρω. Κάθε μέρα κάνω λάθη και προσπαθώ να τα διορθώνω. Ακολουθώ το ένστικτο. Κάποια στιγμή διάβαζα βιβλία, τα πέταξα τελικά. Περνώ χρόνο μαζί τους, ελπίζω να τους δείξω ωραία πράγματα στη ζωούλα τους».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ