H Παγκόσμια Ημέρα του Περιβάλλοντος γιορτάζεται σήμερα σε όλον τον πλανήτη εν τω μέσω αισιόδοξων αλλά και απαισιόδοξων μηνυμάτων. Κύριο θέμα ανησυχίας και μελέτης για τους περιβαλλοντολόγους αλλά και για πολλές κυβερνήσεις κρατών είναι η υπερθέρμανση του πλανήτη και η μεταβολή του κλίματος. Το Πρωτόκολλο του Κιότο, το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή τον περασμένο Φεβρουάριο και έχει στόχο να μειώσει τις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα και άλλων αερίων και ρύπων που συμβάλλουν στο «φαινόμενο του θερμοκηπίου», αποτελεί ένα μεγάλο θετικό βήμα.


Δεν είναι όμως αρκετό. Και αυτό όχι μόνον επειδή οι ΗΠΑ, μια από τις χώρες που συμβάλλουν περισσότερο στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος, έχουν αρνηθεί να υπογράψουν τη Συνθήκη, αλλά και γιατί – κάτι το οποίο οι ειδικοί αποδίδουν και πάλι στην αμερικανική στάση και στις πιέσεις των επιχειρηματικών λόμπι – δεν ρυθμίζει ορισμένους σημαντικούς επιβαρυντικούς για το κλίμα παράγοντες. Ενας από αυτούς είναι οι αεροπορικές πτήσεις, οι οποίες εκπέμπουν μεγάλες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα και προκαλούν νέφη στα υψηλά στρώματα της ατμόσφαιρας, όπου η συμβολή τους στην υπερθέρμανση του πλανήτη είναι υπερδιπλάσια.


Ο κίνδυνος από τα αεροπλάνα επισημαίνεται τον τελευταίο καιρό από πολλούς επιστήμονες, σε πολλά κράτη. Το πιο πρόσφατο και ηχηρό σήμα ήλθε πριν από μερικές ημέρες από τη Βρετανία, όπου τόσο η Βασιλική Επιτροπή για τη Ρύπανση του Περιβάλλοντος όσο και η ειδική για το περιβάλλον επιτροπή της Βουλής των Κοινοτήτων προειδοποίησαν ότι οι αυξανόμενες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα από τις αεροπορικές πτήσεις απειλούν σοβαρά τον πλανήτη και τους στόχους που έχουν θέσει οι κυβερνήσεις των κρατών για την προστασία του. Πολλοί επίσης εκφράζουν φόβους ότι ο πολλαπλασιασμός των πτήσεων με την άνθηση των προσφορών φθηνών εισιτηρίων και η θέση σε κυκλοφορία νέων μεγάλων αεροσκαφών, όπως το Airbus A 380, θα κάνουν την κατάσταση πολύ χειρότερη τα επόμενα χρόνια.





Είναι το πιο γρήγορο μεταφορικό μέσο και στην εποχή μας, εποχή της ταχύτητας και της κίνησης, όλο και πιο πολλοί κάτοικοι του πλανήτη το προτιμούν για τις μετακινήσεις τους. Τα ταξίδια σε μακρινούς προορισμούς αποτελούν ένα όνειρο που γίνεται προσιτό σε όλο και περισσότερους ανθρώπους με τη μείωση των τιμών των αεροπορικών εισιτηρίων. Ο μαζικός αεροπορικός τουρισμός έχει όμως το κόστος του για τον πλανήτη και, αν συνεχίσει να αυξάνεται στον ίδιο ρυθμό, θα απειλήσει σοβαρά τις επόμενες γενιές.


H ρύπανση που προκαλούν τα αεροπλάνα στην ατμόσφαιρα είναι λιγότερο άμεσα αισθητή για τους κατοίκους της Γης από αυτήν που προκαλούν τα αυτοκίνητα και τα πλοία. Είναι όμως πολύ μεγαλύτερη και έχει πιο σοβαρές συνέπειες γιατί τα αεροπλάνα, τα οποία πετούν συνήθως σε ύψος 10.000 – 12.000 χιλιομέτρων, εκπέμπουν τα καυσαέριά τους και προκαλούν νέφη στη στρατόσφαιρα, το ανώτερο τμήμα της ατμόσφαιρας το οποίο παίζει σημαντικό ρόλο στο «φαινόμενο του θερμοκηπίου».


Ας δούμε όμως τα στοιχεία. Μια βασική αρχή είναι ότι, όσο περισσότερους επιβάτες μεταφέρει ένα αεροσκάφος, τόσο πιο γρήγορα και πιο ψηλά θα πρέπει να πετάει για να νικήσει τη βαρύτητα και άρα τόσο περισσότερα καύσιμα θα πρέπει να καταναλώνει και τόσο περισσότερα καυσαέρια θα εκπέμπει στην ατμόσφαιρα. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των επιστημόνων, ένα αεροπλάνο εκπέμπει κατά μέσον όρο 140 γραμμάρια διοξειδίου του άνθρακα ανά χιλιόμετρο και ανά επιβάτη (το αυτοκίνητο εκπέμπει 100 γραμμάρια). Αν κάνει κανείς τους σχετικούς υπολογισμούς για ένα κοινό αεροπλάνο της γραμμής με 120 – 160 επιβάτες (χωρίς να συζητήσουμε για το Airbus Α-340 ή τα Jumbo Boeing 747 που μπορούν να μεταφέρουν από 400 ως 600 επιβάτες), δεν είναι δύσκολο να καταλάβει γιατί το αεροπλάνο θεωρείται αυτή τη στιγμή το πιο «θερμαντικό» μεταφορικό μέσο στον πλανήτη (δείτε και τον σχετικό πίνακα).


Ο χαρακτηρισμός αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα δεν είναι ο μοναδικός τρόπος συμβολής των αεροσκαφών στην υπερθέρμανση της Γης. Οι υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται κατά την καύση της κηροζίνης κάνουν το οξυγόνο και το άζωτο που βρίσκονται στον αέρα να ενώνονται σε οξείδια του αζώτου. Τα οξείδια αυτά αυξάνουν τη θερμοκρασία και επιτείνουν κατά 60% την επίδραση του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.


Επιπλέον τα αεροπλάνα εκπέμπουν υδρατμούς, αιθάλη και θειικά άλατα. Αυτές καθ’ αυτές οι συγκεκριμένες ουσίες δεν είναι επιβλαβείς, όπως έχει αποδειχθεί και με πειράματα. Στα υψηλά στρώματα της ατμόσφαιρας όμως η παρουσία τους είναι επιβαρυντική, γιατί οδηγεί στον σχηματισμό νεφών. Στις ψυχρές θερμοκρασίες των στρωμάτων αυτών, τα αέρια που εκπέμπει το αεροπλάνο, σε συνδυασμό με την αύξηση της θερμοκρασίας που προκαλούν οι καύσεις του, σχηματίζουν συμπυκνώσεις μεγαλύτερης ή μικρότερης έκτασης και διάρκειας. H πιο γνωστή είναι η λευκή γραμμή που βλέπουμε να αφήνουν, ιδιαίτερα τον χειμώνα, όταν πετούν στον γαλάζιο ουρανό και η οποία, παρ’ ότι τόσο όμορφη, δεν είναι καθόλου αθώα.


H γραμμή αυτή, η οποία λέγεται ουρά συμπύκνωσης, όπως και όλες οι συμπυκνώσεις που προκαλούν τα αεροπλάνα συμπεριφέρονται ακριβώς όπως τα αραιά νέφη υψηλών υψομέτρων, τα οποία θεωρούνται ένας από τους βασικούς παράγοντες του «φαινομένου του θερμοκηπίου»: αφήνουν να περάσει το φως του ήλιου, αλλά μπλοκάρουν την υπεριώδη ακτινοβολία που εκπέμπει το έδαφος όταν αποβάλλει τη θερμότητα.


H συμπεριφορά των νεφών υψηλού υψομέτρου γενικότερα και των ουρών συμπύκνωσης ειδικότερα είναι ένας τομέας σχετικά άγνωστος στους ερευνητές, καθώς η μελέτη τους δεν είναι εύκολη. Εκτός από τη μεγάλη απόσταση που δυσχεραίνει την παρατήρηση, οι ουρές συμπύκνωσης δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο τους επιστήμονες επειδή οι συνθήκες σχηματισμού τους διαφέρουν κάθε φορά. Ξέρουμε γι’ αυτές μόνον ότι σχηματίζονται όταν ο αέρας είναι ψυχρός και υγρός (και άρα σχηματίζονται πιο εύκολα τον χειμώνα παρά το καλοκαίρι, σε μεγάλα υψόμετρα παρά κοντά στο έδαφος και σε μεγάλα γεωγραφικά πλάτη παρά κοντά στον Ισημερινό) και ότι εξαρτώνται από τις καιρικές συνθήκες.


Μελετώντας τη διάρκεια ζωής τους και μετρώντας το πάχος τους με οπτικά μέσα, οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι οι ουρές συμπύκνωσης αυξάνουν κατά 40% το «φαινόμενο του θερμοκηπίου» που προκαλεί το διοξείδιο του άνθρακα. Αν προσθέσουμε τα δύο ποσοστά, βλέπουμε ότι τα οξείδια του αζώτου και οι ουρές συμπύκνωσης διπλασιάζουν την επίδραση του διοξειδίου του άνθρακα που εκπέμπουν τα αεροπλάνα στην ατμόσφαιρα.


Ως εδώ τα στοιχεία είναι σαφή και επιβεβαιωμένα. Οι επιστήμονες όμως υποπτεύονται ότι οι βλαβερές συνέπειες των αεροσκαφών δεν σταματούν εδώ. Πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι, εκτός από τις ουρές συμπύκνωσης, τα αεροπλάνα προκαλούν επίσης τον σχηματισμό θυσάνων, αραιών διαχωρισμένων νεφών που μοιάζουν με λεπτά νήματα ή ζώνες, τα οποία εμφανίζονται ψηλά στον ουρανό και συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση της θερμοκρασίας. H θεωρία αυτή είναι ωστόσο δύσκολο να αποδειχθεί, γιατί οι θύσανοι σχηματίζονται στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας, όπου, όπως προαναφέραμε, οι ερευνητές δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν λεπτομερείς έρευνες, ενώ είναι αδύνατον να ξεχωρίσει κανείς έναν «φυσικό» θύσανο από έναν «τεχνητό», ο οποίος έχει δημιουργηθεί από αεροπλάνο.


Μια έμμεση προσπάθεια ωστόσο, από τον ερευνητή της NASA Πάτρικ Μίνις, έχει δώσει ορισμένες ενδείξεις. Μελετώντας τον σχηματισμό ουρών συμπύκνωσης τις τρεις επόμενες ημέρες από την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, όταν στις ΗΠΑ πετούσαν μόνο στρατιωτικά αεροπλάνα και ο ουρανός ήταν σχετικά «καθαρός», ο κ. Μίνις διαπίστωσε ότι μία μόνον από αυτές διήρκεσε έξι ώρες σχηματίζοντας στο τέλος ένα νέφος μήκους 11.000 χιλιομέτρων. Ο αμερικανός ερευνητής υπολόγισε ότι από το 1971 ως το 1995 οι θύσανοι επάνω από τη Βόρεια Αμερική αυξήθηκαν από 25% σε 28% εξαιτίας των αεροπορικών πτήσεων.


Αλλες μελέτες που έγιναν στην Ευρώπη έδειξαν ότι οι θύσανοι επάνω από την ήπειρό μας έχουν αυξηθεί το τελευταίο διάστημα κατά 1% – 2% ανά δεκαετία. Κανείς όμως δεν μπορεί να αποδείξει ότι η αύξηση αυτή οφείλεται στις αεροπορικές πτήσεις. Αντιθέτως: η διαπίστωση εντυπωσιακής αύξησης των θυσάνων σε περιοχές όπου δεν υπάρχει έντονη εναέρια κυκλοφορία, όπως η Κεντρική Αφρική, υποδεικνύει ότι αυτή μπορεί να οφείλεται στην υπερθέρμανση του πλανήτη ή σε φυσικές μεταβολές της ατμόσφαιρας.


Οι ερευνητές ελπίζουν ότι θα μπορέσουν να διερευνήσουν περισσότερο το φαινόμενο του σχηματισμού των θυσάνων και την επίδρασή του στο κλίμα με νέα ερευνητικά προγράμματα που πρόκειται να τεθούν σε εφαρμογή τα επόμενα χρόνια, όπως το ευρωπαϊκό Quantify. Προς το παρόν οι απόψεις για τη συμβολή τους στην υπερθέρμανση και στη μεταβολή του κλίματος του πλανήτη διίστανται. Ορισμένοι επιστήμονες πιστεύουν ότι είναι πολύ σημαντική και άλλοι θεωρούν ότι είναι μηδαμινή.


Πτήσεις και ΑΡΙΘΜΟΙ


* Οι αεροπορικές πτήσεις εκπέμπουν 10 φορές περισσότερα αέρια του θερμοκηπίου απ’ ό,τι τα τρένα και 190 φορές περισσότερα απ’ ό,τι τα πλοία.


* H αεροπορία μπορεί να παράγει το 15% των αερίων του θερμοκηπίου ετησίως αν δεν τεθεί υπό έλεγχο.


* Στη Βρετανία οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τις αεροπορικές πτήσεις έχουν διπλασιαστεί μέσα στα τελευταία χρόνια από 20,1 εκατομμύρια τόνους το 1990 σε 39,5 εκατομμύρια τόνους το 2004.


* Μια πτήση μετ’ επιστροφής από το Λονδίνο στη Φλόριδα εκπέμπει όσο διοξείδιο του άνθρακα εκπέμπει η μέση μετακίνηση με αυτοκίνητο σε ένα έτος.


* Οι εκπομπές ρύπων σε υψηλό υψόμετρο επηρεάζουν το περιβάλλον 2,7 φορές περισσότερο απ’ ό,τι αυτές του εδάφους.


* Οι αεροπορικές μεταφορές εμπορευμάτων αυξάνονται σε ρυθμό 7% ετησίως.


* Το 50% των Βρετανών ταξίδεψαν τουλάχιστον μία φορά με αεροπλάνο το 2001.


* H αεροπορική μεταφορά 1 κιλού σπαραγγιών από την Καλιφόρνια στη Βρετανία καταναλώνει 900 φορές περισσότερη ενέργεια απ’ ό,τι η εγχώρια καλλιέργειά τους.


Οι λύσεις


Την περασμένη εβδομάδα η βρετανική οργάνωση Φίλοι της Γης (Friends of the Earth) και η Greenpeace κάλεσαν τους Βρετανούς να μειώσουν τα αεροπορικά τους ταξίδια και ξεκινούν εκστρατεία η οποία αναμένεται να επεκταθεί και σε άλλες χώρες. «H αεροπορία είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη πηγή διοξειδίου του άνθρακα, της μεγαλύτερης αιτίας για τη μεταβολή του κλίματος» τονίζει ο πρόεδρος των Φίλων της Γης Τόνι Τζούνιπερ.


Οι αεροπορικές πτήσεις αυξάνονται σήμερα σε ρυθμό 5% ετησίως. H αύξηση αυτή σημαίνει ότι η επίδρασή τους στο κλίμα του πλανήτη μόνον από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και χωρίς να υπολογίζουμε τον «αβέβαιο» παράγοντα των θυσάνων θα τετραπλασιαστεί ως το 2050. Και αν σε πολλούς η λύση που προτείνουν οι βρετανοί οικολόγοι φαίνεται υπερβολική ή απλώς δυσάρεστη, το βέβαιο είναι ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα. Ο τομέας αυτός διερευνάται αυτή τη στιγμή από τους επιστήμονες, οι περισσότεροι όμως δεν φαίνονται ιδιαίτερα αισιόδοξοι για άμεσες και δραστικές λύσεις. Τα ενδεχόμενα που εξετάζονται είναι προς το παρόν τρία και όλοι οι ειδικοί θεωρούν ότι πρέπει να λειτουργήσουν συμπληρωματικά μεταξύ τους.


Το πρώτο είναι η βελτίωση των καυσίμων ή η μείωση της κατανάλωσής τους ώστε να μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Παρ’ ότι ορισμένα «όνειρα» των μηχανικών, όπως η κατασκευή αεροπλάνων που θα κινούνται με υδρογόνο, παραμένουν προς το παρόν άπιαστα, τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί τεράστια εξέλιξη. Χάρη στις προόδους στη μηχανική των κινητήρων και στη χρήση νέων, ελαφρύτερων υλικών, τα σημερινά αεροπλάνα καταναλώνουν τα μισά καύσιμα από τα αεροπλάνα της δεκαετίας του 1970.


Εξαιτίας όμως ακριβώς αυτού του τεράστιου άλματος οι επιστήμονες θεωρούν ότι τα περιθώρια στενεύουν και από εδώ και πέρα τα βήματα που θα γίνονται θα είναι πολύ μικρά. Στο πλαίσιο αυτό εναποθέτουν τις ελπίδες τους για εξοικονόμηση ενέργειας κυρίως στην αεροδυναμική και στην αύξηση της χωρητικότητας των αεροσκαφών. Ηδη το Airbus Α-380, το οποίο θα μπορεί να μεταφέρει 800 επιβάτες, θα καταναλώνει λιγότερα καύσιμα από δύο Airbus Α-340 των 400 θέσεων.


Δεύτερο ενδεχόμενο είναι η καλύτερη εκμετάλλευση της χωρητικότητας των αεροσκαφών, τα οποία σήμερα τις περισσότερες φορές ταξιδεύουν με αρκετές κενές θέσεις. H αύξηση του συντελεστή πληρότητας των πτήσεων, ο οποίος σήμερα κυμαίνεται από 50% ως 80%, θα εξοικονομούσε αρκετή ενέργεια. H λύση αυτή, η οποία ακούγεται απλή, είναι ωστόσο η δυσκολότερη. Αυτό γιατί απαιτεί τη μείωση του αριθμού των πτήσεων και ενδεχομένως την κατάργηση της πρώτης ή business θέσης, σημεία στα οποία οι αεροπορικές εταιρείες δεν πρόκειται να συμφωνήσουν εύκολα.


Το τρίτο ενδεχόμενο, η μείωση του υψομέτρου στο οποίο γίνονται οι πτήσεις, είναι το πλέον ελπιδοφόρο, παρουσιάζει όμως και αυτό αρκετά προβλήματα. Σύμφωνα με μελέτη του ευρωπαϊκού προγράμματος Tradeoff του 2003, αν τα αεροπλάνα πετούσαν χαμηλότερα η ρύπανση και η συμβολή τους στο «φαινόμενο του θερμοκηπίου» θα ήταν κατά 20% μικρότερη. Το ποσοστό αυτό θα μπορούσε να βελτιωθεί ακόμη περισσότερο αν τα αεροσκάφη εφοδιάζονταν με ειδικά μετεωρολογικά προγράμματα που θα τους επέτρεπαν να αποφεύγουν τις μάζες ψυχρού και υγρού αέρα που ευνοούν τον σχηματισμό των ουρών συμπύκνωσης. Πετώντας χαμηλότερα όμως τα αεροπλάνα καταναλώνουν περισσότερα καύσιμα, κάτι το οποίο δυσαρεστεί τις αεροπορικές εταιρείες γιατί οδηγεί σε αυξήσεις στην τιμή του εισιτηρίου. Επιπλέον, τα σημερινά αεροσκάφη είναι κατασκευασμένα για να πετούν σε υψηλά υψόμετρα και, για να πετάξουν πιο χαμηλά με τις ίδιες προδιαγραφές, θα πρέπει να υποστούν μετατροπές.