Έπειτα από 118 χρόνια στα τέλη Σεπτεμβρίου κατεβάζει ρολά και το τελευταίο εν λειτουργία βιβλιοπωλείο της αλυσίδας «Ελευθερουδάκης».

Έχει προηγηθεί εδώ και καιρό το κλείσιμο του επίσης ιστορικού βιβλιοπωλείου της Εστίας επί της οδού Σόλωνος και πιο πρόσφατα εκείνο του Παπασωτηρίου στο κέντρο της Αθήνας. Αντιστοίχως σοβαρά οικονομικά προβλήματα αντιμετωπίζουν άλλοτε πανίσχυροι εκδοτικοί οίκοι, όπως εκείνοι του Λιβάνη, του Καστανιώτη και άλλοι, που τα τελευταία χρόνια είδαν συνδυασμένα τις πωλήσεις τους να συρρικνώνονται και τα φέσια να πολλαπλασιάζονται.
Ανάλογη κρίση μαστίζει συνολικά τον ευρύτερο κλάδο των εκδόσεων και εκτυπώσεων, συμπεριλαμβανομένων των εφημερίδων, των περιοδικών, του Τύπου και κατ’ επέκταση της ενημέρωσης.
Ειδικά στο χώρο των εκδόσεων και της ενημέρωσης συνέπεσαν χρονικά, γεγονότα και συνθήκες που όξυναν και πολλαπλασίασαν την ένταση της κρίσης.
Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ για παράδειγμα φόρτισε την ατμόσφαιρα, επειδή ο κ.Τσίπρας και τα στελέχη του θέλησαν να δώσουν ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά στην κρίση του Τύπου και των εκδόσεων. Και η εξαετής οικονομική κρίση επίσης περιόρισε τη ζήτηση έντυπων και γενικά χάρτινων εκδόσεων, αλλά δεν είναι αυτή που καθόρισε και καθορίζει το βάρος και την ένταση της κρίσης του Τύπου.
Ωστόσο ούτε η οικονομική κρίση αυτή καθεαυτή, ούτε η μεταβολή των πολιτικών συνθηκών εξηγούν την ένταση του φαινομένου στον χώρο των εκδόσεων και της ενημέρωσης.
Και η οικονομική κρίση να μην ερχόταν και ο ΣΥΡΙΖΑ να έμενε εκτός νυμφώνος,η κρίση στις εκδόσεις θα εκδηλωνόταν με την αυτή ένταση.
Το πρόβλημα είναι κατ’ εξοχήν διαρθρωτικό και αποτέλεσμα της τεχνολογικής εξέλιξης και μεταβολής, η οποία υπήρξε ραγδαία τα τελευταία χρόνια και έθεσε υπό αίρεση και αμφισβήτηση συνολικά την παραγωγική βάση του κλάδου των εκδόσεων και εκτυπώσεων.
Η υπερανάπτυξη του Internet και των social media, σε συνδυασμό με τις νέες συσκευές – μοντέρνα τηλέφωνα, τάμπλετ και άλλα – και τα ισχυρά δίκτυα που προσέφεραν άπειρες δυνατότητες χρήσης και πρόσβασης σε οποιασδήποτε μορφής περιεχόμενο, μετέβαλαν δραματικά τις οικονομικές συνθήκες και βεβαίως άλλαξαν καταναλωτικές και άλλες συνήθειες.
Η ζήτηση πνευματικών αγαθών και υπηρεσιών ενημέρωσης όχι μόνο δεν μειώθηκε,αλλά αντιθέτως πολλαπλασιάστηκε. Με τη διαφορά ότι τα ίδια αγαθά και τις αυτές υπηρεσίες προσφέρουν νέοι, διεθνικοί κατά βάση παίχτες.
Στη νέα και διευρυμένη αγορά κυριαρχούν οι μηχανές αναζήτησης, τα ισχυρά ηλεκτρονικά δίκτυα πωλήσεων, οι τηλεπικοινωνιακοί οργανισμοί και συγγενείς προς αυτούς επιχειρήσεις, οι οποίες εκμεταλλεύονται στο μέγιστο βαθμό τους παραγωγούς περιεχομένου,αποδίδοντας τα ελάχιστα.
Κάπως έτσι απαξιώθηκαν επενδύσεις δισεκατομμυρίων παντού στον κόσμο και κατέστησαν προβληματικές σχεδόν άπασες οι παραγωγικές δομές της προηγούμενης περιόδου.
Σήμερα παραδοσιακοί παραγωγικοί εκδοτικοί οργανισμοί σε ολόκληρο τον κόσμο αντιμετωπίζουν υπαρξιακή κρίση.
Διατηρούν τις παλαιές δομές, διοικητικές και άλλες, προσπαθούν να προσαρμοσθούν και να απορροφήσουν τις νέες τεχνολογικές δυνατότητες, αλλά καταδυναστεύονται από το προηγούμενο βάρος και οι όποιες απόπειρες εκσυγχρονισμού και ανασυγκρότησης σκοντάφτουν ακριβώς υπό την πίεση της συντελούμενης αποεπένδυσης.
Ένας οξυδερκής παρατηρητής σχολίασε πρόσφατα ότι η κρίση του κλάδου των εκδόσεων και εκτυπώσεων θυμίζει εκείνη της κλωστοϋφαντουργίας στις αρχές της δεκαετίας του 80, όταν εισέβαλαν στην αγορά νέοι διεθνείς παραγωγοί από τις ζώνες της Ασίας και σάρωσαν λόγω του μηδαμινού κόστους τους πάντες και τα πάντα.
Κακά τα ψέματα η κρίση των εκδόσεων και των εκτυπώσεων είναι βαθιά διαρθρωτική και δεν πρόκειται να αντιμετωπισθεί ούτε με απεργίες, ούτε με ευχολόγια.
Πολύ περισσότερο δεν πρόκειται να λυθεί με αφορισμούς και κυνήγι μαγισσών, όπως επιχειρεί η κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της.
Θα απαιτήσει πρώτα απ’ όλα γενναία αναδιάρθρωση και ριζική αναπροσαρμογή,που θα οδηγεί κατ’ αρχήν σε μικρότερα και πιο λειτουργικά σχήματα και μαζί σε συγχωνεύσεις ομοειδών επιχειρήσεων στον ευρύτερο τομέα της παραγωγής πνευματικών αγαθών και υπηρεσιών ενημέρωσης.
Και η κυβέρνηση αν ήταν σοβαρή αντί των ύβρεων και της ακατάσχετης προπαγάνδας θα επιχειρούσε τουλάχιστον να προσεγγίσει το πρόβλημα του ευρύτερου αυτού τομέα και να αναλάβει πρωτοβουλίες σαν αυτές που αναλαμβάνουν πολλές κυβερνήσεις στην Ευρώπη και αλλού.