Ας μου επιτρέψει ο Γιώργος Καπουτζίδης να δανειστώ προς αναπαραγωγή μερικές φράσεις από το κείμενο που ανάρτησε στον προσωπικό λογαριασμό του στο Facebook. «Κανείς δεν γεννήθηκε με μίσος. Δεν γεννιέσαι μ’ αυτό, το μαθαίνεις. Το διδάσκεσαι. Στο σπίτι, στο σχολείο, στην τηλεόραση. Υπάρχει παντού, κρυμμένο και στα πιο αθώα πράγματα. Σε ένα ανέκδοτο που θα πει κάποιος φίλος σε μια παρέα, σε χαλαρές συζητήσεις που θα ακούσεις σε μια ψυχαγωγική εκπομπή με συνεντεύξεις ή με κους κους. Κανείς δεν το αποκαλεί μίσος. Το λένε πλάκα, άποψη, ειλικρίνεια, ελευθερία λόγου, βρίσκουν διάφορα όμορφα ονόματα για να μην το αποκαλέσουν μίσος. Και σου το διδάσκουν. Οπως το έχουν διδαχτεί και αυτοί. Και υπάρχει παντού. Σιγοβράζει. Και ξεσπά. Αλλοτε γίνεται μια βρισιά που θα ακούσεις στον δρόμο, άλλοτε μια ζωγραφιά που θα βρεις στην πόρτα σου, και σε κάποιες περιπτώσεις, γίνεται και σφαίρα. Προσπαθώ συνεχώς να το εντοπίσω και να το βγάλω απ’ τη ζωή μου. Και μαζί όλους αυτούς τους ανθρώπους που είναι πρόθυμοι να το διδάξουν, άθελά τους ή και ηθελημένα!».
Μέσα από αυτές τις γραμμές ο Καπουτζίδης, μαέστρος στο είδος, ουσιαστικά σκιαγραφεί την κοινωνική γέννηση της βίας. Και αν κάποτε ως μήτρα της θεωρούνταν η οικογένεια, ο περίγυρος και το σχολικό περιβάλλον, πλέον ένας καθοριστικός παράγοντας γέννησης και «θεριέματος» είναι η τηλεόραση.
Επί της ουσίας τα πρόσωπα είναι αυτά, και κυρίως τα δημοφιλή, τα οποία δίνουν γραμμή. Για χάρη των αριθμών και της νουμερολαγνείας, απαίδευτοι παρουσιαστές και πανελίστες ενορχηστρώνουν δήθεν αθώες επιθέσεις κατά της διαφορετικότητας με το πρόσχημα της υπερίσχυσης του mainstream, της κατεστημένης κοινωνικής σύμβασης δηλαδή, η οποία πρέπει κατά τη γνώμη τους να εκπροσωπηθεί με κάθε τρόπο.
Αναθεματίζοντας την ιδέα ότι ο γιος του μπορεί να επιλέξει να είναι γκέι ο εκάστοτε τηλεοπτικός οικοδεσπότης απλώς επιβεβαιώνει τη γέννηση της βίας και της αποδοχής της ως φυσιολογική αντίδραση. Ο χλευασμός, η καζούρα και η διάθεση μεταμόρφωσης του διαφορετικού σε καρικατούρα νομιμοποιούν την επιθετικότητα και το μίσος. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει όταν οι οργισμένες αντιδράσεις και εκφράσεις προβάλλονται στο πλαίσιο του λαϊκισμού ως επαναστατικές πράξεις.
Το σκληρότερο μίσος είναι αυτό που ελλοχεύει και εν συνεχεία εκκολάπτεται. Η χειρότερη μορφή αποδοχής της βίας είναι η κατάφασή μας στη μορφή που μας βολεύει. Ναι στο φάσκελο σε κάποιον που απλώς μας προσπέρασε στο φανάρι αλλά όχι στη βία στα γήπεδα; Αστείο. Η σφαλιάρα δεν είναι η μόνη έκφραση του μίσους και της εχθρικής συμπεριφοράς, είναι απλώς η πιο ωμή εκδοχή της. Τα λόγια του εκάστοτε Σφακιανάκη είναι η βία η οποία κρύβει μεγαλύτερο κίνδυνο. Απέναντι σε ένα μεγάλο ποσοστό ημιμαθούς πλήθους οι ανόητοι λεονταρισμοί ενός λαϊκού ειδώλου λειτουργούν τρόπον τινά ως μάθημα συμπεριφοράς και δυστυχώς γίνονται αντικείμενο μίμησης και θαυμασμού. Εκεί φτάσαμε ή μάλλον εκεί καταντήσαμε.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ