Αέναη λιτότητα, αέναη στασιμότητα και, τώρα, αέναοι πιστωτικοί κύκλοι; Ετσι φαίνεται, αν πιστέψουμε τον κορυφαίο μακροοικονομικό αναλυτή των «Financial Times» Μάρτιν Γουλφ, ο οποίος με άρθρο του (7.10.14) επανέφερε στο προσκήνιο μια εκδοχή της θεωρίας πιστωτικών κύκλων του Μίνσκι. Και –ω του θαύματος! –πριν αλέκτορα φωνήσαι, τα διεθνή χρηματιστήρια εισήλθαν σε μια φάση έντονων αναταράξεων, μετά από μακρά περίοδο παχιών αγελάδων.
Από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα –γράφει ο Γουλφ –παρατηρούμε εναλλασσόμενες ανοδικές και καθοδικές φάσεις στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αλλεπάλληλες πιστωτικές φούσκες, που κάθε φορά καταλήγουν σε πιστωτικές κρίσεις: Ιαπωνία (1989), Νοτιοανατολική Ασία (1997), ΗΠΑ (2008), Κίνα (οσονούπω). Χωρίς υπερβολική πιστωτική επέκταση κάπου, η παγκόσμια οικονομία φαίνεται ανήμπορη να δημιουργήσει τη ζήτηση που απαιτείται για την απορρόφηση της δυνητικής παραγωγής.
Αυτό σημαίνει ότι οι καπιταλιστικές οικονομίες είναι εξ ορισμού δανειακές; Δηλαδή «οικονομίες χρέους»; Ναι, αν μιλάμε για τη συγκεκριμένη περίοδο στην οποία αναφέρεται ο βρετανός αναλυτής (1980 έως σήμερα). Οχι, αν αναφερόμαστε στην περίοδο κρατικού παρεμβατισμού κεϊνσιανού τύπου (1945-1980).
Η υπερχρέωση είναι ιδιαίτερο δομικό χαρακτηριστικό του νεοφιλελεύθερου μοντέλου ανάπτυξης στην εποχή της χρηματοοικονομικής παγκοσμιοποίησης. Κυρίως η υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα και δη των νοικοκυριών (αλλά και του κρατικού, στην περίπτωση Ιταλίας – Ελλάδας). Η κεϊνσιανή όμως περίοδος ήταν εντελώς διαφορετική. Οι κατά πολύ υψηλότεροι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης επιτυγχάνονταν χωρίς πιστωτικές φούσκες και επώδυνες πιστωτικές κρίσεις.
Απίστευτο κι όμως αληθινό! Οι επάρατοι «κρατιστές» κατάφεραν μεταπολεμικά να δημιουργήσουν μια ισχυρή οικονομία και ένα ισχυρό κράτος πρόνοιας, διατηρώντας το χρέος σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Οι νεοφιλελεύθεροι (σφοδροί επικριτές του σπάταλου και αδηφάγου κράτους), με σημαία την εγκράτεια και τη λιτότητα, δημιούργησαν μια ανάπηρη οικονομία που παραπαίει χωρίς τα δεκανίκια του χρέους.
Ο λόγος είναι απλός. Η έντονη ανάπτυξη της κεϊνσιανής περιόδου στηριζόταν στους υψηλούς μισθούς και έτσι ρευστότητα και επενδύσεις κατευθύνονταν κυρίως στην πραγματική οικονομία, όπου υπήρχε επαρκής αγοραστική δύναμη. Για τους νεοφιλελεύθερους, ο μισθός είναι αποκλειστικά κόστος παραγωγής που πρέπει να συμπιέζεται για λόγους ανταγωνιστικότητας.
Η λύση που προκρίνεται για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της καθήλωσης των μισθών και της ανεπαρκούς ζήτησης είναι τα δανεικά. Δάνεια, δάνεια, δάνεια!.. Παντού δάνεια! Γι’ αυτό, ρευστότητα και επενδύσεις κατευθύνονται κυρίως στον χρηματοπιστωτικό τομέα, ο οποίος διογκώνεται υπέρμετρα εις βάρος της πραγματικής οικονομίας. Αλλά ανάπτυξη η οποία στηρίζεται σε δανεικά που υποκαθιστούν αυθεντικό εισόδημα είναι δέσμια του πιστωτικού κύκλου και μοιραία καταλήγει σε ανώμαλη προσγείωση.
Οι τρέχουσες αναταράξεις δεν έχουν σχέση με την Ελλάδα. Οφείλονται σε βαθύτερα αίτια. Οπως το φάσμα της μόνιμης στασιμότητας και του αποπληθωρισμού χρέους που αντιμετωπίζει η ευρωζώνη. Ή η εξάντληση της αναπτυξιακής δυναμικής των αναδυόμενων χωρών, που επηρεάζει αρνητικά την παγκόσμια οικονομία.
Ενα είναι βέβαιο. Το laissez-faire και οι αχαλίνωτες αγορές δεν είναι το πεπρωμένο μας. Ούτε και οι πιστωτικοί κύκλοι. Είναι απλώς μια πολιτική επιλογή μεταξύ άλλων…
Ο κ. Γιώργος Δουράκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ