Το νέο καβαφικό πόνημα του Δημήτρη Δασκαλόπουλου αποτελεί επικύρωση παραδειγματικής φιλολογικής έρευνας και γραφής. Πρόκειται για τον τόμο Κ. Π. Καβάφης: Η ποίηση και η ποιητική του, που κυκλοφόρησε από τις πρόθυμες εκδόσεις Κίχλη. Μέσης έκτασης κείμενο (252 σελίδων), άψογης εκτύπωσης, περιέχει «Είκοσι μελετήματα», πλαισιωμένα με ευπρόσδεκτης οικονομίας «Προλογικό σημείωμα», «Βραχυγραφίες», «Πρώτες δημοσιεύσεις» και «Πίνακα ονομάτων». Στην ουσία πρόκειται για απολογισμό συστηματικής καβαφικής προσήλωσης τουλάχιστον μιας τριακονταετίας, η οποία, συνδυάζοντας τη βιογραφία και τη βιβλιογραφία με τη βιβλιοκριτική, συγκεντρώνεται εξ επαφής στην ανάγνωση της καβαφικής ποίησης και στην αναγνώριση της καβαφικής ποιητικής.
Συνήθως οι τέσσερις αυτοί τρόποι δεν συνδυάζονται στη διαμεσολαβητική προσέγγιση της λογοτεχνίας, ειδικότερα της ποίησης. Η βιογραφία κατά κανόνα αυτονομείται, όταν εσκεμμένα δεν μυθοποιείται, ενώ η βιβλιογραφία θεωρείται κλάδος επικουρικός, χρονοβόρος, μάλλον απρόσωπος, που χρεώνεται στο «βοηθητικό προσωπικό» της φιλολογικής επιστήμης, στην αρχή ως προπαιδευτική άσκηση και αργότερα ως προαιρετική υποστήριξη της βιβλιοκριτικής.
Στην περίπτωση ωστόσο του Δασκαλόπουλου η παρεξήγηση αυτή όχι μόνον αναιρείται αλλά πρακτικώς αντιστρέφεται. Μετατρέποντας την απόκλιση σε σύγκλιση φιλολογίας και λογοτεχνίας, υπό τον όρο ότι όποιος την επιχειρεί αποδέχεται τον προαπαιτούμενο και παρεπόμενο μόχθο. Οπότε η βιοβιβλιογραφία αποδείχνεται έρεισμα έγκυρης βιβλιοκριτικής και δίαυλος προσωπικής παρέμβασης στο ζεύγος «ποίησης και ποιητικής». Αυτή τη μεθοδική πορεία υπερασπίζεται ο Δασκαλόπουλος στον απόλογο της καβαφικής του περιπέτειας, που αποτυπώνεται στα είκοσι μελετήματα του προκείμενου τόμου.
Θυμίζω, επιλέγοντας, βασικούς σταθμούς της. Η αρχή της σημαδεύεται με τη μελέτη Κ. Π .Καβάφης: Σχέδια στο περιθώριο, δημοσιευμένη στο επετειακό 1983. Μεσολαβούν τα Λογοτεχνικά περιοδικά της Αλεξάνδρειας 1904-1953, που είδαν το φως της δημοσιότητας το 1990, προτού φτάσουμε στο δίδυμο κατόρθωμα με τη θηριώδη Βιβλιογραφία Κ. Π. Καβάφη 1866-2000 (2003) και με το συζυγικό έργο Ο βίος και το έργο του Κ. Π. Καβάφη (2002, νέα έκδοση 2013). Το 2003 εξάλλου εμφανίστηκαν επιπλέον τα Ελληνικά καβαφογενή ποιήματα και το 2006 η μελέτη Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας και Κερύνειας: Καβάφης – Σεφέρης.
Με τις καβαφικές αυτές συνεισφορές διασταυρώθηκαν δέκα γενναίες βιβλιογραφικές απογραφές που αφορούν στους: Γιώργο Σεφέρη, Κ. Γ. Κατσίμπαλη, Αγγελο Σικελιανό, Οδυσσέα Ελύτη, Ρόδη Ρούφο, Αλέξανδρο Κοτζιά, Μανόλη και Νόρα Αναγνωστάκη, Τίμο Μαλάνο, Ζήσιμο Λορεντζάτο. Στα ποιητικά εξάλλου πεπραγμένα του Δασκαλόπουλου εξέχουν εννέα συλλογές γνήσιας ευαισθησίας, ενώ στην κριτική του ετοιμότητα και εντιμότητα οφείλονται, μεταξύ άλλων, οι Βιβλιοκριτικές της περιόδου 1993-1996, δημοσιευμένες αρχικώς στα «Νέα».
Και τώρα στο ψαχνό. Τα είκοσι μελετήματα του τόμου χρονολογούνται στο άνυσμα 1983-2013 (σε αναλογία 7 προς 13 ανά δεκαετία). Τέσσερα από τα είκοσι δημοσιεύονται για πρώτη φορά. Και τα είκοσι διακρίνονται άνετα μεταξύ τους με κριτήριο κατ’ αρχήν την έκτασή τους: περιορισμένη, μέτρια, μεγάλη ως υπερβολική (παράδειγμα υπερβολής η μελέτη «Η πρώτη έκδοση των Ποιημάτων του Καβάφη»). Εισαγωγικό προορισμό έχουν τα δύο πρώτα μελετήματα: «Από τη Σιωπή στον Λόγο. Η πορεία του Κ. Π. Καβάφη από το 1882 ως τις αρχές του 20ού αιώνα» (2000) και «Εισαγωγικά Σχόλια στον Κ. Π. Καβάφη» (2003).
Τα υπόλοιπα δεκαοκτώ διαδέχονται το ένα το άλλο προσβλέποντας στην αρχή της θεματικής συγγένειας. Προκαλούν ειδικότερα, ήδη με τον τίτλο τους, τα επόμενα: «Κωστής Παλαμάς και Κ. Π. Καβάφης» (2003), «Κ. Π. Καβάφης: Ενας ευρωπαίος ποιητής» (1984), «G. H. Blanken: Ο πρώτος ευρωπαίος καβαφιστής» (1984) και «Ο Καβάφης στον 21ο αιώνα» (2012).
Αναβάλλω για την άλλη Κυριακή κάποιες, εύλογες ελπίζω, απορίες που προσγράφονται πάντως στα θετικά παρεπόμενα της ώριμης αυτής καβαφικής εισφοράς. Η μία έχει να κάνει με τον αυστηρότερο έλεγχο του τρίπτυχου «βιογραφία – εργογραφία – βιβλιογραφία», επειδή οι τρεις αυτοί όροι συχνά συγχέονται, όταν, ευκαίρως ακαίρως, δεν εναλλάσσονται. Ζητούμενο επομένως στην προκειμένη περίπτωση παραμένει να συζητηθεί εκ νέου η ακριβολογία τους και να ερευνηθεί ο βαθμός της αμοιβαίας τους σχέσης.
Η δεύτερη απορία διατυπώνεται επίτηδες στην επίμαχη γλώσσα του χρηματιστηρίου. Ερωτάται αν οι αυξανόμενες ποιητικές μετοχές του Καβάφη, εντός και εκτός του ελλαδικού χώρου, οδήγησαν και οδηγούν σε αύξουσα υποτίμηση των μετοχών άλλων αναγνωρισμένων ποιητών (προηγούμενων, συγχρόνων και μεταγενέστερων), με σκανδαλώδη κάποτε απερισκεψία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ