Το πρόβλημα σήμερα με το χρήμα δεν είναι η ύπαρξή του, αλλά ο ρόλος που παίζει στην οικονομία – πραγματική οικονομία- και στις κοινωνικές σχέσεις. Το χρήμα ως κεφάλαιο στηρίζει τις επενδύσεις, την παραγωγή και το εμπόριο προϊόντων και υπηρεσιών. Μακροοικονομικά, η σχέση δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας καθορίζεται από την προστιθέμενη αξία (περιέχει τα κέρδη της επιχείρησης και το κόστος εργασίας). Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά τη δεκαετία του 1980, η εργασία συμπιέζεται όλο και πιο πολύ προς όφελος των κερδών και του κεφαλαίου του επιχειρηματία (επιχείρηση). Όταν σε μια παγκόσμια οικονομία με ανάπτυξη 5% το χρόνο, τα κεφάλαια προς επένδυση ζητούν απόδοση πάνω από 15% μεσο-μακροπρόθεσμα, τότε γίνεται άμεσα αντιληπτό που οδηγείται η ανθρωπότητα. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης θεωρεί τις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες «παράσιτα» οι οποίες θα καταστρέψουν το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα που τις εξέθρεψε.
Κερδοσκοπία versus Δημιουργία – Παραγωγή

Το τελευταίο παράδειγμα της Κύπρου έδειξε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τη μάχη που δίδεται μεταξύ του χρηματοοικονομικού και του παραγωγικού κεφαλαίου (δες Το Βήμα,
Κυριακή 31/3/2013, παραγωγικός εναντίον χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού).

Το 2005, πριν την κρίση του 2007, το παγκόσμιο ΑΕΠ ανερχόταν στα 45τρισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό είναι το μέγεθος της πραγματικής οικονομίας. Η παγκόσμια χρηματοοικονομική οικονομία (συναλλαγματικές αγορές, αγορές μετοχών – ομολογιών, παραγώγων, κτλ.) ανερχόταν στα 2.574 τρισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή 57 φορές μεγαλύτερη από την πραγματική οικονομία. Βέβαια στην ανάπτυξη της χρηματοοικονομικής οικονομίας συνέβαλε τα μέγιστα και η παγκοσμιοποίηση με τα επιτεύγματα της τεχνολογικής προόδου. Το «κερδοσκοπικό χρήμα» με βραχυπρόθεσμο προσανατολισμό πήρε προβάδισμα σε σχέση με το χρήμα που χρηματοδοτεί τις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας. Τα στελέχη των επιχειρήσεων οφείλουν να παρουσιάσουν, όπως το κάνουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κάθε τρίμηνο, την αποδοτικότητα του βιομηχανικού κεφαλαίου – και τη συγκρίνουν με την αποδοτικότητα άλλων χρηματοοικονομικών τοποθετήσεων. Ειδικότητες περιζήτητες για τη βιομηχανία όπως μηχανικοί, μαθηματικοί, φυσικοί, κλπ., δεν ενδιαφέρονται για την παραγωγή νέων προϊόντων και νέων μεθόδων παραγωγής αλλά για την ανάπτυξη αλγορίθμων κατάλληλων για τη γρήγορη και αποτελεσματική βραχυπρόθεσμη χρηματοοικονομική κερδοσκοπία. Ο κόσμος της χρηματοοικονομικής οικονομίας επιβλήθηκε του κόσμου της παραγωγής. Οι περισσότεροι μέτοχοι αρέσκονται στο να παράγουν οι επιχειρήσεις τους «χρήμα» παρά νέες ιδέες και προϊόντα αιχμής.
Χρηματοοικονομική ρύθμιση
Αρχικά με την κρίση της περιόδου 2007-2009, με το μεγάλο χρέος των κρατών της Ευρωζώνης (κυρίως του νότου) και με την παρούσα ύφεση λόγω λιτότητας, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη (των 27) αποφάσισαν να σταματήσουν την κυριαρχία της χρηματοοικονομικής οικονομίας (βέβαια υπάρχει ένα μέρος της συνολικής χρηματοοικονομικής σφαίρας – το shadowbanking- το οποίο μένει ακόμη στο απυρόβλητο). Συγκεκριμένα, τέθηκαν τρεις βασικοί άξονες, οι οποίοι προσανατολίζονται προς τον ίδιο στόχο: την εξασφάλιση του τραπεζικού συστήματος από νέες κρίσεις, περιορισμός και γενικά απαγόρευση χρησιμοποίησης δημοσίων πόρων σε περίπτωση πτώχευσης μιας τράπεζας (συστημικός κίνδυνος με απειλή χρεοκοπίας όλου του τραπεζικού συστήματος).
1.Διαχωρισμός των τραπεζικών δραστηριοτήτων των τραπεζών με στόχο να περιοριστούν οι πράξεις χρηματοοικονομικής κερδοσκοπίας. Πρόκειται για την προστασία των καταθέσεων των πολιτών (κανόνας του Volker για τις ΗΠΑ).
2.Βασιλεία ΙΙΙ, μια ρύθμιση η οποία με χρονικό ορίζοντα το 2019, προβλέπει ένα τραπεζικό σύστημα ισχυρό με ρευστότητα για τις μελλοντικές κρίσεις.
3.Μελλοντική συγκέντρωση του ελέγχου των τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Εκτός από την νομισματική πολιτική, η ΕΚΤ πρέπει να επιβλέπει τις 200 μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης οι οποίες κατέχουν περίπου 30 δις ευρώ ενεργητικών στοιχείων. Αυτή η δύναμη της ΕΚΤ της επιτρέπει, στα πλαίσια της χρηματοοικονομικής σταθερότητας (financialstability), να επιλύει τις συστημικές κρίσεις χωρίς να καταρρέει το συνολικό τραπεζικό στερέωμα. Πρόκειταιγια τηνΕυρωπαϊκή Τραπεζική Ένωση.
*Ο κ. Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης είναι Distinguished Research Professor,Audencia Nantes, School of Management
Ακαδημαϊκός της Ισπανικής Βασιλικής Ακαδημίας Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών Επιστημών