Ξύπνησαν τα φαντάσματα, λοιπόν, αλλά όχι αυτά που έβλεπε ο Αλέξης Τσίπρας όταν δήλωνε «εδώ και αρκετές ημέρες τοφάντασμαμιας δημοκρατικής κυβέρνησης της Αριστεράς πλανιέται πάνω από την Ελλάδα» – τουλάχιστον αυτό φαντασιωνόταν ο ίδιος.

Τα κουκιά δεν βγαίνουν για τέτοια κυβέρνηση είτε με τη στενή έννοια της κομμουνιστογενούς Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΔΗΜΑΡ) που εννοούσε, είτε με την έννοια της ευρύτερης Αριστεράς που θα περιελάμβανε και το ΠαΣοΚ.

Η μόνη κυβέρνηση που θα μπορούσε να συγκροτηθεί θα ήταν κυβέρνηση ΝΔ-ΠαΣοΚ-ΔΗΜΑΡ που θα συγκέντρωνε 170 βουλευτές αλλά μάλλον φαντασία αποτελεί και αυτή, είναι απίθανο να ενδιαφέρει κάτι τέτοιο οποιοδήποτε από τα τρία κόμματα – γιατί μπορεί να έχουν την πλειοψηφία σε έδρες αλλά ούτε 40% του εκλογικού σώματος δεν συγκεντρώνουν και τα τρία μαζί.

Τέτοια κυβέρνηση δεν θα νομιμοποιείται να κυβερνά στο συγκρουσιακό περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί, απαιτούνται πολύ ευρύτερες συνεργασίες, που δεν φαίνεται να υπάρχουν.

Έτσι, φθάσαμε στο σημείο που αναμενόταν: να μη ζητά νέες εκλογές ο Αντώνης Σαμαράς για να κατακτήσει την απόλυτη πλειοψηφία, όπως ονειρευόταν, αλλά οι Τσίπρας-Καμμένος για να αποτελειώσουν ΝΔ-ΠαΣοΚ και να τα αποτελέσουν Ανεξάρτητοι Έλληνες -ΣΥΡΙΖΑ κάτι που θα θυμίζει δικομματισμό αλλά δεν θα είναι ακριβώς: θα είναι «διπολισμός», με αυτούς βασικούς αντίπαλους και τα άλλα κόμματα να περιστρέφονται γύρω από αυτούς τους πόλους.

Πόλους που θα είναι πολύ περισσότερο απομακρυσμένοι από όσο ήσαν ΝΔ-ΠαΣοΚ όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης. Ουσιαστικά, ξύπνησαν φαντάσματα που κοιμόντουσαν χρόνια πολλά, που τα είχε ξορκίσει η μεταπολίτευση αλλά δεν τα είχε εξουδετερώσει. Τα φαντάσματα της Άκρας Δεξιάς και της Άκρας Αριστεράς είναι εδώ και προσπαθούν να εξαφανίσουν μετριοπαθέστερες μορφές της Δεξιάς και της Αριστεράς για να κυριαρχήσουν. Αυτά πλανιώνται πάνω από την Ελλάδα.

Βασικοί υπεύθυνοι για το φαινόμενο αυτό είναι ΝΔ και ΠαΣοΚ. Όχι μόνο για τον τρόπο που κυβέρνησαν και μας οδήγησαν στην οικονομική καταστροφή αλλά και γιατί καλλιεργούσαν τις ακροδεξιές και ακροαριστερές ιδέες στο εσωτερικό τους: ο εθνικισμός, ο αντιιμπεριαλισμος, ο αντιευρωπαϊσμός, ο ισοπεδωτισμός μπορεί να μην ήσαν κυρίαρχες ιδεολογίες, ανθούσαν όμως στο εσωτερικό τους.

Από τα σπλάγχνα της ΝΔ προέκυψαν οι Ανεξάρτητοι Ελληνες, οι βουλευτές του ΠαΣοΚ που μετακινήθηκαν δεξιά και αριστερά εξασφάλισαν την εκλογή τους σε τιμητικές θέσεις στον ΣΥΡΙΖΑ, τη ΔΗΜΑΡ, τους ΑΕ.

Σε κάθε περίπτωση είμαστε εδώ που είμαστε και μάλλον τα χειρότερα είναι μπροστά μας. Η ελπίδα ότι «η Ευρώπη αλλάζει και θα μας συμπαρασταθεί» εκφράζεται, παραδόξως, και από την Αριστερά και από τη Δεξιά, με αναφορά στην εκλογή Ολάντ, κυρίως.

Αλλά το πολιτικό πρότυπο του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος απέρριψαν καταψηφίζοντας το ΠαΣοΚ οι ψηφοφόροι και καταδικάζοντάς το βίαια ως «νεοφιλελεύθερο» τα κόμματα της άκρας Δεξιάς και της κομμουνιστογενούς Αριστεράς.

Γιατί ο Ολάντ ή το σύνολο της «κυβερνώσας Αριστεράς» στην Ευρώπη θα αποτελούν λύση για το ελληνικό πρόβλημα κανείς δεν το έχει εξηγησει επαρκώς – και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ που ισχυρίζεται συνεχώς ότι όλα όσα συμβαίνουν εδώ έχουν αντίκρισμα και στην Ευρώπη, πως η ευρωπαϊκή Αριστερά θα «ξυπνήσει», θα αναιρέσει τα όσα έχει αποφασίσει για την Ελλάδα και για την ίδια και όλοι θα ξαναπάρουμε πίσω δουλειές, μισθούς, συντάξεις.

Ας μην υπάρχουν αυταπάτες: η Αριστερά που επικαλείται ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η Αριστερά του 2%-10% πανευρωπαϊκά, περιθωριακή Αριστερά όπως ήταν ως τώρα το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά και κεντροαριστερά κόμματα που κυβέρνησαν ή θα κυβερνήσουν καμιά σχέση δεν έχουν με την κινηματική, ριζοσπαστική και κομμουνιστική αριστερά που συναναστρέφεται ο ΣΥΡΙΖΑ και στην οποία ανήκει. Μπορεί βεβαίως να έχει ξεκινήσει σε όλη την Ευρώπη η μεγάλη ανατροπή που έγινε σε μας και να έχει δίκιο ο ΣΥΡΙΖΑ, να αλλάξει άρδην και να γίνει νέα η γηραιά μας ήπειρος, όπως το 1917 με τους μπολσεβίκους, το 1923 με τους φασίστες και το 1933 με τους ναζί.

Αλλά μπορεί να μην είναι η νίκη των άκρων εδώ προαναγγελία του τι θα γίνει στη Δυτική Ευρώπη. Εκεί, τα τελευταία 60 χρόνια ούτε εμφύλιοι πόλεμοι έγιναν ούτε δικτατορίες – ούτε καν βίαιες πολιτικές συγκρούσεις στην ένταση και έκταση που έγιναν στη χώρα μας από την μεταπολίτευση και μετά, που είναι το ορόσημο του ομαλού πολιτικού βίου της χώρας. Ούτε και, από όσο θυμάμαι, έχει εκπροσωπηθεί σε ευρωπαϊκό κοινοβούλιο ναζιστικό κόμμα με ποσοστό μάλιστα 7% στο σύνολο της χώρας.

Κατά τη γνώμη μου, η ελληνική ιδιομορφία ή ιδιοπροσωπεία ή ιδιαιτερότητα, όπως θέλετε πείτε τη, θα συνεχιστεί. Ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων που διαμορφώνεται οδηγεί προφανώς στην έξοδο από το ευρώ και την περιθωριοποίηση της χώρας. Ας ελπίσουμε όχι και στην πλήρη έξοδο από την ΕΕ και σε εμφύλιες συγκρούσεις. Πάντως οι πιθανότητες να συμβούν αυτά τα ακραία φαινόμενα έχουν αυξηθεί από τότε που κάηκε η Αθήνα και είχα γράψει το κείμενο «Η Μεταπολίτευση πέθανε, ζήτω ο Εμφύλιος», όπου εντοπιζόταν το πρόβλημα της μετεκλογικής αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης και οι κίνδυνοι από την ανοχή στη διάχυτη βία.

Θα μπορούσαν αυτά τα απαισιόδοξα προγνωστικά να ανατραπούν αν ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας πετύχει μεγάλη νίκη, προσπαθούσε να γίνει πραγματικά κόμμα που θα μπορούσε να κυβερνήσει και να διαφυλάξει την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.

Κάποιες τέτοιες ενδείξεις υπάρχουν δεδομένου ότι στο φάντασμα του Αλέξη Τσίπρα προστέθηκε τις τελευταίες ημέρες η λέξη «δημοκρατική» στο «κυβέρνηση Αριστεράς» και ότι τη νύχτα του εκλογικού του θριάμβου αναφέρθηκε σε «εξελίξεις σε προοδευτική κατεύθυνση».

Αλλά τίποτα δεν δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει παραιτηθεί από τα ανατρεπτικά, επαναστατικά σχεδιά του – τα οποία πάντως ευοδώνονται με δημοκρατικότατες διαδικασίες, πρέπει να το παραδεχθούμε αυτό. Όπως δημοκρατικότατα κέρδισαν τους βουλευτές τους η Χρυσή Αυγή και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες.

Αν η πλειοψηφία του λαού έχει αποφασίσει να δώσει τον πρώτο λόγο στις ακραίες δυνάμεις, θα πρέπει να δεχθούμε την απόφασή της και να υποστούμε τις συνέπειες συλλογικά. Φυσικά, θα έχουμε ηττηθεί προγραμματικά σαν χώρα και κοινωνία. Και ουαί τοις ηττημένοις.