Δεν θα συζητήσω τα προφανή. Αν το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος είναι «όχι» δεν θα υπάρξει καμιά διαπραγμάτευση. Η παροχή ρευστότητας προς το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα διακοπεί τελείως και θα αναγκαστούμε να εγκαταλείψουμε το ευρώ και –πιθανότατα- την ΕΕ. Η ευρωζώνη θα έχει απλώς απαλλαγεί από την ευθύνη να μας δώσει την τελική σπρωξιά. Δεν ξέρω τι θα πει τότε ο κ. Τσίπρας στους τελευταίους αφελείς που πίστεψαν την διαβεβαίωσή του ότι το «όχι» θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας. Είμαι βέβαιος ότι θα επιχειρήσει να ρίξει το φταίξιμο στους ξένους και τους ντόπιους «πράκτορές» τους. Δεν θα του «βγει». Εάν, τρέχοντας με χίλια, στουκάρεις το αυτοκίνητό σου στο ντουβάρι φταις εσύ, όχι το ντουβάρι. Το ντουβάρι είναι εκεί. Εσύ οφείλεις να μην είσαι αόμματος, να μην είσαι χαζός και να μην νομίζεις ότι το ντουβάρι είναι χάρτινο. Σε κάθε περίπτωση τι θα πει ο κ. Τσίπρας στους αφελείς είναι δικό του θέμα. Το δικό μου θέμα εδώ είναι να περιγράψω τι σημαίνει επιστροφή στη δραχμή.

Φάση πρώτη: Σιβηρία.

Η μετάβαση από ένα νόμισμα σε ένα άλλο δε γίνεται σε μια μέρα. Δεν πρόκειται απλώς για την εκτύπωση νέων χαρτονομισμάτων. Τα λογισμικά συστήματα επιχειρήσεων και κράτους (του ελληνικού κράτους) πρέπει να αλλάξουν και ένα νέο σύστημα πληρωμών να εγκαθιδρυθεί. Όλα αυτά θα γίνονται σε συνθήκες πανικού με τις τράπεζες χρεοκοπημένες και χρήζουσες επείγουσας ανακεφαλαιοποίησης. Δεν ξέρω πόσους μήνες θα πάρει αυτή η διαδικασία (η προετοιμασία της κυκλοφορίας του ευρώ πήρε τουλάχιστον δυο χρόνια). Στη διάρκειά της όμως η χώρα δεν θα έχει λειτουργούν νόμισμα (το παλιό θα σπανίζει και θα αποθησαυρίζεται ενώ το καινούργιο δε θα μπορεί να κάνει τη δουλειά του) και η πίστωση θα είναι παράλυτη.

Θα ονομάσω τη αυτή τη μεταβατική φάση Σιβηρία. Μια πρόγευσή της πήραμε τις τελευταίες ημέρες αλλά αυτά που είδαμε είναι μόνο ο προθάλαμος. Δεν μπήκαμε ούτε στο χόλ ακόμη. Στη διάρκεια της φάσης της Σιβηρίας οι πάντες θα «κάθονται» πάνω στα λιγοστά ευρώ τους και θα αγοράζουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα. Η ζήτηση και συνεπώς ο τζίρος των επιχειρήσεων θα καταρρεύσει. Κανένας δεν θα πληρώνει κανέναν, ούτε μισθούς ούτε προμηθευτές ούτε χρέη ούτε φόρους. Λόγω έλλειψης ρευστού οι επιχειρήσεις θα αδυνατούν να εισάγουν πρώτες ύλες και είδη πρώτης ανάγκης. Επιχειρήσεις θα κλείνουν με ταχύτερο ρυθμό από ποτέ. Τα συναλλακτικά ήθη (όσα απομένουν ακόμη) θα διαβρωθούν με μόνιμο τρόπο. Τα αποτελέσματα θα είναι τα εξής: α) η οικονομία θα μπει σε νέα πελώρια ύφεση. β) η ανεργία θα εκτοξευθεί στα ουράνια γ) ο αποπληθωρισμός μισθών και τιμών θα βαθύνει και άλλο. Κανείς δεν ξέρει το μέγεθός των επιπτώσεων αυτών. Θα είναι πάντως μεγάλες.

Η μεταβατική φάση προς το νέο νόμισμα θα είναι τρομακτική. Σε αυτήν όμως ποντάρουν οι σταλινικοί του ΣΥΡΙΖΑ. Η κατάρρευση του πιστωτικού συστήματος και μιας σειράς επιχειρήσεων θα επιτρέψει τη δωρεάν κρατικοποίηση ενός γιγαντιαίου κομματιού της οικονομίας. Αυτός είναι ο στόχος. Για ένα λάτρη της κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας που δεν έχει μάθει τίποτε για την τύχη της τα τελευταία 25 χρόνια, τα δεινά που θα προκύψουν είναι αναγκαία κακά. Εκείνο που έχει σημασία γι’ αυτόν είναι η κρατικοποίηση της οικονομίας και η χειραγώγηση του κόσμου μέσω του ότι το κράτος θα είναι ο κυρίαρχος εργοδότης. Το γιατί κάποιος μπορεί σήμερα να πιστεύει ότι μια κρατικοποιημένη οικονομία είναι ο παράδεισος για τον οποίο αξίζει κάθε θυσία είναι ερώτημα που αδυνατώ να απαντήσω. Το θέμα είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καμιά λαϊκή εντολή για κάτι τέτοιο.

Φάση δεύτερη: Σαχάρα.

Όταν τεθεί σε κανονική κυκλοφορία η νέα δραχμή θα μετακομίσουμε γρήγορα από τη Σιβηρία στη Σαχάρα. Κανείς δεν περιμένει μικρότερη από 50% υποτίμηση της δραχμής. Αυτό σημαίνει ακαριαίο διπλασιασμό των τιμών των εισαγομένων προϊόντων που φυσικά περιλαμβάνουν και καύσιμα, πρώτες ύλες, ημικατεργασμένα προϊόντα, τρόφιμα, φάρμακα κλπ. Άρα, θα έχουμε αύξηση του κόστους παραγωγής και του κόστους ζωής. Αυτά που στην προηγούμενη φάση ήταν απλησίαστα λόγω έλλειψης ρευστού θα είναι τώρα πανάκριβα. Για τις εναπομένουσες επιχειρήσεις θα είναι όρος επιβίωσης να περάσουν έστω και μερικώς τις αυξήσεις του κόστους στις τιμές τους. Άρα, η αύξηση του κόστους ζωής θα είναι γενικευμένη. Το 2012 το ΔΝΤ υπολόγιζε αύξηση του τιμαρίθμου κατά 35% στην περίπτωση μιας υποτίμησης τέτοιου μεγέθους. Ακόμη και αν η αύξηση είναι μικρότερη η μείωση των αποδοχών της μισθωτής εργασίας σε όρους αγοραστικής δύναμης θα είναι ανάλογη με τις συνολικές απώλειες των τελευταίων 5 ετών. Πιθανότατα, θα επιβληθούν ελέγχοι τιμών (καύσιμα και είδη πρώτης ανάγκης με δελτίο;). Εις μάτην. Απλώς θα σπρώξουν την αύξηση του κόστους ζωής στη μαύρη αγορά.

Η υποτίμηση θα φέρει και άλλο πρόβλημα. Πολλές επιχειρήσεις έχουν χρέη στο εξωτερικό που δεν είναι μετατρέψιμα σε δραχμές. Η εξυπηρέτηση και η αποπληρωμή των χρεών αυτών θα είναι δυσβάστακτη. Πολλές από τις επιχειρήσεις αυτές θα κλείσουν. Άλλες θα είναι ζόμπις, χρεοκοπημένες έξω, ημιθανείς μέσα. Καμιά τους δεν θα μπορεί να κάνει συναλλαγές με το εξωτερικό. Γενικά για τον απλό κόσμο θα υπάρχουν λίγες επαφές με τον έξω κόσμο. Όσον δε αφορά το δημόσιο χρέος ας μην έχουμε αυταπάτες. Δημόσιο χρέος δεν διαγράφεται επειδή μια χώρα δήλωσε ότι δεν πληρώνει. Τα λεφτά αυτά θα εξακολουθούμε να τα χρωστάμε και κάποτε θα αναγκαστούμε να κάνουμε έναν διακανονισμό με τους δανειστές μας.

Στο αρχικό στάδιο η υποτίμηση θα κάνει την Ελλάδα φθηνή χώρα και θα δώσει στην εγχώρια παραγωγή ευκαιρία επέκτασης στην εγχώρια αγορά. Ξεκινώντας από πολύ χαμηλότερη αφετηρία από ότι σήμερα κάποια ανάκαμψη στη φάση της Σαχάρας πρέπει να αναμένεται. Δεν περιμένω τίποτε το εντυπωσιακό όμως στο αρχικό στάδιο. Η ελληνική οικονομία κυριαρχείται από μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες και οι τομείς των εμπορευσίμων προϊόντων είναι πολύ ασθενικοί για να σύρουν βραχυχρονίως την οικονομία πίσω τους. Ακόμη χειρότερα, μεγάλο μέρος των τομέων αυτών βασίζεται σε εισαγόμενες πρώτες ύλες και ημικατεργασμένα προϊόντα. Ειδικά, δεν περιμένω σημαντικές εξαγωγικές επιδόσεις. Στα τελευταία χρόνια υπήρξε μεγάλη εσωτερική υποτίμηση, το κόστος εργασίας μειώθηκε και η ανταγωνιστικότητα κόστους των εξαγωγικών μας προϊόντων βελτιώθηκε. Θα περίμενε κανείς δραματική αύξηση των εξαγωγών. Με εξαίρεση τον τουρισμό, η αύξηση ήταν από ασθενική ως ανύπαρκτη. Είναι φανερό ότι η μείωση του κόστους εργασίας δεν αρκεί από μόνη της. Η εξαγωγική βάση της οικονομίας είναι πολύ στενή και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής παραγωγής είναι μη ανταγωνιστικά.

Και ο τουρισμός; Τα εφιαλτικά φαινόμενα που περιέγραψα παραπάνω είναι δύσκολα συμβιβάσιμα με τη διατήρηση του νόμου και της τάξης στην Ελλάδα (είναι αμφίβολο αν είναι συμβατά με τη διατήρηση του κοινοβουλευτικού καθεστώτος). Σε συνθήκες έντονης ανομίας, περιορισμών στις τραπεζικές συναλλαγές και ελλείψεων προϊόντων είναι δύσκολο να φανταστώ ότι η Ελλάδα θα είναι ελκυστικός τουριστικός προορισμός όσο φτηνή και να είναι.

Κάποιοι ξένοι οικονομολόγοι συνιστούν έξοδο από το ευρώ και υποτίμηση, όχι γιατί διαφωνούν με τα παραπάνω αλλά γιατί ποντάρουν στις μεσοπρόθεσμες ευεργετικές επιπτώσεις της υποτίμησης. Δεν ξέρουν την Ελλάδα.

Μεσοπρόθεσμα, χάνουμε τη μπάλα.

Οι μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις της υποτίμησης εξαρτώνται από δυο ζωτικές προϋποθέσεις: α) ότι η ανάκαμψη δεν θα βουλιάξει σε μια πληθωριστική δίνη. Με άλλα λόγια η ισοτιμία της νέας δραχμής πρέπει γρήγορα να σταθεροποιηθεί και οι εγχώριες πληθωριστικές πιέσεις να χαλιναγωγηθούν. β) η υποτίμηση θα πυροδοτήσει ξένες και εγχώριες ιδιωτικές επενδύσεις.

Πρώτη προϋπόθεση. Στα χαρτιά είναι δυνατό να σχεδιαστεί ένα πρόγραμμα που να συνδυάζει μέτρα νομισματικής, δημοσιονομικής και εισοδηματικής πολιτικής και να «κλειδώνει» τις εναπομένουσες (μετά την πρώτη πληθωριστική έξαρση) ευεργετικές συνέπειες της υποτίμησης, να σταματάει τις περαιτέρω υποτιμητικές τάσεις, να εξασφαλίζει τα συναλλαγματικά αποθέματα που χρειάζονται και να μεταφέρει πόρους προς τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Η δοσολογία μπορεί να διαφέρει αλλά και οι τρείς βραχίονες της οικονομικής πολιτικής πρέπει να χρησιμοποιηθούν. Το πρόβλημα είναι ότι η σημερινή Ελλάδα (και ιδιαίτερα μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) δεν είναι σε θέση να κάνει τέτοια πράγματα. Ούτε οι ομάδες συμφερόντων που κυριαρχούν θα το επιτρέψουν ούτε το πολιτικό και μιντιακό σύστημα θα τα στηρίξει. Αν η Ελλάδα μπορούσε να φέρει σε πέρας μια τέτοια σταθεροποιητική προσπάθεια δεν θα ήταν στη θέση που είναι.

Ισχυρές ομάδες συμφερόντων στο δημόσιο τομέα και ιδιαίτερα στις ΔΕΚΟ θα ζητήσουν και θα επιτύχουν μεγάλες μισθολογικές αυξήσεις που θα υπερκαλύπτουν την αύξηση του κόστους ζωής. Οι αυξήσεις αυτές διαχεόμενες σε όλη την οικονομία θα ακυρώσουν γρήγορα τις ευνοϊκές επιπτώσεις της υποτίμησης,

Αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και τις συντάξεις καθώς και αθρόοι νέοι διορισμοί στο δημόσιο θα οδηγήσουν σε νέα δημοσιονομικά ελλείμματα. Αυτά θα χρηματοδοτούνται, κατ’ ανάγκη, με τύπωμα χρήματος γιατί για καιρό κανείς δεν θα δανείζει με λογικούς όρους το ελληνικό δημόσιο. Το αποτέλεσμα θα είναι νέα πληθωριστική έξαρση, αδυναμία σταθεροποίησης της ισοτιμίας της νέας δραχμής και εκτροπή πόρων από τις αναπτυξιακές προτεραιότητες.

Γρήγορα η Ελλάδα θα μπεί σε ένα φαύλο κύκλο μισθών – τιμών και νέων υποτιμήσεων που το τέλος του δεν είναι ορατό.

Δεύτερη προϋπόθεση: τι θα γίνει με τις επενδύσεις; Σε μια χώρα με έντονη αστάθεια, προβλήματα νόμου και τάξης και με μια κυβέρνηση έντονα εχθρική προς την ιδιωτική πρωτοβουλία είναι ανόητο να περιμένει κανείς άνθηση των ιδιωτικών επενδύσεων. Οι ξένες επιχειρήσεις δεν θα μπουν σε ναρκοπέδιο. Οι έλληνες με μεγάλα κεφάλαια παρκαρισμένα στο εξωτερικό θα τα κρατήσουν εκεί που βρίσκονται και θα περιμένουν μέχρι να κατακαθήσει ο κουρνιαχτός. Αυτό θα πάρει χρόνια. Ας ξεχάσουμε τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της χώρας λοιπόν.

Αυτοί που νομίζουν ότι δεν έχουν τίποτε να χάσουν.

Κανένα Μνημόνιο δεν είναι τόσο εφιαλτικό όσο αυτά που περιέγραψα. Και όμως, υπάρχουν πολλοί νέοι, άνεργοι, χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι που νομίζουν ότι δεν έχουν τίποτε να χάσουν από την επιστροφή στη δραχμή. Κάνουν λάθος και θα χτυπούν το κεφάλι τους. Ένας άνεργος που βασίζεται σε επίδομα ανεργίας ή σε άλλα κοινωνικά βοηθήματα ή ένας χαμηλόμισθος εργαζόμενος θα δουν την πραγματική αξία των λιγοστών τους εισοδημάτων να εξατμίζεται από τον πυρακτωμένο ήλιο της αύξησης του κόστους ζωής. Και δεν δίνω πολλές πιθανότητες στον χαμηλόμισθο να κρατήσει τη δουλειά του. Όλοι αυτοί έχουν πολλά να χάσουν. Ακόμη περισσότερα έχουν να χάσουν οι νέοι. Οι προοπτικές τους να βρουν δουλειά θα είναι ακόμη πιο πενιχρές από σήμερα. Το χαρτζιλίκι από τους γονείς και τους παππούδες θα περικοπεί δραματικά γιατί και αυτοί θα είναι αφόρητα στριμωγμένοι. Και η απομόνωση της χώρας από την Ευρώπη θα περιορίσει τις δυνατότητές τους να βρουν διέξοδο στο εξωτερικό. Και ας μην ελπίζουν οι νέοι, οι άνεργοι και οι χαμηλόμισθοι ότι το «σύστημα» θα τους προστατέψει. Για το σύστημα, οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα είναι της γης οι κολασμένοι. Είναι οι τελευταίοι στην ουρά των μισθολογικών αυξήσεων. Όσο για τους νέους, το σύστημα των ελληνικών εργασιακών σχέσεων δεν υπάρχει για τους νέους. Υπάρχει για να φορτώνει τους πιτσιρικάδες στους γονείς τους και τις γυναίκες στους συζύγους τους. Υπάρχει για άλλους. Αυτοί θα πληρώσουν το «όχι» ακριβότερα απ’ όλους.

Το δίλημμα του δημοψηφίσματος είναι απλό: βέβαιος θάνατος ή η διατήρηση της δυνατότητας για μια δύσκολη προσαρμογή. Μόνο οι μανιακοί διαλέγουν τον βέβαιο θάνατο.



[1] Ο Χ. Ιορδάνογλου διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.