Ολα άρχισαν πριν από εκατό χρόνια στη Ρωσία… Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το θέατρο-ντοκουμέντο γεννήθηκε στα σπλάχνα του Εθνικού Ινστιτούτου Δημοσιογραφίας, στη Μόσχα. Mετά την Επανάσταση του 1917, και για να καλύψει τις ανάγκες της κρατικής προπαγάνδας, εμφανίστηκε η «ομιλούσα εφημερίδα»: δημοσιογράφοι που διάβαζαν δυνατά την εφημερίδα της ημέρας σε ένα συγκεντρωμένο κοινό, το οποίο, λόγω των υψηλών ποσοστών αναλφαβητισμού, δεν γνώριζε ανάγνωση. Στη συνέχεια, η «ομιλούσα» έγινε «ζωντανή εφημερίδα»: άρχισε να παρουσιάζει στη σκηνή αφίσες, διαγράμματα και στατιστικούς πίνακες και να προσθέτει δραματοποιημένο υλικό, σύντομα σκετς, ακόμη και μουσική. Ενα νέο είδος θεάτρου είχε γεννηθεί.
Στην ίδια «οικογένεια» ανήκε τότε και το θέατρο agit prop (άγκιτ προπ, όργανο του Κομμουνιστικού Κόμματος και του σοβιετικού κράτους), με πιο αντιπροσωπευτικό εκπρόσωπο τη θεατρική κολεκτίβα Μπλε Μπλούζα. Η τελευταία ιδρύθηκε το 1923 και ενέπνευσε χιλιάδες αντίστοιχες θεατρικές ομάδες εργατών σε όλη τη χώρα. Το 1927 η Μπλε Μπλούζα επισκέφθηκε το Βερολίνο καλεσμένη του Ερβιν Πισκάτορ. Ετσι, με μια μετάκληση, μεταγγίστηκε το «μικρόβιο» και στη Γερμανία.
Ο Πισκάτορ και ο Μπρεχτ δανείστηκαν πολλά στοιχεία από τις θεατρικές αυτές πρωτοβουλίες προκειμένου να δημιουργήσουν το περίφημο «επικό» θέατρο, σοβαρά πολιτικοποιημένο και χωρίς προπαγανδιστικό χαρακτήρα, με στόχο τον ερεθισμό της κρίσης του θεατή. Ως διευθυντής της βερολινέζικης Volksbühne (1924-7) ο Πισκάτορ ενθάρρυνε διαρκώς τους θεατρικούς συγγραφείς της χώρας να καταπιάνονται με θέματα που αφορούν τη «σύγχρονη πραγματικότητα» γύρω τους.
Σε περιόδους μεγάλης κοινωνικής αναταραχής και πολιτικών αδιεξόδων, το θέατρο-ντοκουμέντο αναζωπυρώνεται. Επόμενη περίοδος άνθησής του φαίνεται να είναι η δεκαετία της αμφισβήτησης, η δεκαετία του ’60. Το 1968 ο Πέτερ Βάις, από τους σημαντικότερους συγγραφείς του είδους, γράφει τις «Δεκατέσσερις Αρχές για ένα Θέατρο-Ντοκουμέντο» και κάνει πράξη τη θεωρία του με την «Ανάκριση», θεατρικό έργο του 1965 που βασίστηκε εξ ολοκλήρου στα πρακτικά της δίκης του Αουσβιτς, στη Φρανκφούρτη το 1965 (ο Βάις την παρακολούθησε).
Ποια είναι η θεματολογία του θεάτρου-ντοκουμέντου; Κάθε αληθινό περιστατικό δίνει τροφή στο είδος: από πολέμους, γενοκτονίες, σκάνδαλα διαφθοράς, δίκες και απεργίες έως το Μεταναστευτικό ή άλλα σημαντικά ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία. Μία παράσταση μπορεί να περιλαμβάνει από μαρτυρίες επιφανών εγκληματιών έως επιστολές ταπεινών νοικοκυρών (όπως έγινε πρόσφατα στην παράσταση «Reality» των Ντάρια Ντεφλοριάν και Αντόνιο Ταλιαρίνι στην Ιταλία). Μπορεί ακόμη να φέρνει στη σκηνή πρόσωπα που έζησαν (ή βιώνουν ακόμη) γεγονότα με ιστορική, κοινωνική ή πολιτική αξία. Σε κάθε περίπτωση το θέατρο-ντοκουμέντο ανακαλεί και ερμηνεύει μια ιστορική στιγμή, επανεξετάζει το παρελθόν και αντανακλά με γόνιμο τρόπο την αγωνία της κοινωνίας για φλέγοντα ζητήματα της επικαιρότητας ή της συλλογικής μνήμης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η τελευταία παράσταση των πιο διάσημων εκπροσώπων του θεάτρου-ντοκουμέντου σήμερα, των Rimini Protokoll. Τίτλος αυτής «Αδόλφος Χίτλερ: Ο Αγών μου, Τόμοι Ι και ΙΙ» και έρχεται στη Στέγη στις 21 Απριλίου. «Είναι πράγματι «Ο Αγών μου» ένα ανάγνωσμα επικίνδυνο και προπαγανδιστικό ή μήπως πρόκειται τελικά για ένα συνονθύλευμα κοινοτοπιών και παρανοϊκών ιδεολογημάτων; Ποια είναι η ιστορική, πολιτική και λογοτεχνική του αξία; Τι τροφοδοτεί τον «μύθο» του εδώ και ενενήντα ένα χρόνια; Τι τέλος πάντων λέει σε αυτό ο Χίτλερ;» είναι μερικά από τα κρίσιμα ερωτήματα που θέτουν οι RP στο τολμηρό εγχείρημά τους.
Σκηνοθέτης ή ιστορικός;
Ο σκηνοθέτης του θεάτρου-ντοκουμέντου καλείται να λειτουργήσει ταυτόχρονα ως δημοσιογράφος ή/και ως ιστορικός. Να κάνει έρευνα και ρεπορτάζ, να ανασύρει και να μελετήσει παλιές ή σύγχρονες ιστορικές πηγές. Να εμβαθύνει, να κρίνει, να συγκρίνει, να εκτιμήσει, να επιλέξει, να (ανα)συνθέσει. Μπορεί να χρησιμοποιήσει οθόνες, προβολές, κυλιόμενους διαδρόμους, αφηγητές ή χορικά σύνολα. Να μας δείξει φωτογραφίες, βίντεο ή άλλα ντοκουμέντα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δεν θα κριθεί ως ιστορικός ούτε ως δημοσιογράφος. Δεν θα κριθεί δηλαδή ούτε για την αντικειμενικότητά του (όρος ούτως ή άλλως προβληματικός όταν έχουμε να κάνουμε με έργο τέχνης) ούτε για το επιστημονικό πνεύμα του (όσο κι αν επέμενε ο Ζολά). Θα κριθεί ως δημιουργός για τον τρόπο που έφτιαξε ένα έργο τέχνης. Αν αυτό το τελευταίο μας αφυπνίζει, μας προκαλεί, αλλάζει τις αντιλήψεις και μας πάει μπροστά, αυτές είναι σημαντικές ευεργετικές επιδράσεις, τις οποίες μπορεί να επιτύχει και ένα δυνατό ρεπορτάζ ή μια αποκαλυπτική ιστορική μελέτη. Η θεατρική υπόσταση της παράστασης, ο τρόπος με τον οποίο όλα τα στοιχεία –οι ερμηνείες των ηθοποιών, η κίνησή τους, η φωνή τους, ο φωτισμός, το σκηνογραφικό περιβάλλον κ.ο.κ. –συνενώνονται σε ένα παλλόμενο αισθητικό σύνολο, αυτή είναι η ζωτική παράμετρος που θα κάνει την τελική διαφορά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ