Η εφετινή σεζόν θα βρει τον Δημήτρη Λιγνάδη μοιρασμένο σε πολλά θεατρικά ταμπλό: σκηνοθέτης στο μιούζικαλ «Μπίλι Ελιοτ» που ανεβαίνει στο Παλλάς (16 Οκτωβρίου), πρωταγωνιστής στον «Ριχάρδο Γ’» του Σαίξπηρ στο Εθνικό (από τον προσεχή Δεκέμβριο) και τέλος σκηνοθέτη, πάλι, στο Πάνθεον αυτή τη φορά, με έναν ακόμη Σαίξπηρ («Ρωμαίος και Ιουλιέτα»).
Κύριε Λιγνάδη, πώς σας προέκυψαν, συγχρόνως σχεδόν, αυτές οι δύο μεγάλες παραγωγές;
«Η πρόταση για τον Ριχάρδο, που είχε και προηγηθεί, δεν έγινε με τον κλασικό τρόπο. Προέκυψε. Σε μια έξοδό μας με τον Γιάννη Χουβαρδά, συζητώντας για ενδεχόμενη συνεργασία, του είπα δύο-τρεις ρόλους που θα ήθελα να κάνω, κι ανάμεσα σε αυτούς τον Ριχάρδο. Και τότε μου είπε: «Ωραία, πάμε». Και νομίζω ότι ανεβάζει ευφυώς το έργο.
Οσο για τον «Μπίλι Ελιοτ», που ήρθε μετά, είπα «ναι» γιατί ήθελα να σκηνοθετήσω ένα μιούζικαλ και να καταλάβω τι είναι αυτό το περίεργο είδος. Το είχα δει τυχαία στην Αγγλία προ χρόνων και είχα πάθει πλάκα… Είπα «ναι» γιατί δεν αρνούμαι στην Ελένη Κούρκουλα και επιπλέον, για να είμαι ειλικρινής, δεν είμαστε σε φάση να αρνούμαστε δουλειές. Η περίοδος της εκλεκτικότητας έχει τελειώσει. Πρέπει να δουλεύουμε. Και τέλος γιατί είναι με παιδιά».
Και τρέχετε από πρόβα σε πρόβα;
«Είναι αλήθεια ότι η μία ακολουθεί την άλλη και εγώ δουλεύω δωδεκάωρο… Από το πολύ σκοτεινό του Ριχάρδου περνάω στο πολύ φωτεινό του Μπίλι Ελιοτ. Κι από το ένα παιδικό περνάω στο άλλο που κρύβει μια σκοτεινή, ζοφερή παιδική χαρά. Και τα δύο τα ενώνει μια υπόγεια διαδρομή που με τροφοδοτεί. Θα μου λείψει αυτός ο παιδόκοσμος τώρα που πάμε για πρεμιέρα».
Δύσκολη η δουλειά με τα παιδιά;
«Κοιτάξτε, είναι ένα μιούζικαλ με συνολικά είκοσι τέσσερα παιδιά σε τρεις διανομές. Είναι δύσκολο, αλλά προσωπικά με ενδιαφέρουν πολύ τα παιδιά –δίδασκα θέατρο σε παιδιά του Αρσακείου από το 1990 ως το 2000. Εδώ οι βασικοί ήρωες είναι παιδιά που δεν έχουν μπει ακόμη στην εφηβεία, οπότε δεν έχουν τις εμπειρίες ή την ωριμότητα ούτε μια κάποια ανεξαρτησία από το σπίτι τους. Από την άλλη, δεν είναι νήπια, για να ανεβαίνουν στη σκηνή χωρίς συνείδηση. Αυτό κάνει και τον ρόλο πιο δύσκολο και τον ήρωα Μπίλι Ελιοτ πιο συμπαθητικό. Γιατί δεν συγκρούεται ένα αγόρι με την οικογένειά του στα 16, που είναι πιο λογικό, ούτε φεύγει από το σπίτι του στα 9 του, για να γυρίσει την άλλη μέρα. Βρίσκεται στην ηλικία όπου χτίζονται και πρωτοδιεγείρονται τα ενδιαφέροντα».

Η δική σας παράσταση ακολουθεί την αγγλική παραγωγή;
«Δεν θέλω να ξαναεφεύρω τον Μπίλι Ελιοτ. Αυτό έχει γίνει στο μιούζικαλ, στην ταινία, και μάλιστα πολύ ωραία. Δεν έχω ούτε τον χρόνο και δεν ξέρω αν έχω τη δυνατότητα. Γι’ αυτό και συμφώνησα να κάνω τον «Μπίλι Ελιοτ» στα χνάρια της αγγλικής παράστασης. Φυσικά κάθε δημιουργός θέλει να βάλει τη δική του πινελιά. Δεν έπεσα όμως στην παγίδα να κάνω κάτι άλλο. Φαίνονται οι ρωγμές μου. Και εμπνέομαι από τα δικά μας παιδιά».

Κάνατε οντισιόν, μαθήματα;
«Δεν έχουμε ούτε τα χρονικά ούτε τα γεωγραφικά μεγέθη της Αγγλίας. Δεν είχαμε τη δυνατότητα να ψάχνουμε χρόνια για να βρούμε τα παιδιά ούτε θα παιχθεί η παράσταση για χρόνια. Κρατηθήκαμε όμως σε πάρα πολύ ποιοτικά επίπεδα. Κάναμε δύο οντισιόν, είδαμε πάνω από εκατό παιδιά. Επρεπε να τα διαλέξουμε για να διδαχθούν κλασικό χορό, κλακέτες, υποκριτική, τραγούδι. Οσα επελέγησαν είχαν την υποδομή, αλλά χρειάστηκε πολλή δουλειά. Επιπλέον οι πρωταγωνιστές είναι αγόρια και στις παιδικές ηλικίες η ενασχόληση με την τέχνη είναι κυρίως γένους θηλυκού. Γιατί η τέχνη θέλει τόλμη, απενοχοποίηση, αυτοπεποίθηση που ο έφηβος άντρας δεν διαθέτει».

Χρειάστηκε να ελληνοποιήσετε το μιούζικαλ που διαδραματίζεται στην Αγγλία της Θάτσερ;
«Τι να κάνουμε δηλαδή; Να βαφτίσουμε τη Θάτσερ Σόιμπλε ή τρόικα; Αν όπου Θάτσερ βάλουμε τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα και όπου ανθρακωρύχοι, το ίδιο, δεν χρειάζεται να πεις τίποτε άλλο. Η ελληνοποίηση είναι μια υπεραπλούστευση. Ουσιαστικά όμως το θέμα είναι ο μικρός που ακολουθεί τον δρόμο του κόντρα στα κλειστά μυαλά των κατά τα άλλα συμπαθητικών γονιών του, ανθρακωρύχων».

Μια ιστορία εξουσίας δεν είναι ο «Μπίλι Ελιοτ»;
«Το έργο μάς μιλάει για πολλές εξουσίες. Η Θάτσερ επιβλήθηκε, το σύστημα επιβλήθηκε. Αλλά σύστημα είμαστε όλοι -εσύ, εγώ, ο παπάς, η μάνα μου. Για μένα το θέμα είναι η ηθική στην εξουσία. Το σύστημα το πετροβολάμε όταν δεν μπορούμε να ανήκουμε σε αυτό. Την ηθική την επικαλούμαστε όταν η ανηθικότητα δεν μας βολεύει πια. Στο έργο, ναι, έχασαν οι ανθρακωρύχοι αλλά κέρδισε ο πολιτισμός, γιατί ένα παιδί έκανε πραγματικότητα τα όνειρά του. Το έργο μιλάει όμως και για τη διαφορετικότητα».

«Το υπουργείο Πολιτισμού πρέπει να είναι υπερυπουργείο»

Τι σας προβληματίζει σήμερα στην Ελλάδα;

«Εδώ και πολύ καιρό ακούω τον έναν να έχει για σημαία του την Ευρώπη (την οποία κι εγώ πιστεύω) και τον άλλον να αλληθωρίζει προς ένα είδος σοβιετικής παλιάς ένωσης. Δεν έχω ακούσει κανέναν να μιλήσει για την Ελλάδα ως μέλλον και όχι ως χρηματοπιστωτική οντότητα. Οποιος το πει θεωρείται γραφικός ή Κασιδιάρης».
Υπάρχει λύση;
«Το εγχώριο προϊόν μας είναι ο πολιτισμός. Κανείς δεν έχει καταλάβει ότι η λέξη είναι ομώνυμη με την πολιτική και έχει να κάνει με τον πολίτη και την πόλη. Μια χώρα που θέλει να παράγει τα πάντα πρέπει πρώτα να παράγει πολιτισμό. Αλλιώς είναι μια τυφλή παραγωγή, χωρίς καλλιέργεια, με ακαλλιέργητες ψυχές και θα εμπίπτει πάντα στις φούσκες, στις κλεψιές, στη λαμογιά. Το υπουργείο Πολιτισμού πρέπει να είναι υπερυπουργείο».
Περιμένατε κάτι άλλο από την Αριστερά;
«Εγώ δεν πιστεύω πια στους διαχωρισμούς Δεξιά και Αριστερά γιατί πέρα από τα λόγια δεν έχω δει άλλες διαφορές. Υπάρχουν αστικά κόμματα και μη αστικά, πιο λαϊκά, όπως το ΚΚΕ. Δεν πιστεύω επίσης στον αξιακό διαχωρισμό ότι η Αριστερά είναι καλό και η Δεξιά κακό. Ο καθένας μας έχει τα καλά του και τα κακά του. Δεν δέχομαι τον διαχωρισμό μούχλα και καθαρός αέρας γιατί σε κανέναν δεν αρέσει η μούχλα. Πείτε μου: Αν υπάρχει σήμερα ένα οποιοδήποτε σύστημα δανειστών, δεν θα χαίρεται που περνάνε τα πιο επώδυνα μέτρα με αριστερή βούλα;».
«Ρόλος ζωής».
«Οταν σκεφτόμουν τον Ριχάρδο, δεν ήξερα τι βάθη φοβερά έχει αυτός ο ρόλος. Είναι ρόλος ζωής για έναν ηθοποιό. Και εδώ το θέμα είναι η εξουσία. Ο Ριχάρδος είναι ένας άνθρωπος που θέλει να την καταλάβει, που δεν μπορεί να χτίσει παρά μόνο να καταστρέφει. Δεν θέλει την εξουσία για λεφτά, γυναίκες ή επέκταση αλλά για να καθήσει πάνω σε έναν θρόνο. Κάνει τα πάντα υπό μορφή παιχνιδιού –χωρίς συνείδηση. Και όταν κατακτήσει την εξουσία με τρόπους που έχουν αρνητικό πρόσημο, μένει μόνος και καλείται να κυβερνήσει. Δεν ξέρει και κάνει το ένα λάθος μετά το άλλο. Ο Ριχάρδος δεν ξέρει να κυβερνά, ξέρει να επιθυμεί την κυβέρνηση. Νιώθει μοναδικός, άρα και μοναχικός. Και όσοι τον περιστοιχίζουν τονίζουν τη μοναξιά του».

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

«Μπίλι Ελιοτ»

Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος.
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Λιγνάδης.
Μουσική: Ελτον Τζον.
Χορογραφία: Δημήτρης Παπάζογλου.
Σκηνογραφία: Εύα Νάθενα.
Παίζουν: Αιμίλιος Χειλάκης, Αθηνά Μαξίμου, Αποστόλης Τότσικας, Νίκη Παλληκαράκη, Γιώργος Ψυχογιός και η Τιτίκα Στασινοπούλου. Επίσης, τα παιδιά: Πέτρος Ζαμπάκας, Ανδρέας Καρτσάτος, Σωτήρης Πιερράκος, Δημήτρης Βανός, Παναγιώτης Τασούλης, Φοίβος Χονδρέλης

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ