Ενα τετραώροφο νεοκλασικό επί της οδού Μητροπόλεως 44, διαμπερές, με εντυπωσιακή θέα στη Μητρόπολη και στην Ακρόπολη και ένα ευχάριστο παρκάκι απέναντί του, θα στεγάσει το Μουσείο Μαρία Κάλλας που αναμένεται να ολοκληρωθεί μέσα στο 2015. Κάλλιο αργά παρά ποτέ, θα πει κανείς. Και όχι άδικα: η ως σήμερα έλλειψη μιας «χειροπιαστής» έκφρασης τιμής στη θρυλική ντίβα της όπερας από την πόλη όπου η ίδια έλαβε τη μουσική της παιδεία και έκανε τα πρώτα βήματα μιας καριέρας η οποία έμελλε να σφραγίσει ανεξίτηλα αυτή καθαυτή την ιστορία του λυρικού θεάτρου τον 20ό αιώνα είναι αναμφίβολα ουσιώδης. Το κτίριο, επιφάνειας περίπου 1.070 τ.μ., χτίστηκε την περίοδο του Μεσοπολέμου, κηρύχθηκε διατηρητέο το 1985 και από το 2010 αποτελεί ιδιοκτησία του Δήμου Αθηναίων. Τη μουσειολογική και μουσειογραφική μελέτη συνυπογράφουν η μουσειολόγος – επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου Ανδρομάχη Γκαζή και η αρχιτέκτων – μουσειολόγος Ερατώ Κουτσουδάκη-Γερολύμπου με τη συμβολή του μουσικολόγου Αλέξανδρου Χαρκιολάκη, ενώ ο προϋπολογισμός του έργου είναι της τάξεως του 1 εκατ. ευρώ και έχουν ήδη ξεκινήσει οι διαδικασίες ένταξής του στο ΕΣΠΑ.
Η έκθεση


Η συλλογή η οποία θα αποτελέσει τη μόνιμη έκθεση του Μουσείου βασίζεται κυρίως στα αντικείμενα που βρίσκονται στην κατοχή της Τεχνόπολης του Δήμου Αθηναίων –όπου άλλωστε έχει ανατεθεί και η δημιουργία του –και προέρχονται από δωρεές και αγορές. Οπως εξηγεί όμως η κυρία Γκαζή, «προτείνονται και χρησιδάνεια και μακρόχρονοι δανεισμοί από φορείς και ιδιωτικές συλλογές, από όπου και στο παρελθόν έχει εκδηλωθεί η πρόθεση συνεισφοράς. Γι’ αυτό και η πρότασή μας είναι δομημένη έτσι ώστε να μπορεί να ενσωματώσει εκ των υστέρων εκθέματα».
Τα ήδη υπάρχοντα περιλαμβάνουν κοστούμια ρόλων, προσωπικά αντικείμενα (ρούχα, αξεσουάρ κ.ά.), καθώς και επιστολές, τηλεγραφήματα, σημειώσεις για σκηνικά, συλλεκτικές αφίσες παραστάσεων αλλά και μια σειρά έργων από γνωστούς εικαστικούς καλλιτέχνες τα οποία φιλοτεχνήθηκαν στο παρελθόν ειδικά για τη συλλογή της Τεχνόπολης. Ωστόσο, όπως εξηγεί και πάλι η κυρία Γκαζή, το πρωταρχικό στοιχείο είναι το βίωμα, η ίδια η φωνή της ντίβας μέσα από ηχογραφήσεις, βιντεοσκοπήσεις, συνεντεύξεις και γενικά μαρτυρίες του έργου και της προσωπικότητάς της.

«Το θέμα είναι αναμφίβολα ιδιαίτερα προκλητικό»
συνεχίζει η κυρία Γκαζή. «Για την Κάλλας έχουν γραφεί και ακουστεί πάμπολλα πράγματα. Αρκετό από αυτό το υλικό όμως δεν είναι αξιόπιστο. Χρειάζεται «ξεσκαρτάρισμα». Και αυτό γιατί όταν σχεδιάζεις ένα νέο μουσείο έχεις ευθύνη ως μελετητική ομάδα. Ο επισκέπτης θεωρεί ότι το υλικό που του παρέχεται είναι τεκμηριωμένο. Εν προκειμένω, πηγές μας αποτέλεσαν οι συνεντεύξεις και οι κάθε είδους βιογραφίες, μελέτες και ασφαλώς η δισκογραφία της. Η έρευνα συνεχίζεται και πέρα από το αρχείο της Τεχνόπολης εκτείνεται και σε άλλα σημαντικά αρχεία και φορείς που ασχολούνται με τη ζωή και το έργο της διεθνώς. Το Διαδίκτυο, τέλος, αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών».
Πώς διαχειρίζεται, λοιπόν, κανείς την κληρονομιά μιας τόσο σημαντικής προσωπικότητας; Ποιον τρόπο βρίσκει ώστε το αποτέλεσμα να είναι φρέσκο και την ίδια στιγμή να εντάσσει τον επισκέπτη στον κόσμο της ντίβας αλλά και στο κλίμα της ίδιας της όπερας; Οι απαντήσεις προκύπτουν μέσα από τις βασικές ομάδες κοινού στις οποίες θα απευθυνθεί το Μουσείο: λιγότερο στους γνώστες και στους φανατικούς θαυμαστές, σίγουρα στους τουρίστες και στους μαθητές αλλά κυρίως στον αμύητο επισκέπτη με βασικό σκοπό να τον εμπνεύσει. Ο τρόπος που επελέγη προκειμένου να επιτευχθεί κάτι τέτοιο είναι πρώτα να «βυθιστεί» κανείς στη φωνή της Κάλλας και μετά να παρακολουθήσει τη ζωή της μέσω της πραγματολογικής ματιάς.
Οι χώροι


Η είσοδος στο Μουσείο Μαρία Κάλλας θα γίνεται από την οδό Μητροπόλεως. Ανεβαίνοντας τα λίγα σκαλιά της εισόδου θα μπορεί κανείς να προμηθευτεί το εισιτήριό του και να αφήσει τις αποσκευές του στο βεστιάριο, ενώ θα υπάρχει και κατάλληλη υποδομή για άτομα με κινητικές δυσκολίες. Η προτεινόμενη πορεία είναι μέσω του ανελκυστήρα στον δεύτερο όροφο, από εκεί στον πρώτο μέσω του κλιμακοστασίου και έξοδος προς το ισόγειο, όπου θα βρίσκεται σε κοινό χώρο το πωλητήριο του Μουσείου και ένα μικρό μπιστρό με το όνομα «La Divina». Εκεί, εκτός των άλλων, θα σερβίρονται και συνταγές της ίδιας της ντίβας. Ο εμπορικός αυτός χώρος του ισογείου έχει σχεδιαστεί ώστε να μπορεί να λειτουργεί και ανεξαρτήτως του ωραρίου του Μουσείου, ενώ λόγω και της θέσης του υπολογίζεται ότι θα είναι σε θέση να χρηματοδοτεί σε σημαντικό βαθμό την ίδια τη λειτουργία του. Στον τελευταίο όροφο δημιουργούνται δύο χώροι: μια αίθουσα πολλαπλών χρήσεων (όπου θα μπορούν να φιλοξενούνται μουσειοπαιδαγωγικά προγράμματα, μικρές περιοδικές εκθέσεις, masterclasses και μικρές συναυλίες, αλλά θα παρέχεται και η δυνατότητα οργάνωσης κλειστών δείπνων για λόγους fundraising, με δεδομένη και την εξαιρετική θέα της βεράντας) και μία mediatheque (βιβλιοθήκη και δισκοθήκη με χώρο ακρόασης).
Στον δεύτερο όροφο κυριαρχεί η θεατρικότητα. Οπως εξήγησε η κυρία Κουτσουδάκη-Γερολύμπου κατά την παρουσίαση της μουσειολογικής μελέτης την περασμένη Τετάρτη, «ο επισκέπτης βρίσκεται κατ’ αρχάς σε ένα σκουρόχρωμο και υποφωτισμένο φουαγέ, όπου μπορεί αν θέλει να ενημερωθεί για τους βασικούς όρους της τέχνης της όπερας. Κατόπιν τον καλούμε να κάνει μια διαδρομή ανάμεσα σε τέσσερα θεατρικά σκηνικά και να ζήσει για λίγο με την Κάλλας μερικούς από τους κορυφαίους ρόλους της καριέρας της: τη Νόρμα, την Τόσκα, τη Βιολέτα από την «Τραβιάτα» και, τέλος, τον ρόλο της ως δασκάλας στη Σχολή Τζούλιαρντ, όπου δίδαξε προς το τέλος της καριέρας της στη Νέα Υόρκη. Ο επισκέπτης λοιπόν εκπλήσσεται μπαίνοντας σε ένα μυστικιστικό σύμπαν όπου δεσπόζει η φωνή της, μεταφέρεται σε ένα ατμοσφαιρικό περιβάλλον όπου κυριαρχούν η εικόνα και η εκφραστική της δεινότητα, για να προχωρήσει σε ένα πιο αλέγκρο και οικείο περιβάλλον, σαν στα άδυτα του χώρου της, όπου μέσα από μια εικαστική προβολή θα υπάρχει η διαρκής προσμονή της εμφάνισης των ερμηνευτών».
Οι ενότητες


Στην αίθουσα του πρώτου ορόφου, την πιο μουσειακή, οι θεματικές και χρονολογικές ενότητες δημιουργούν μια πλεγματική δομή την οποία ο επισκέπτης δεν είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει γραμμικά. Οπως επισημαίνει η κυρία Γκαζή, εν προκειμένω η πληροφορία δεν δίνεται πάντα «έτοιμη» αλλά συχνά είναι κρυμμένη ενισχύοντας έτσι τη διάδραση και το στοιχείο της ανακάλυψης. «Και πάνω απ’ όλα ο λόγος των επιμελητών ελαχιστοποιείται αφήνοντας έτσι την αφήγηση να ξετυλιχθεί μέσα από τα λόγια της ίδιας της Κάλλας αλλά και όσων έχουν μιλήσει ή γράψει γι’ αυτήν» καταλήγει, προσθέτοντας πως ο σκοπός είναι να υπάρχει και μια παιδική γραμμή αφήγησης που θα κάνει το Μουσείο ελκυστικό και στις μικρές ηλικίες…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ