Αγνωστο πώς, άγνωστο πότε ακριβώς, εκεί όμως στον 12ο αιώνα μ.Χ., η Θήρα αλλάζει όνομα και εμφανίζεται για πρώτη φορά ως Σαντορίνη. Είναι η ονομασία που θα πάρει, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, από την προστάτιδα του νησιού Αγία Ειρήνη και το εκκλησάκι που βρίσκεται σε έναν υπήνεμο κόλπο του νησιού. Είναι ο μικρός, ερειπωμένος σήμερα και καταχωσμένος κατά ένα τμήμα του, ναός της Περίσσας. Αυτός που οι γεροντότεροι πάντα θυμόνταν, χωρίς ωστόσο να γνωρίζουν ότι τα θεμέλιά του πατούσαν πάνω σε μία άλλη παλαιότερη, μεγάλη και πλούσια εκκλησία, την οποία η αρχαιολόγος δρ Ευγενία Γερούση ταύτισε με την πρώτη Αγία Ειρήνη του νησιού. Το νήμα της ιστορίας άρχισε έτσι να ξετυλίγεται και ένα λαμπρό μνημείο, που συνδέθηκε με τη μεσαιωνική ονομασία της Θήρας, ήλθε στο φως.


Στην άκρη του οικισμού της Περίσσας και στη ρίζα του ασβεστολιθικού βράχου του Μέσα Βουνού ­ στην κορυφή του οποίου έχει αποκαλυφθεί η αρχαία Θήρα ­ ο ναός, μισοθαμμένος ακόμη μέσα στη γη, εντυπωσιάζει λόγω των κιόνων του, που στέκονται όρθιοι, σε ύψος περίπου ενάμισι μέτρου, στεφανωμένοι με τα εκπληκτικής τέχνης κορινθιακά κιονόκρανα από προκονησιακό μάρμαρο.


«Ελάχιστα κτίσματα της παλαιοχριστιανικής εποχής διατηρούνται σήμερα σε τέτοιο ύψος, ενώ το μέγεθος και η λαμπρότητα της εκκλησίας, καθώς και ο πλούσιος διάκοσμος, την αναδεικνύουν σε ένα σημαντικό μνημείο του βυζαντινού πολιτισμού» λέει η κυρία Ευγενία Γερούση. Η αποκάλυψή του έγινε απρόσμενα το 1992, όταν η 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων άρχισε εργασίες στερέωσης και υποστύλωσης στο εκκλησάκι της Αγίας Ειρήνης. «Το πρώτο που βρήκαμε» θυμάται σήμερα η κυρία Γερούση «ήταν οι κίονες του βορειοδυτικού τμήματος του ναού, οι οποίοι προφανώς καταχώθηκαν γρηγορότερα και γι’ αυτό διατηρήθηκαν σε όλο τους το ύψος».


Τρίκλιτη βασιλική, το μεσαίο κλίτος της οποίας έχει μήκος 25 μέτρα, θεωρείται σήμερα η μεγαλύτερη και παλαιότερη του νησιού. Δοκιμαστική τομή εξάλλου έδειξε ότι το δάπεδό της από μεγάλες μαρμάρινες πλάκες βρίσκεται σε βάθος δύο μέτρων από τη σημερινή στάθμη του εδάφους. Γεγονός που σημαίνει ότι η πλήρης αποκάλυψη του ναού απαιτεί πολλά χρόνια ακόμη ανασκαφικής εργασίας. Η χρονολόγησή της όμως είναι βέβαιη, όπως λέει η κυρία Ευγενία Γερούση, που τοποθετεί τον ναό στα τέλη του 5ου αιώνα μ.Χ., αν και υπάρχει και μια δεύτερη οικοδομική φάση, ίσως του δεύτερου μισού του 6ου αιώνα.


Ιδιαίτερα ενδιαφέρων ωστόσο είναι ο διάκοσμος, η ομοιογένεια, η τέχνη και το υλικό του οποίου είναι στοιχεία που υποδηλώνουν, κατά την κυρία Γερούση, μια ανθούσα κοινωνία, η οποία κτίζοντας τον περικαλλή ναό της είχε τη δυνατότητα να παραγγείλει στα ειδικά εργαστήρια του Βυζαντίου τα αρχιτεκτονικά μέλη του κτίσματος. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο ναός έχει όμοιό του εκείνον του Αγίου Απολλινάριου της Ραβένας με έτος κτίσεως το 493 μ.Χ.


«Θεωρώ ότι πρόκειται για την Ελευσίνα» λέει η κυρία Γερούση. «Μια πόλη η οποία ως σήμερα δεν είχε ταυτισθεί με βεβαιότητα. Τόσο τα ευρήματα όμως όσο και η πολύτιμη μαρτυρία του Πτολεμαίου του Γεωγράφου, ο οποίος τον 2ο αιώνα μ.Χ. μιλάει για δύο πόλεις στις άκρες του κόλπου, την Οία ­ που έχει ταυτισθεί ανασκαφικά και επιγραφικά με το σημερινό Καμάρι ­ και την Ελευσίνα, είναι σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία».


Αλλά στα μέσα του 7ου αιώνα η ιστορία του οικισμού έφθασε στο τέλος της, όπως συμπεραίνει σήμερα η ανασκαφέας. Αγνωστο για ποια αιτία, αν και το γεγονός της επικράτησης των Αράβων στα νησιά του Αρχιπελάγους την περίοδο αυτή μπορεί να δίνει κάποια ερμηνεία. Ενα χρυσό νόμισμα εξάλλου, του Λέοντος Γ’ Ισαύρου, σπάνιο εύρημα από μόνο του, συνδέει την εγκατάλειψη και της βασιλικής με την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας, το 726 μ.Χ. Οι άνθρωποι θα φύγουν, ο τόπος θα ερημώσει, η μνήμη της ονομασίας όμως θα μείνει και η Αγία Ειρήνη θα επανέλθει αργότερα, στα τέλη του 8ου ή στις αρχές του 9ου αιώνα, ταπεινή πλέον εκκλησία, που θα κτισθεί πάνω στην αρχαία. Στο μεσαίο κλίτος της συγκεκριμένα, όπου θα ιδρυθούν οι δύο μικρές αψίδες των ιερών του μεσοβυζαντινού ναού.


Τα «ομιλούντα» λείψανα


Στο υποβαθμισμένο σήμερα περιβάλλον της Περίσσας, σε μια έκταση περίπου πέντε στρεμμάτων, τα λείψανα των δύο ναών αποκαλύπτουν την ιστορία του τόπου. Πρόσφατα μάλιστα ένα ακόμη εύρημα, ένα νόμισμα του Λέοντος Ε’ του Αρμενίου, του 813 μ.Χ., ανασύρθηκε από τις επιχώσεις. Ωστόσο, παρά τις πρώτες εργασίες που έχουν γίνει και τα μέτρα προστασίας που έχουν ληφθεί, με την υποστήριξη του υπουργείου Αιγαίου, τα προβλήματα δεν έχουν εξαλειφθεί. Και κυρίως εκείνο της πτώσης χωμάτων από το βουνό, η ευστάθεια και η συνοχή του οποίου διαταράχθηκαν από το λατομείο που λειτούργησε στην κορυφή του μετά τον σεισμό του 1956, όταν απαιτήθηκε η ταχεία ανοικοδόμηση του νησιού. Παράλληλα η μελέτη διαμόρφωσης και ανάδειξης του χώρου, η οποία ήδη έχει γίνει από την κυρία Ευγενία Γερούση, περιμένει την υλοποίησή της. Η Αγία Ειρήνη όμως μπορεί να περιμένει; «Και χωρίς την ολοκλήρωση της ανασκαφής το μνημείο είναι εντυπωσιακό και επισκέψιμο» λέει η ανασκαφέας, καθώς αγωνιά για την τύχη του.